United States or Germany ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όλοι οι χωριανοί ξύπνησαν νυχτούλια, ποιος να πρωτοπάη στην εκλησιά να ειπή και να κάμη &Χριστοσανέστη&. Επήγε κ' η καψο-Ζαχαρούλα η Νάκο-Μήτραινα, έρημη αφτή κι απομόναχη, με δυο λαμπάδες η άμοιρη, τη μια για τον Αργύρη της πια τον ακριβό της. Σήκωσαν οι χωριανοί Μεγάλη Ανάσταση κι απόλυκε η εκλησιά αχάραγο ακόμα.

Το είχε κι ο Ιουστινιανός αλλαγμένο τόνομά του από τότες που τον έφερε ο θειος του στην Πόλη και σπούδαξε. Φαίνεται πως σπούδαξε ο Ιουστινιανός στα γερά, και μέσα στις πρώτες του εκείνες μελέτες πρέπει να του κατέβηκε το μεγάλο του όνειρο, η ανάσταση της Ρωμαϊκής κοσμοκρατορίας.

Συσταίνεται κατόπι από το Θεοδόσιο κ' η δεύτερη Οικουμενική Σύνοδο στην Κωσταντινούπολη με σκοπό να καθαρίση την Εκκλησία από κάθε αίρεση κι από κάθε ανωμαλία που της προξένησε ο Αρειανισμός, καθώς και να πανηγυρίση την ανάσταση της Ορθοδοξίας.

Γέρο Διαμάντη, δε μιλείς, δε μας καλημερίζεις; Όλος ο κόσμος χαίρεται για την ανάστασή μας Και στολισμένος μας θωρεί. Σε λίγο το σπαθί σου, Που εσκούριασε ’ς τη θήκη του θα πιη να ξεδιψάση, Και συ το ξυπνητήρι μας, συ του βουνού τ' ορνίθι Εκλείδωσες τα χείλη σου;.. Τί σ' έπιασε, Διαμάντη; — Σαράντα χρόνια πολεμώ.

Την όγδοη – ή θα πρέπει να πούμε την έβδομη κατοπινή μέραγιατί ήδη η ανάσταση είχε καταστήσει την πρώτη μέρα της βδομάδας ιερή στις καρδιές των Αποστόλωνοι έντεκα ήταν ξανά μαζεμένοι με κλειστές τις πόρτες.

1832, Τρυητή 20 . Επειδή τα Γιάννινα δεν είχαν ακόμα Κισλά, τ' ασκέρια στέλνουνταν από τον Πασά κονάκια στα σπίτια των Χριστιανών και των Οβραίων. Ένας μπίμπασης κάθονταν σ' ένα σπίτι σιμά από το σπίτι του κυρ Αναστάση Γοργόλη. Ο μπίμπασης είδε μια μέρα τες δύο ώμορφες τσιούπρες του κυρ Γοργόλη κ' εκολάστηκε· κύτταξε με κάθε τρόπο να τες απατήση.

Ημέρα την ημέρα καμιά φορά μπήκε Μεγαλοβδόμαδο. Τ' Αργύρη η μάνα πρόσμενε μαγωνιά μεγάλη και χαρά τρανή, νάρθη η Μεγάλη Λαμπρή, για να δεχτή το χαιρετισμό του γιου της· να λάβη κ' είδηση για τον Αργύρη της τον ακριβό. Του Νάκο-Μήτρα το χωριό εσήκονε τόρα μεγάλη Ανάσταση. Οι καμπάνες της μικρής του εκλησούλας έστελναν τον αχό τους πέρα περιανά κι αντιλάλαε ο κάμπος.

ΑΝΑΤ. Βαϊ κιοπόγλου βάι...βάι, ητ' ογλού, βάιέτζι γράφουνε αναφορά; εσύ τροπάρι έγραφεςμέγα έλεος, υπερένδοξε έγραψες, κάτε ένα λόγο μακρύ εκατό πήχες έγραψες, άντρωπο μαγαρίστηκε έγραψες, αρβανίτη ανάσταση λέανε έγραψες; — κρίμαστοκρίμαστοεγώ τάρεψα εσύ λογιώτατο άντρωπο είσαι, γράμματα ηξέρεις είπα για να κάμης αναφοράάμα σαν ισκυλί πισμάνεψασκίστο, σκίστοπάρε άλλο χαρτί να γράψης αναφοράάμα εγώ να λέω κι' εσύ να γράφης — τ' άκουσες μπόκογλου ;

Αλλ' αν αυτό ήτο για μένα θρίαμβος, πολύ φοβούμαι σήμερα ότι το Βαγγελιό θα αισθάνθηκε κρυφή λύπη, γιατί δε βρέθηκε κάνεις νέος να πάρη την ανθοδέσμη της, αλλά την αφήκαν σένα παιδί δέκα τεσσάρω χρονώ. Στη δεύτερη Ανάσταση ήρθ' έξω στην εκκλησία το Βαγγελιό κέκαμε το Χριστός Ανέστη με τη μητέρα και την αδερφή μου. Ήρθε και σε μένα, αλλά τα χείλη της πέρασαν από το μέτωπό μου, χωρίς να γκίξουν.

Οι χωριανοί κ' οι χωριατοπούλες έτρεχαν λαμπροφορεμένοι στο χαρμόσυνο το κράξιμο, κι όλο το χωριδάκι εφώταε από τα πασκαλιάτικα τα φωτερά. Εξημέρωνε, — βοήθεια μας! — Μεγάλη Λαμπρή και το αγνό το χωριδάκι εσήκωνε Μεγάλη Ανάσταση.