United States or Slovenia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μια μάννα, πικρόμαννα έστησε μυρολόγι: «Ανάθεμα σε ξενιτειά και τρισανάθεμά σε, Που μου κρατάς τον άντρα μου ακέρια δέκα χρόνια. Κι' εφέτος μ' αποπλάνεψες μου παίρνεις και το γυιό μου!.. »

Αυτός πάλι μ' όλη την επιθυμία, πούχε να πάρη τα φλωριά του και να γυρίση το γληρορώτερο στον τόπο του, και στο σπίτι του και να ιδή τη γυναίκα του, που δεν ήξερε τι γένονταν δέκα τέσσερα ακέρια χρόνια, θυμήθηκε πάλι την ίδια συμβουλή του πατρός του και προτίμησε τη συμβουλή από τα εκατό φλωριά.

Τι λέγαμε στην αρχή;... Α! λέγαμε ότι η κάκω η Μήτραινα έσφαξε την πλειο παχειά της κόττα, τη ζεμάτησε τη μάδησε και την έβαλε να βράση ακέρια, σιγύρισε το σπιτοκάλυβό της, έστρωσε στην κορφή της παραστιάς την πρόκοβα της τη νυφιάτικη, έδεσε στην κρικέλλα τη σκύλλα της και περίμενε να ξημερώση του ΆηΓιαννιού, για νάρθη ο ξενιτεμένος της....

Σε κάθε του στοιχείου ανακλάδισμα εμαζευόμουν ελάχιστος, στρείδι εκολλούσα στα πλευρά του μάρμαρου. Δεν είχα μόνον σύντροφο τη δύναμι αλλά και τη γνώσι ακέρια. Πόδια, χέρια, μάτια όλα εδούλευαν σύγκαιρα.

Στον αρμεγώνα ο πιστικός να φέρνη το κοπάδι, Να στρέφουν από τες βοσκές στην κούρνια τα πουλάκια, Να κλειούν τα φύλλα του βουνού τον κάμπου τα λουλούδια Και να ησυχάζουν πέλαγα, στεριές, ακέρια η Πλάση Κάτου στον ίσκιο που ο Θεός απλώνει απανουθέ της. Άγιο των μαγισσών αστρί και της αγάπης άστρι, Οπού βαθύ χαιρετισμό σα προσευκήν ο κόσμος Το πλιο ακριβό και μυστικό τραγούδι του σου πέμπει.

Αν πάρης τα φλωριά δε θα πάρης τη συμβουλή, κι' αν πάρης τη συμβουλή δε θα πάρης τα φλωριά. Διάλεξε ένα από τα δύο. Αυτός μ' όλη την επιθυμία, πούχε, να πάρη τα φλωριά του και να γυρίση το γληγορώτερο στον τόπο του και στο σπίτι του, και να ιδή τη γυναίκα του, που δεν ήξερε τι γένονταν εφτά χρόνια ακέρια, θυμήθηκε την τρίτη συμβουλή του πατρός του, και προτίμησε τη συμβουλή από τα εκατό φλωριά.

Αυτός παλιμάτα, μ' όλη την επιθυμία πούχε, να πάρη τα φλωριά του και να γυρίση το γληγορώτερο στον τόπο του και στο σπίτι του και να ιδή τη γυναίκα του, που δεν ήξερε τι γένονταν είκοσι ακέρια χρόνια, θυμήθηκε ματαπάλι την συμβουλή του πατρός του και προτίμησε παλιμάτα τη συμβουλή από τα εκατό φλωριά, και κάνοντας την απόφαση, ανοίγει το χαρτί και διαβάζει: «&Τη δουλειά που θέλεις να κάνης θυμωμένος, άφησε τη γι' αύριο&».

Πότε θαρθή μιαν άνοιξι, θαρθή ένα καλοκαίρι, Να βγούμε κλέφταις, βρε παιδιά, κλέφταις 'ςτά κορφοβούνια. Η ΠΕΝΤΑΜΟΡΦΗ κ. Ι. Μ. Δαμβέργη. Ήταν δυο αδέρφια γκαρδιακά και πολυαγαπημένα, Ο πρώτος κόρη αγάπησε ξανθή και μαυρομμάτα, Κ' ήρθε καιρός κι' εσμίξανε κ' εβάλανε στεφάνια. Μήνες και χρόνια πέρασαν, ακέρια χρόνια πέντε, Κι' ο παντρεμένος θέλησε 'ςτά ξένα να μισέψη.

ΔΩΔΕΚΑ ακέρια χρόνια είταν στην ξενιτειά ο αδερφός του Γιάννη, ο Φώτος! Εννιά χρόνια έστελνε ταχτικά γράμματα και χρήματα, αλλά τα επίλοιπα τρία χρόνια ούτε χρήματα, ούτε γράμματα έστελνε, κι' ο Γιάννης δε σκέφτονταν, γιατί δε λάβαινε χρήματα, αλλά το γιατί δεν λάβαινε γράμματα. Ήθελε να μάθη, ότι ο αδερφός του ζούσε κι' είταν στον Απάνω-Κόσμο, κι' ας έλειπαν τα χρήματα.

Πολύ ωραία το είπε ο νέος ο ποιητής, που θακουστή κατόπι τόνομά του . Το είπε ο Βλαστός τόσο καλά. που του ζήτησα την άδεια ναντιγράψω αφτά του τα λόγια. Ναι! την απόλυτη ομορφιά γυρέβει κι ο αττικισμός που λάθος στην καθαρέβουσα δε θέλει. Την απόλυτη ομορφιά γυρέβουμε και μεις που θέλουμε τη γλώσσα μας ακέρια.