United States or Croatia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκεί κατήργησαν τους τετρακοσίους και εψήφισαν να ανατεθούν τα πράγματα εις τους πεντακισχιλίους, των οποίων θα απετέλει μέρος πας ο οποίος ήθελε προσφέρει όπλα, και να μη δίδεται μηδείς μισθός εις καμμίαν αρχήν επί ποινή αναθέματος. Έγιναν δε μετά ταύτα και άλλαι συνεδριάσεις, εις τας οποίας εψήφισαν νομοθέτας και εκανόνισαν όλα τα σχετικά με την πολιτείαν.

Εάν δε η ποινή μένη εξ ίσου διαφιλονικουμένη, τότε ας υπερισχύουν οι ορίζοντες αυτήν από το μέρος του ανδρός. Εάν δε δεν ημπορούν οι ίδιοι, ας την αναθέσουν επί τέλους εις τους νομοφύλακας. Διά δε τας παρομοίας πληγάς των τέκνων προς τους γονείς δικασταί να ορίζωνται υποχρεωτικώς όσοι επέρασαν τα εξήντα έτη της ηλικίας των, και έχουν παιδιά όχι υιοθετημένα αλλά γνήσια.

Μεταξύ των άλλων απωλειών του ατυχούς πρέπει να καταλογισθώσι μία αμνάς, έν δίκρανον, μία δαμασκηνή σπάθη, τέσσαρα υποκάμισα, είς όνος, έν ζεύγος περικνημίδων και είς αγρός, ο μόνος κληροδοτηθείς αυτώ υπό του πατρός του, επί ποινή αφορισμού, αν δεν έμελλε να φανή άξιος όπως διατηρήση αυτόν. Άλλως δε κατά τον καιρόν εκείνον ουδείς ήτο κτήτωρ του ιδίου αυτού αγρού, ουδέ κάτοχος των πεδίλων του.

Ούτω δε ο Πλήθων ηναγκάζετο να παραδεχθή, ότι πάσα εποχή, ως φαίνεται, έχει ιδιαίτερον τόνον και κοινούς τόπους επιβαλλομένους εις πάντας εν γένει τους συγγραφείς, επί ποινή αποτεφρώσεως και σκορπισμού εις τον αέρα, αν τις τολμήση να παραβή τους επιβαλλομένους κανόνας.

Λόγου χάριν διά τους μεθυσμένους είναι διπλή η ποινή, διότι η αρχή υπάρχει μέσα των. Δηλαδή ήτο ελεύθερος να μη μεθύση και η μέθη τον έκαμε να αγνοή. Και όσοι δεν γνωρίζουν κάτι τι από όσα διαλαμβάνουν οι νόμοι, ενώ δεν είναι δύσκολα και οφείλουν να τa γνωρίζουν, και αυτούς τους τιμωρούν.

Εάν κανείς δέχεται ως κλεπταποδόχος οποιονδήποτε κλοπιμαίον, ας υποστή την ιδίαν δίκην με τον κλέπτην. Διά δε τον αποκρύπτονται ένα εξόριστον η τιμωρία ας είναι θάνατος. Τους ιδίους φίλους ή και εχθρούς ας έχη έκαστος με όλην την πόλιν. Εάν δε κανείς ιδιαιτέρως συνάπτη με κάποιους ειρήνην ή πόλεμον χωρίς την συγκατάθεσιν του κοινού, ας είναι θάνατος η ποινή αυτού.

Το ποσόν ήτο βεβαίως μεγάλον, αλλά πολύ μεγαλειτέρα αυτού η ανακούφισις την οποίαν ησθάνθην εκ της αποδείξεως, ότι άδικον είχα να νομίζωμαι συνάδελφος του Χαλδούπη. Η χαρά μου ήτο ως καταδίκου, του οποίου θα μετεβάλλετο ανελπίστως εις απλούν πρόστιμον η θανατική ποινή.

ΡΕΓ. Σ ’ τον δούλον του το κάμνω. ΓΛΟΣΤ. Αυθέντα μου, παρακαλώ αυτό να μη το κάμης. Είναι το πταίσμα του βαρύ, αλλά ο κύριός του, ο αγαθός ο βασιλεύς, θα του το τιμωρήση. Είναι το πράγμα που ζητείς ποινή εντροπιασμένη, και τιμωρούνται με αυτήν αισχροί και τιποτένιοι, μόνον οι κλέπται και λησταί ή ποταποί κακούργοι.

Πού τώρα να πετάξω και να φύγω, σε ποιά μεριά βαθειά και σκοτεινή, το πετροβόλημα για να γλυτώσω μαζύ με του θανάτου την ποινή; Πού θάβρω τώρα ενός πλοίου πρύμη ή γρήγορο τετράλογο αμάξι; Αλλοίμονο! δεν θα σωθώ, αν ίσως δεν θέλει ο θεός να με φυλάξη. —Τι σε προσμένει για να πάθης τώρα και συ, δυστυχισμένη μου κυρά! Μα είναι δίκηο να τιμωρηθούμε που ηθέλαμε την ξένη συφορά!

Δεν ηξέρω τάχα, φίλε, όταν στον Άδη κάτω θ’ αραξοβολούσα, με ποια μάτια θενά ’βλεπα μάνα ή πατέρα, που και στους δυο τα πιο δεινά κακά έχω κάμει, που δεν είν’ άξια τους ποινή ουδ’ η κρεμάλα. Όμως την όψι των παιδιών μου θα εποθούσα να ’βλεπα, κι ας γεννήθηκαν κριματισμένα.