United States or Ireland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκεί ήτο και η μητέρα του, νήθουσα υπό την ιτέαν, εις την σκιάν της οποίας ανεπαύοντο οι αλωνίζοντες. Η απροσδόκητος άφιξις του Μανώλη, αλλά προ πάντων η ταραχή η οποία εφαίνετο εις το πρόσωπόν του, ανησύχησαν τους γονείς του. Η Ρηγινιώ διέκοψε την εργασίαν της, ο δε Σαϊτονικολής, αφήσας και αυτός το «θρινάκι», επλησίασε. — Είντά 'νε, Μανώλη; Είντα γυρεύγεις επαδά κάτω;

Από τας πρώτας φροντίδας του Μανώλη ήτο να κάμη γνωστήν εις την θυγατέρα της χήρας την μεταβολήν της καταστάσεώς του, αφού χάριν αυτής είχε γίνει καφετζής. Ζωσμένος λοιπόν ως ποδιάν μαντήλι χρωματιστόν, επέρασε προ της οικίας της Ζερβούδαινας, όταν δε είδε την Μαργήν, της εφώναξεν: — Αι! ... είντά 'χεις εδά να πης, Μαρούλι; Δεν είνε μόν' ο Σμυρνιός καφετζής· είνε κιάλλος.

Διότι θα τον εύρωμεν νικημένον και προ πολλού και τόρα τελευταίως, ως προς την εξέλεγξιν του μη όντος. Ώστε, καθώς είπα, ας μη ζητούμεν εις το άτομόν μου τον ορθόν ορισμόν διά το μη ον, αλλά τόρα πλέον ας τον ζητήσωμεν εις το άτομόν σου. Θεαίτητος. Πώς εννοείς; Ξένος.

Το πλήθος έπαυσε να ωρύεται διά να παρατηρή μετά περισσοτέρας προσοχής· μεταξύ των ωρυγών και των ψυχορραγημάτων ηγείροντο ακόμη θρηνώδεις φωναί ανδρών και γυναικών: «Προ Κρίστο! Προ ΚρίστοΤο αίμα έρρεεν ως χείμαρρος από τα διαμελιζόμενα σώματα. Οι κύνες εξέσχιζον μεταξύ των αιμοσταγή μέλη.

Ήδη πληροφορηθείσα ότι ούτος ήτο προ των τειχών της πόλεως, έστελλε τον τελευταίον υιόν της να συγκρουσθή μετ' εκείνου.

Και ο Δημήτρης ειργάζετο μετά ζήλου. Ο δροσερός αήρ της εξοχής, η ευθυμία των συντρόφων του και προ πάντων η εργασία, η κίνησις εκείνη, η σπασμωδική και αδιάκοπος των νεύρων και των μυών, η οποία έκαμνε να κυκλοφορή το αίμα κανονικώτερον κ' ευκολώτερον εις τας φλέβας, ετόνωσαν το σώμα του κ' έδωσαν ευχάριστον τροπήν εις τας ιδέας του.

Αλλά και ολίγον προ του θανάτου του, προ εννέα περίπου ημερών, επειδή, νομίζω, έφαγε περισσότερον του δέοντος, κατελήφθη την νύκτα υπό εμέτων και σφοδροτάτου πυρετού.

Ανάγκη ήτο να βαδίσωσιν όπως φθάσωσιν οι ναυαγοί εις τον επί της ξηράς εκείνον ασθενή φάρον. Βαθύ ήτο το σκότος. Κατενώπιόν των εξηπλούτο μεγάλη ομαλή πεδιάς, ήτις εφαίνετο μαύρη, μονότονος, άδενδρος εις το σκότος. Θα την ενόμιζέ τις ως αμμώδη έκτασιν δεκαπλασίαν της άμμου εκείνης ην είχον εγκαταλίπει προ ημισείας ώρας, παρά τον αιγιαλόν, αν δεν ήτον αμαυρά, αλαμπής και άστιλπνος.

Τα «μερεμέτια» αυτά είνε συνηθέστατα εις τα χωρία τώρα τον χειμώνα, ότε οι υετοί και οι άνεμοι, και το παχύ της χιόνος στρώμα προ πάντων, μετατοπίζουσι συνεχώς τας κεράμους, μεταβάλλοντες τας πτωχάς στέγας εις κόσκινα.

Μου φαίνεται δε, συμπολίται, ότι θα σκεφθήτε άριστα περί του προκειμένου εάν συλλογισθήτε ότι πρόκειται περί πολλών και μεγάλων πρώτον περί του θεού και του ναού, των θυσιών και των αναθημάτων, των αρχαίων εθίμων και θεσμών και περί της δόξης του μαντείου, έπειτα δε υπέρ όλης της πόλεως, των κοινών συμφερόντων και των συμφερόντων εκάστου εξ ημών των κατοίκων, προ πάντων δε περί της καλής ή κακής φήμης ημών εις όλον τον κόσμον.