United States or Ukraine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τωόντι, μετά την αποχώρησιν του στρατού, οι Αθηναίοι ουδόλως εχαλάρωσαν τας ερεύνας των, διά να ανακαλύψουν τους διακωμωδήσαντας τα μυστήρια και ακρωτηριάσαντας τους Ερμάς, αλλά χωρίς να εξετάζουν το ποιόν των μηνυτών και υποπτευόμενοι τους πάντας εδέχοντο αδιακρίτως κάθε μαρτυρίαν και δίδοντες πίστιν εις ανθρώπους πονηρούς συνελάμβανον και εφυλάκιζον χρηστοτάτους ανθρώπους.

Διά το πυρ δεν γνωρίζω· και φαίνεται ή ότι η μούσα του Ευθύφρονος με εγκατέλειψε, ή ότι τούτο είναι δυσκολώτατον. Πρόσεξε λοιπόν ποίον μηχάνημα παρουσιάζω δι' όλα αυτά, όσα δεν γνωρίζω. Ερμογένης. Ποίον δηλαδή; Σωκράτης. Εγώ θα σου το ειπώ. Και λοιπόν απάντησέ μου, ημπορείς να ειπής πώς εδόθη το όνομα εις το &πυρ&; Ερμογένης. Όχι. Μα τον Δία. Σωκράτης.

Αλλά προσέτι και τους θεούς θα εφοβείσο, να ριψοκινδυνεύσης με τόσην τόλμην μήπως ήθελες διαπράξη καμμίαν ασέβειαν δι' αυτής της πράξεως και τους ανθρώπους θα εντρέπεσο. Τώρα όμως, πολύ καλά το ηξεύρω, πιστεύεις ότι με σαφήνειαν γνωρίζεις ποίον πράγμα είνε ευσεβές και ποίον όχι. Ειπέ μου λοιπόν, ω αγαθώτατε Ευθύφρον, και μη μου αποκρύψης τι πράγμα θεωρείς ότι είνε αυτό το ευσεβές. Ευθύφρων.

Ο φύλαξ έμεινεν έκπληκτος, όταν ο κόμης του απήντησε: «πήγαινε να τον ερώτησης αν είναι Χίος, και αν είναι από την Χίον, είπε εκ μέρους μου εις τον υγειονόμον να του δώση έν καλόν δωμάτιον, και μετ' ολίγον θα έλθω να τον ιδώ», — Ενώ λοιπόν ο Αντώνιος εσκέπτετο το τί ποιητέον, καθότι ενόμισεν ότι ο Μεχμέτ Αλή Πασσάς επρόφθασε να ειδοποιήση την δραπέτευσίν του, και ότι θα τον συλλάβουν διά να τον παραδώσουν ή αποπέμψωσιν εις την Αλεξάνδρειαν, η έκπληξίς του εκορυφώθη, όταν επιστρέψας ο φύλαξ ερωτά από ποίον τόπον είσαι; άμα ήκουσεν από την Χίον, του λέγει πολύ καλά, αποκαλύπτει την κεφαλήν και του λέγει, ότι: έχω εντολήν από τον Αυθέντην Σινιόρ κόντε να ειπώ του υγειονόμου να σας παραχωρήση έν καλόν δωμάτιον, και μετ΄ολίγον θα έλθη και ο ίδιος να σας ιδή.

Τότε ο Παυσανίας έλαβε τον λόγον και είπε τα εξής·Καλόν είνε να σκεφθώμεν πρώτα κατά ποίον τρόπον ολιγώτερον βλαπτικόν θα πίωμεν. Εγώ τουλάχιστον ομολογώ ότι δεν είμαι διόλου καλά έπειτα από τον χθεσινόν πότον και έχω ανάγκην κάποιας αναψυχής, νομίζω δε ότι την αυτήν ανάγκην αισθάνεσθε και οι περισσότεροι από σας, διότι και χθες μαζή ήμεθα.

Μη θέλων να χάση καιρόν, τους εσυμβουλεύθη εις ποίον μέρος είναι ωφελιμώτερον να συγκροτήση στρατόπεδον. Επειδή δέ τις επρόβαλε τον Πειραιά, ο Καραϊσκάκης ων άπειρος των τόπων, έκρινεν εύλογον να υπάγωσιν όλοι ομού διά να παρατηρήσωσι την θέσιν ταύτην και ούτω να επιχειρήσωσι την συγκρότησιν του στρατοπέδου.

Αλλ' εάν, ως είναι πιθανόν, κατορθώσωμεν, όπως επιθυμούμεν, να τους τιμωρήσωμεν και να ασφαλίσωμεν την ελευθερίαν, την οποίαν είχε μέχρι σήμερον η Σικελία, ποίον ένδοξον κατόρθωμα ! Ουδέν σπανιώτερον εις αυτάς τας μάχας παρά αι ευκαιρίαι εκείναι αι καθιστώσαι την μεν ήτταν ελαχίστην βλάβην, από δε την νίκην παρέχουν μέγα κέρδος».

Παρεσκευάζοντο λοιπόν οι Αργείοι να εισβάλουν εις την Επίδαυρον διά να απαιτήσουν την παράδοσιν του θύματος. Κατά την αυτήν εποχήν οι Λακεδαιμόνιοι, υπό την αρχηγίαν του βασιλέως αυτών Άγιδος του Αρχιδάμου, επροχώρησαν μέχρι των Λεύκτρων, τελευταίας πόλεως της χώρας των προς το Λύκαιον όρος· ουδείς εγίνωσκε διά ποίον μέρος εξεστράτευαν, ουδέ αύται αι πόλεις αίτινες παρέσχον τους στρατιώτας.

Πολύ ορθά με συμβουλεύεις, και θα με ιδής να είμαι και εγώ άλλος όμοιός σου. Πολύ καλά το είπες. Λοιπόν ποία, φρονείς, ημπορεί να υπάρξη ασφάλεια, και με ποίον τρόπον διά την πολιτείαν και τους νόμους μας;

Και αυτή: — Τι είνε αυτά που λέγεις; είπε· ή νομίζεις ότι ό,τι δεν είνε ωραίον, κατ' ανάγκην είνε άσχημον; — Βεβαιότατα. — Ώστε και το μη σοφόν κατ' ανάγκην είνε αμαθές; Ή δεν έχεις παρατηρήσει ότι υπάρχη και μέσον τι μεταξύ σοφίας και αμαθείας; — Ποίον είνε τούτο;