United States or Armenia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι είναι ανίδεος από τας πράξεις της ζωής, και όμως οι πολιτικοί λόγοι πηγάζουν από αυτάς και ομιλούν δι' αυτάς. Εκτός δε τούτου, επειδή ακολουθεί τα πάθη του, εις μάτην και ανωφελώς θα ακροασθή, διότι ο σκοπός δεν είναι η γνώσις αλλά η πράξις. Και δεν έχει καμμίαν διαφοράν αν είναι νέος κατά την ηλικίαν ή κατά τον χαρακτήρα νεαρός.

Μεθ' ό εισήλθεν εις την έπαυλιν και εκείνοι τον ηκολούθησαν με την καρδίαν χαίρουσαν εκ της επιτυχίας. Εις το Άτριον, ο νεαρός Νέρβας και ο Τούλιος Σενεκίων έτερπον την Αυγούσταν με τας φλυαρίας των. Ο Τέρπνος και ο Διόδωρος εχόρδιζον τας κιθάρας. Ο Καίσαρ, μόλις εισήλθεν, εκάθισεν επί έδρας κογχυλοκολλήτου και αφού εψιθύρισε λέξεις τινάς εις το ους νεαρού τινος ακολούθου Έλληνος, επερίμενεν.

Ο Βινίκιος ήτο υιός της πρεσβυτέρας αδελφής του, νυμφευθείσης άλλοτε κάποιον Μάρκον Βινίκιον, πρόσωπον της υπατείας επί της εποχής του Τυβερίου. Ο νεαρός ανήρ υπηρέτει τώρα υπό τας διαταγάς του Κορβούλωνος, εκστρατεύσαντος εναντίον των Πάρθων, και, λήξαντος του πολέμου, επανήρχετο εις την Ρώμην.

Εστρέφετο δε ν' απέλθη, ότε εσταμάτησεν αυτήν νεαρός ναύτης, κατερχόμενος εις την αγοράν, κατάκλειστος εις την γούναν του, τον ρωσσικόν κούκον του και τα βαρύτατα ως σιδηροπέδας υποδήματά του. — Τ' είνε θεια Σπύραινα! εχαιρέτισεν ο ναύτης. — Τι νάνε, παιδί μου! «Επόνεσαν τα μάτια μου την θάλασσα να βλέπω τους γεμιτζήδες να ρωτώ και σένα ν' απαντέχω».

Ο νεαρός συνοδός του επανέλαβε τότε ως ηχώ: —

Από μια κόγχη, που σχημάτιζαν οι πέτρες και όπου είχε καταφύγει ο Έφις με τους συντρόφους του, έβλεπε να περνούν οι φιγούρες μέσα από την ομίχλη σαν να ήταν επάνω στα σύννεφα και η ιστορία του Κατακλυσμού, που ο νεαρός τυφλός εξιστορούσε, του φαινόταν πως ήταν η δική τους ιστορία. Να, μερικοί πατριάρχες είχαν σωθεί και κατέφευγαν στο Βουνό.

Ο Μίρτος μου έδειξε την διεύθυνσιν προς την συνάθροισιν του σώματος, και ανελήφθη. Άμα εξελθών του χωρίου είδα τον αρχηγόν. Εκάθητο εις το κατώφλιον της θύρας ενός ανεμομύλου, του μόνου εκεί, αργούντος κατ' εκείνην την ώρα — . Κατά γης πλησίον του εκάθητο νεαρός νησιώτης. Ο άνθρωπος εφαίνετο ότι ήλθε δρομαίος μακρόθεν.

Η προς τον νέον στοργήν αυτής ήτο αδελφική, παρομαρτούσης και της ευγνωμοσύνης επί τη χρηστοτέρα φιλοφροσύνη, ην επεδείκνυεν ο νεαρός Αθίγγανος προς αυτήν. Και αυτού δε του Μάχτου το προς την Αϊμάν αίσθημα δεν ωνομάσαμεν ρητώς έρωτα, αν και ως τοιούτο απ' αρχής το ενοήσαμεν. Λυπηρόν ότι η φαντασία τινών των αναγνωστών προέδραμε της ημετέρας.

Η τελευταία του αυτή απόπειρα επιτυγχάνει κάπως περισσότερον, και αι κυρίαι τουλάχιστον σιωπώσι προς στιγμήν. Αλλοίμονον, αν καθίση αίφνης μία εξ αυτών προ του κλειδοκυμβάλου, ή αν νεαρός τις ποιητής αρχίση παρακληθείς την απαγγελίαν του τελευταίου του αριστουργήματος!

Ο νεαρός εξάδελφος, τον οποίον είχον συμπαραλάβει μαζί των, ήτο από κεφαλής μέχρι ποδών λευκά ενδεδυμένος, είχε χρυσόξανθα μαλλιά και χρυσόξανθον γένειον, τόσον μεγάλον, ώστε ημπορούσε να το μοιράση εις τρεις τζέντελμαν· αυτός έδειξεν αμέσως, εις την Μπαμπέτταν μεγάλην περιποίησιν.