Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 11 Μαΐου 2025
Καθ' όλον το μήκος των οχθών της Γεννησαρέτ, Ιουδαίοι και εθνικοί ήσαν αλλοκότως αναμεμιγμένοι, και ο άγριος Άραψ της ερήμου διηγκωνίζετο με τον υπερόπτην Ρωμαίον και με τον πανούργον Έλληνα. Παρήλθον αι ημέραι της ησύχου μονώσεως εις Ναζαρέτ, και βίος εργασίας, περιπλανήσεως, κηρύγματος, ιάσεων και αγαθοεργίας έμελλε τώρα ν' αρχίση.
Τριάκοντα έτη μόλις παρήλθον, και ο τυφών της Ρωμαϊκής εισβολής ενέσκηψεν επί την τερπνήν εκείνην χώραν. Και όστις θέλη, ας αναγνώση εις τον Ιώσηπον τας φρικωδεστάτας λεπτομερείας των ανηκούστων εκείνων συμφορών, αίτινες επανειλημμένως απέσπασαν από του Εβραίου ιστορικού την ομολογίαν, ότι, αναντιρρήτως, ο Θεός ήτο όστις έφερε τους Ρωμαίους διά να τιμωρήσωσι τους Γαλιλαίους.
Ολίγαι παρήλθον στιγμαί, και βλέπει την Πολύμνιαν να πηδήση και να επιβή εις την μικράν φελούκαν, είδος σκάφης, μ' επίπεδον το κύτος, χωρίς καρίναν, ήτις ήτο δεμένη εις το χείλος της λίμνης, ου μακράν της καλύβης, και ης επιβαίνων ο Λούκας εθήρευεν ανά την λίμνην τας εγχέλεις και τα κεφαλόπουλα.
Ούτω λοιπόν η παιδική του ηλικία και η νεότης του και τα πρώτα έτη της ωριμότητος αυτού παρήλθον εν ταπεινή ευπειθεία εις τα κελεύσματα του Θεού και εν ιερά σιγή, και ο Ιησούς ήτο τώρα τριάκοντα ετών.
Ταύτα ειπών εφάνη ο Ζακού καταληφθείς υπό τινος δισταγμού και αδιαθεσίας να τελειώση την διήγησιν, την οποίαν αυθορμήτως είχεν αρχίση, και ικαναί παρήλθον στιγμαί, μέχρις ου αποφασίση να προσθέση εν βία και με φωνήν πολύ ταπεινοτέραν «Εντρέπομαι, κύριοι, να σας ομολογήσω ότι ήμην βλαξ και είχα όλα τα άδικα.
Πώς; πότε; Με την επιπόλαιον παιδικήν περιέργειαν, δεν εξήτασα αρκετά και δεν ηδυνήθην να το μάθω. Φαίνεται όμως ότι η παράδοσις έμεινεν αμυδρά και τα καθέκαστα απωλέσθησαν. Και ου μόνον τούτο, αλλά και το όνομα του μάρτυρος παρεδόθη εις λήθην. Κατά το κοινόν δε λόγιον «φτωχός άγιος δοξολογία δεν έχει». Παρήλθον πολλά έτη έκτοτε.
Εις τω σημείον τούτο της διηγήσεως οι ιερείς μοι παρετήρησαν ότι από του πρώτου βασιλέως μέχρι του Σεθώνος, του τελευταίου πάντων, παρήλθον τριακόσιαι τεσσαράκοντα μία γενεαί ανθρώπων και ισάριθμοι βασιλείς και αρχιερείς.
Παρήλθον μερικαί ημέραι χωρίς να γένη καμμία σημαντική συμπλοκή, εκτός ακροβολισμών, εις τους οποίους είχον πάντοτε την υπεροχήν οι Έλληνες· οι Τούρκοι δε εφαίνοντο εις αθυμίαν, συλλογιζόμενοι ίσως τους κινδύνους και τα δεινά της φυγής, αν ήθελον βιασθή να λύσωσι την πολιορκίαν και ν' αναχωρήσωσιν.
Αλλά παρήλθον καιροί και χρόνοι έκτοτε και ούτε ο είς ούτε ο άλλος ηκούσθησαν πλέον.
Μίαν ημέραν θλιβερά του είπεν — Δεν θα μπορώ πλέον νάρχωμαι, ούτε στο κελλί σου, πατέρα. . . Είνε κάτι κακές γυναίκες, εκεί στο μαχαλά, στο δρόμο που περνώ, και της άκουσα που λέγανε καθώς περνούσα: «Να, το κορίτσι της Φραγκούλαινας, που την έχει απαρατήσει ο άνδρας της . . .» Δεν το βαστώ πλέον, πατέρα. Τω όντι, παρήλθον τρεις ημέραι, και η Κούμπω δεν εφάνη εις το κελλί του πατρός της.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν