Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025
Δεν εγίνωσκε την αξίαν των, αλλά παρετήρει περιέργως αυτά. Είτα ανεκάλυψε την κυρίαν είσοδον του σπηλαίου και εξήλθεν εις το φως, χωρίς πλέον να λάβη ανάγκην της διά του σχοινιού αναρριχήσεως. Ταύτα συνέβησαν περί τα μέσα της παρελθούσης εκατονταετηρίδος. Τα τρία αγάλματα ήσαν εκ των περικαλλεστάτων, όσα παρήγαγέ ποτε η αρχαία τέχνη.
Παρών δε ο Ιωάννης παρετήρει μειδιών και χαίρων τα έργα του, καθώς μειδιά και χαίρει φιλόστοργος πατήρ, οσάκις τρυφερώς ατενίζη τους οφθαλμούς επί των καλώς ανατεθραμμένων τέκνων του. Ο Γεροστάθης, βλέπων ημάς θαυμάζοντας τας ωραιότητας του κήπου, μας ηρώτησεν αν ευρίσκωμεν ομοιότητά τινα μεταξύ του κήπου του και του μεγάλου Αλεξάνδρου.
Εκεί από κάτω εξετείνετο η βελουδίνη των λειμώνων χλόη, κατεσπαρμένη με τα καστανόχροα ξύλινα σπίτια, η Λουτσίνη εβομβούσε και επάφλαζε. Παρετήρει ο Ρούντυ τον Παγώνα με τα κρυστάλλινα πράσινα χείλη και το λερωμένο χιόνι, έβλεπε μέσα την βαθείαν ρωγμήν, έβλεπε και τον Άνω Παγώνα και τον Κάτω.
Δίδων δε τας επιστολάς ο Βαγαίος παρετήρει τους δορυφόρους θέλων να εννοήση εάν θα εδέχοντο να αποστατήσωσι κατά του Οροίτου.
Τον συνώδευον εν τοσούτω πολλοί και η φιλοδοξία του ικανοποιείτο, ενώ παρετήρει το πλήθος των θαυμαστών του, χωρίς να σκέπτεται ο άθλιος ότι και εκείνοι οίτινες οδηγούνται εις τον σταυρόν ή σύρονται υπό του δημίου ακολουθούνται υπό πολύ περισσοτέρων.
Η Ποππέα κλίνουσα την χρυσήν κεφαλήν της έφερεν εις τα χείλη της την χείρα του Νέρωνος, και την εκράτησεν ούτως επί μακρόν χωρίς να είπη λέξιν. Αλλ' ο Νέρων παρετήρει προσεκτικώς προς το μέρος του Πετρωνίου, εις τον έπαινον του οποίου μόνον έδιδε σημασίαν.
Ο μικρός ούτος εφοίτα εις το σχολείον και ο Σαϊτονικολής είχε μεγάλην ιδέαν περί της επιδόσεώς του εις τα γράμματα, αλλά με τον τρόπον με τον οποίον το παιδίον παρετήρει την ποιμενικήν ενδυμασίαν του αδελφού του και εκ των ερωτήσεων τας οποίας του απηύθυνεν εφαίνετο ότι ευχαρίστως θ' αντήλλασσεν όλην την σοφίαν με τον ελεύθερον βίον του Μανώλη.
Τότε οι βάρβαροι εστάθησαν εις μίαν στενωπόν, αόρατοι υπό τα πεύκα, εξ ων ήτο κατάφυτον το βουνόν, και ο αρχηγός τους διέταξε να μοιρασθώσιν εις τρεις ομάδας και να βαδίσωσιν εκάστη χωριστά, εις πεντακοσίων βημάτων απόστασιν η μία από της άλλης, διά να μη φανώσιν ύποπτοι εις πάντα αγροδίαιτον, όστις τυχόν ορθρίζων από της αυγής εις το βουνόν, θα τους παρετήρει μακρόθεν.
Και αυτή η θάλασσα κοιμάται πολλάκις και απλώνεται με τοιαύτην νωχέλειαν οκνηρίας, με τοιαύτην νέκραν τέλματος, ώστε δυσκόλως από την πλατείαν γεννάται αισθητή η παρουσία της. Και πολύ δικαίως κάποιος είπε μίαν εσπέραν, ενώ παρετήρει τα ακίνητα εκείνα νερά, από τα οποία ανεδίδοντο, ενόμιζες, ζεστοί ατμοί: — Θάλασσα είνε αυτή ή μπουγάδα;
— Κείντά νε, μα, ο Ισδραέλης; ηρώτησεν ο Μανώλης, ο οποίος ήρχιζε να τον φαντάζεται κάπως όμοιον με τον Θωμάν. — Ο άγγελος των Τουρκώ, απού παίρνει τσι ψυχές. Για 'δέτε, για 'δέτε πως φεύγει ο ιμάμης τρεχαπετάμενος. Κιουδέ γυρίζει να 'δη οπίσω απού το φόβο του. Ο Μανώλης παρετήρει προς τον τάφον, περιμένων να ίδη τον φοβερόν Ισδραέλην κατερχόμενον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν