United States or Equatorial Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ένας Μαύρος άρπαξε τη μητέρα μου από το δεξί μπράτσο· ο υπολοχαγός του καπετάνιου μου την κρατούσε από το αριστερό· ένας μαύρος στρατιώτης την έπιασε από τόνα πόδι, ένας από τους κουρσάρους την κρατούσε από τ' άλλο. Όλες μας οι κοπέλλες βρεθήκανε σε μια στιγμή να τραβιόνται από τέσσερις νομάτους. Ο καπετάνιος μου μ' έκρυβε από πίσω του.

Τότε γυρίζει ο γέρο-Σκοινάς, και λέει στους τρεις ή τέσσερες νομάτους οπού είχε για να του ξανοίξουν το χωράφι: «Επειδής ξημερώνει Κυριακή αύριο, παιδιά, ας σκολάσουμε νωρίτερα, δεν πειράζει.

Άλλος λεν άντρας είτανε ο ξακουστός γονιός μου, ο Ηρακλής, πούχε άτρομη καρδιά σαν το λιοντάρι, πούρθε για τ' άτια μια φορά εδώ του Λαομέδου 640 μ' έξη καράβια μοναχά και μετρητούς νομάτους, κι' όμως το κάστρο κούρσεψε κι' ερήμωσε τις στράτες. Μα εσύ, κι' εσύ είσαι ανάψυχος, ανάξιος κι' ο στρατός σου.

Τότες τ' απάντησε ο βαθύς γιος του Λαέρτη κι' είπε «Νέστορα, του Νηλέα γιε, των Αχαιών αθέρα, 555 θεός αν θέλει, ναι έφκολα και πιο όμορφα από δάφτα χαρίζει αλόγατα, επειδής πολύ είναι ανότεροί μας. Μα τ' άτια, γέρο, που ρωτάς, αφτά 'ναι νιοφερμένα πέρα οχ τη Θράκη· κι' έσφαξε ο θαρρετός Διομήδης το νοικοκύρη μ' άλλους του ως δώδεκα νομάτους, 560 που δίπλα εκεί κοιμόντουσαν, καπεταναίους όλους.

Εάν ο ένας από τους δύο «νομάτους»· ήτον πατριώτης, χωρικός άνθρωπος εις την υπηρεσίαν της δημαρχίας, τούτο ίσως εσήμαινεν ότι ούτος θα εξετέλει μάλλον ως αγγαρείαν το κυνήγημα το οποίον του είχαν επιβάλει και ίσως μάλλον θα έκοπτε την ορμήν του άλλου, του χωροφύλακος.

Χούγιαξε τότε ο Νέστορας με μια φωνή μεγάλη «Βλαστάρια τ' Άρη ξακουστά, Αργίτικα ξεφτέρια, μη τώρα πλιάτσικα! κανείς μην καρτεράει ξοπίσω ζητώντας με τα πιο πολλά στα πλοία να γυρίσει, παρά έλα ομπρός! ας σφάζουμε νομάτους, και στον κάμπο 70 στερνά τα παίρνετε ήσυχοι κι' αφτά απ' τους σκοτωμένουςΕίπε, και σ' όλους έβαλε απόφαση και θάρρος.

Άιντε μώρ' πλιάκ' ιντερμπούαρ, κου ιντέ γκιθ. Εφώναζαν αδιάκοπατο μολογημό του οι αρβανίτες, και τον χάιδευαντον ώμο, κ' εσέρνονταν κοντύτερατο πλευρό του. Κι ο γέρος εξακολουθούσε. — Με δυο Σουλτάνους ολόβολους επολέμησε ο Σκεντέρ-μπέης, μωρέ παιδιά μου, κ' έσφαξε αυτός ο ίδιος με το σπαθί τουτα εικοστρία χρόνια που πολεμούσε πλιότερους από δύο χιλιάδες νομάτους, μοναχά αυτός.

Και χάμου αφίνοντάς τους αφού τα χάλκινα άρματα τους έβγαλε απ' τους ώμους 100 ορμάει εφτύς τον Άντιφο να σφάξει και το Βίσο, γιους του Πριάμου, νόθονε και γνήσιο, διο νομάτους μες σ' ένα αμάξι. Των φαριών βάσταε τα γκέμια ο νόθος, κι' έστεκε δίπλα ο Άντιφος.

Τώρα πρέπει να βγη το ψωμί όπως όπως. Θα πης, και τι να σου κάμη λαός που φορτώνεται πεθαμμένη γραμματική που χρειάζεται ζωή αλάκερη να τη μάθης! Θάμα είναι κι αυτό που σου κάμνει. Θάμα που έχουμε πέντ' έξη νομάτους στη χώρα και μας γράφουν την κορακίστικη δίχως να μας φέρνουν ανέκατο... Τάχα λες πως όλοι θα γίνουμε μια μέρα σαν κι αυτούς τους πέντ' έξι; Σπολλάτη!