United States or Nicaragua ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μίαν νύκτα ο Καλήδ επήγε κρυφά και έκοψε το κεφάλι του βρέφους, και έφερε το μαχαίρι αιματωμένον, και το έκρυψεν υποκάτω εις το στρώμα της Ρεσπίνας, τον καιρόν που αυτή έλειπε και έξω από αυτό έχυσε και σταλαγματιές αίματος από την σαρμανίτσαν του βρέφους έως εις το κρεββάτι αυτής της ανεύθυνης, διά να πέση εις αυτήν το βάρος πως το έσφαξε.

Ο Αστυάγης όμως, άμα έφθασεν ο υιός του Αρπάγου, τον έσφαξε, τον κατέκοψεν εις τεμάχια, έψησε τα μεν, έβρασε τα άλλα και περιέμενεν έχων τα πάντα έτοιμα.

Της λύπης φόρος έπρεπε να ήν' οι σταλαγμοί σας, και κατά λάθος προσφοράν εις την χαράν τους χύνω· διότι ζη ο άνδρας μου, που ήθελ' ο Τυβάλτης να τον σκοτώση· και νεκρός είν' ο εξάδελφος μου που τον Ρωμαίον ήθελε να μου τον θανατώση. Παρηγοριά είν' αυτό· λοιπόν εγώ τι κλαίω; Ω! μία λέξις μ' έσφαξε, χειρότερη ακόμη κι απ' του Τυβάλτη την σφαγήν.

Κανέναν δεν έσφαξε, μήτε από τούρκικο λάθος. Να δης που είναι και της επιστήμης παιδί ο Χαφίσης. Σε πιάνει δοντόπονος. Τρέχεις στου Χαφίση και του το λες. Σε καθίζει σ' αυτό εκεί το σκαμνί, φέρνει τη μια και μοναχή του δοντάγρα, του δείχνεις το μέρος που σου πονεί, κι αρχινάει η δουλειά· δηλαδή την πιάνει από την αρχή τη δουλειά.

Μον με τα μάτια στους οχτρούς απάνου, πίσω πάντα 605 τραβιέστε, και με τους θεούς πολέμους μη ζητάτεΕίπε, κι' εφτύς πολύ κοντά τούς ζύγωσαν οι Τρώες. Έσφαξε τότε ο Έχτορας καλούς διο ακοντιστάδες, διο σ' ένα αμάξι· Αχίγιαλο τους λέγαν και Μενέστη.

Και παίρνει κι' ακουμπάει σταμνιά με μέλι και με λάδι 170 στο νεκροκράβατο. Έπειτα βαρβάτα τέσσερα άτια ρήχνει στενάζοντας βαριά μες στο σωρό των ξύλων. Εννιά 'χε ο βασιλιάς λαμπρούς του τραπεζιού του σκύλους· διο κι' από δάφτους έσφαξε.

Τότε έσφαξε τους αρχηγούς Απείρονα κι' Αστύνο· τον ένα στο βυζί τρυπάει, τον άλλο με τη σπάθα 145 μια του καθίζει στον αρμό, εκεί κοντά στον ώμο, π' απ' το λαιμό τού χώρισε τον ώμο κι' απ' την πλάτη. Κι' άφισε αυτούς και κυνηγάει τον Άβα, τον Πολύδο, τ' Ανοιχτομάτη τα παιδιά, του γερο-ονειροκρίτη.

Εγώ δε και διά τα άλλα τον κατέκρινα, διότι παρ' ολίγον ν' αναμίξη εις τον λόγον του ζωμούς και πινάκια και εδάκρυεν εις την ανάμνησιν των τηγανιτών• αλλ' εκείνο διά το οποίον προ πάντων τον εθεώρησα ασυγχώρητον είνε ότι πριν ή αυτοκτονήση δεν έσφαξε και τον συγγραφέα.

Τι λέγαμε στην αρχή;... Α! λέγαμε ότι η κάκω η Μήτραινα έσφαξε την πλειο παχειά της κόττα, τη ζεμάτησε τη μάδησε και την έβαλε να βράση ακέρια, σιγύρισε το σπιτοκάλυβό της, έστρωσε στην κορφή της παραστιάς την πρόκοβα της τη νυφιάτικη, έδεσε στην κρικέλλα τη σκύλλα της και περίμενε να ξημερώση του ΆηΓιαννιού, για νάρθη ο ξενιτεμένος της....

Ο δε Αλκίδας ουδέ ταύτα παρεδέχθη, αλλ' επέμενεν ότι, επειδή δεν ηδυνήθη να βοηθήση εγκαίρως την Μυτιλήνην, έπρεπε τάχιστα να επιστρέψη εις την Πελοπόννησον. Αναχωρήσας ο εκ του Εμβάτου παρέπλεε τας ακτάς· και αποβιβασθείς εις την Μυόννησον των Τηίων έσφαξε τους πλείστους εκ των αιχμαλώτων, τους οποίους είχε συλλάβει κατά τον πλουν.