Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Μαΐου 2025
Αφήκε κατά γης την ψαλίδα, κ' εγερθείς εκάθησε παρά την τράπεζαν, κλίνας την κεφαλήν επί των δύο χειρών του.
— Πώς θα μοιρασθήτε τας κλίνας; είπε μειδιών ο γέρων, ενώ η αδελφή του έρριπτε περί εαυτήν το βλέμμα διά να ίδη μη λείπη ή μη ελησμονήθη τι. — Θα ρίψωμεν κλήρον, απεκρίθην γελών. Άλλως δε και αι δύο φαίνονται εξαίρετοι και δεν θα μαλλώσωμεν με τον Νίκον. Άμα επρόφερα το όνομα του εξαδέλφου μου, η Κυρία Σοφία εστράφη διά μιας προς αυτόν.
Αλλά τελευταίον παντός άλλου αισθήματος υπερίσχυσεν η πείνα· κλίνας τα μακρά αυτού ώτα κατά την συνήθειαν των ομοίων του, οσάκις ετοιμάζονται να πράξωσιν ανοησίαν, τόσω σφοδρώς έσεισε διά των οδόντων το θαυματουργών εκείνο δενδρύλλιον, ώστε εκριζωθέν έμεινεν εις το βέβηλον αυτού στόμα ανηρτημένον.
Τον εξώστην του είχε περικλείσει ο Φίλιππος άνωθεν και εξ εκατέρων των πλευρών διά σανίδων. Και των παρακειμένων οικιών οι εξώσται περιεκλείοντο κατά τον αυτόν ή άλλον τρόπον, μετασχηματιζόμενοι εις κλίνας ευαέρους και δροσεράς κατά τας θερμάς του θέρους νύκτας.
— Κόψε με πατέρα! εψιθύρισε μετά δέους ο νεανίας, αλλά το Ξενιώ να μου δώσης! Και κύπτει σιωπηλός, κλίνας τα γόνατα ως ο Ισαάκ υπό την μάχαιραν Αβραάμ του Πατριάρχου. Προς το αιφνίδιον θέαμα ο γέρων συνεκλονίσθη όλος.
Οι λοιποί του πληρώματος, γύρω-γύρω, πάνω εις τας χρωματιστάς κασσέλλας των καθήμενοι, τας στενάς και μακράς, παρά τα ασκητικά ράντσα των, τας κρεμαστάς των κλίνας, ήκουον καπνίζοντες τα σιγάρα των, αναπαυόμενοι, εκεί όπως ήσαν, με τα χονδρά της εργασίας ιμάτια ακόμη, όζοντες πίσσαν και νάφθην.
Οι αιχμάλωτοι και επροφυλάσσοντο όπως ηδύναντο και συγχρόνως οι πολλοί εφόνευαν αλλήλους οι μεν εμπηγνύοντες εις τον λαιμόν τα βέλη, τα οποία οι προσβάλλοντες έρριπταν κατ' αυτών, οι δε απαγχονιζόμενοι με σχοινιά από σπαρτά, τα οποία επρομηθεύοντο από μερικάς κλίνας ευρισκομένας εκεί δι αυτούς και διά λωρίδων, τας οποίας έκαμναν από τα ενδύματα των.
Καλότυχοι όσοι επρόφθασαν να καταλάβουν κλίνας! είπον κατ' εμαυτόν, και ησθάνθην την περιέργειαν να μάθω τις η πολυμελής οικογένεια, ήτις έπρεπε να συνίσταται τουλάχιστον εκ τριάκοντα ηλικιωμένων προσώπων, εάν υποθέσωμεν, ότι εις έκαστον αυτών ανελόγει έν κιβώτιον. Εν τούτοις τοιαύτη τις συμπαγής συνοδία δεν εφαίνετο επί του καταστρώματος.
Αλλ' όταν, εξελθών από το καμάρι πίσω αφού έπιε τον καφέ του, είδε τους ναύτας να ξετινάζουν τα ράντσα των, τας κρεμαστάς των κλίνας, είπε προς τον λοστρόμον του, όστις ακκουμβισμένος επάνω εις την κωπαστήν παρηκολούθει τα κυλιόμενα πέραν αγρίως λευκά κύματα του Αιγαίου: — Θυμήθηκες πάλι την μάννα σου! . .
Ενόμισα δε ότι το κατώρθωσα ιδών αυτόν επί τέλους εκθηλυκώνοντα τα κομβία του, και ήρχισα να ελπίζω ότι θα κοιμηθώμεν. Αλλ' αγνοώ υπό τίνος σκέψεως κινούμενος, ο ευλογημένος, διέκοψεν αίφνης τας προς κατάκλισιν προετοιμασίας και, αφού πρώτον εκλείδωσε την θύραν, επεδόθη εις λεπτομερή εξέτασιν του δωματίου. Έως και τας κρεμαμένας σινδόνας ανεσήκωσε διά να ίδη μη κρύπτεταί τι υπό τας κλίνας.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν