Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025
Αλλά και εις τας δυσκόλους ερωτήσεις είχε πολύ ευστόχους απαντήσεις• όταν δε κάποιος τον ηρώτησε διά να γελάση με την αμηχανίαν του• Εάν καύσω ξύλα χιλίων μνων, Δημώναξ, πόσων μνων καπνός θα γίνη; Ζύγισε, απήντησεν ο Δημώναξ, την στάκτην και όλον το υπόλοιπον θα είνε καπνός.
Αρπάζει αμέσως το όπλον του από τον τοίχον και τρέχει δρομαίος, όσον το εσυγχώρουν οι γεροντικοί πόδες του. Ότε επί τέλους έφθασεν υπό το πεύκον και εστάθη άνω του συμπλέγματος εκείνου, ευρέθη εις αμηχανίαν.
Ευρίσκοντο άρα εις αμηχανίαν. Εις τας ακάρπους χώρας τοιαύτης αγόνου θεωρίας, ο Κύριος δεν ηθέλησε να τους ακολουθήση, και ως πάντοτε, απεθάρρυνε την ροπήν προς κρίσιν επί των αμαρτιών των άλλων. «Ούτε ούτος ήμαρτεν, είπεν, ούτε οι γονείς αυτού, αλλ' ίνα φανερωθή το έργον του Θεού εν αυτώ.
Η Ρηγινιώ εισήλθε νήθουσα, εννοήσασα δε ότι έφθανεν εις πολύ ακατάλληλον στιγμήν, περιήλθε και αυτή εις αμηχανίαν, εκοκκίνισε μάλιστα και δεν ήξευρε τι να είπη.
Διότι ήξευρα καλά ότι απέναντι μεν των χρημάτων ήτον πολύ περισσότερον άτρωτος κατά πάντα τρόπον αφ' ό,τι ήτον ο Αίας απέναντι του σιδήρου, από εκείνο δε που μόνον ενόμιζα πως θα τον αναγκάση να παραδοθή, μου είχεν εκφύγει. Διετέλουν λοιπόν εις αμηχανίαν, υποδουλωθείς υπό του ανθρώπου αυτού όσον κανείς ποτέ δεν έφθασε να υποδουλωθή υπό άλλου.
Εν ώ δ' ευρίσκετο εις αμηχανίαν, έρχεται ο Προμηθεύς, διά να επιθεωρήση την μοιρασιά, και βλέπει ότι τα μεν άλλα ζώα είχον εν τάξει όλα, ο δε άνθρωπος έμεινε γυμνός, χωρίς υποδήματα, χωρίς στρώμα και χωρίς όπλα· έφθασε δε πλέον και η διωρισμένη ημέρα, κατά την οποίαν έπρεπε και ο άνθρωπος να εξέλθη από την γην εις το φως.
Επειδή δε προ πολλού έβλεπον ότι ο Κύρος δεν ησύχαζεν, αλλ' επετίθετο αδιακρίτως καθ' όλων των εθνών, είχον προμηθευθή τροφάς διά πολλά έτη και σχεδόν δεν τους έμελλεν εάν επολιορκούτο. Εν τούτοις ο Κύρος ευρίσκετο εις αμηχανίαν, διότι ο χρόνος παρήρχετο και αι υποθέσεις του δεν προώδευον.
Ο Μανώλης είχεν ήδη εννοήσει αρκετά, ως εφανέρωσε το ερύθημα του προσώπου του, αλλ' όταν ήκουσε και την τελευταίαν εξήγησιν, εις τοιαύτην αμηχανίαν τον έφερεν η χαρά και η εντροπή, ώστε απώθησε την μητέρα του λέγων: — Δε θέλω παντριγιές κιάφησέ με, ναι! Αλλ' ενώ ήθελε να φανή θυμωμένος, προδότης γέλως έλαμπεν εις το πρόσωπόν του. — Δε θέλεις λέει; ανεφώνησε γελών ο Σαϊτονικολής.
Ουδέν άλλο είχαν υπό τα βλέμματά των ειμή θλιβερά συμβάντα, και το γεγονός τούτο ενεποίει τρόμον και αμηχανίαν εις τους Αθηναίους.
Εγώ προ πολλού επερίμενα ότι τα πράγματά μας θα έφθαναν μίαν ημέραν εις αυτήν την αμηχανίαν και ότι πολλοί τοιούτοι αυθάδεις σοφισταί θα εφύτρωναν, οι οποίοι από ημάς θα ελάμβανον την αφορμήν και το θάρρος της τόλμης των• και μα την Θέμιν ούτε κατά του Επικούρου είνε δίκαιον να θυμόνωμεν, ούτε κατά των οπαδών και διαδόχων της διδασκαλίας του, διότι τοιαύτην γνώμην εσχημάτισαν περί ημών.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν