United States or Uruguay ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τον ανησύχει μεν ολίγονείνε αληθές — η επί της καρδίας της Μαριγούλας πιθανή επίδρασις του γοήτρου πλουσίου κληρονόμου, οποίον ήτο αναντιρρήτως το μόνον γόητρον του λεγομένου αντιζήλου του· αλλά τι εσήμαινεν αυτόδιελογίζετο αμέσως ο ιδεολόγος νεανίαςαπέναντι του ποιητικού πλούτου της ιδικής του ψυχής; Ο Τριφίλης δεν ήτο ποιητής!

Λαλεί τορνίθι, εψιθύρισε· πέρασαν το μεσάνυχτα . . . Κ' η μάννα μου τι να έγεινε; Ουδέν καλόν εσήμαινεν η αργοπορία αύτη της μητρός της. Και όμως παραδόξως η ελπίς την εθέρμαινε, και ήτο βεβαία ότι ουδέν κακόν είχε συμβή. Ηγέρθη και συνεδαύλισε το πυρ. Έλαβε τον λύχνον, κατέβη εις το ισόγειον, και επήρε ξηρά ξύλα, ναι επανελθούσα τα έρριψεν εις την εστίαν.

Αλήθεια; είπεν η Αϊμά, και οι οφθαλμοί της ήστραψαν. — Όλα γίνονται. — Πώς; ειξεύρεις λοιπόν να μ' ειπής; έκραξεν η Αϊμά. — Ειμπορεί και να ειξεύρω, είπε πανούργως η Σιξτίνα. Αλλά πρέπει να έχης υπομονήν. — Ω, είπεν η Αϊμά μετ' ατονίας, και τούτο εσήμαινεν: Αλλ' έχω παραπολλήν. Έως τώρα τίποτε άλλο δεν είχα. — Δεν σου λέγω με βεβαιότητα τίποτε, κόρη μου, είπε θωπευτικώς η Σιξτίνα.

Πράγματι εις τον εσπερινόν και τον όρθρον ο Παπα-Λάμπρος ένας κοντός και γηραλέος εφημέριος, αναβαίνων εις μίαν μεγάλην πέτραν, χρησιμεύουσαν εκεί ως σκαμνίον, το ετραβούσε με την στραβολεκίτσα του μετά κόπου πάντοτε, κινδυνεύων να εξαρθρωθή, και εσήμαινεν ήχους διακεκομμένους και κλαυθμηρούς. — Νταν! Νταν! Νταν! Νταν!

Και διέταξε την υπηρέτριαν να φέρη φώτα. — Τι απέγεινεν ο Χρήστος; ηρώτησε σιγά ο Ανδρέας. Ο ιερεύς έκλεισε τους οφθαλμούς και εκίνησεν οριζοντίως την χείρα. Δεν ενόησα, και ούτε ηθέλησα πλέον να εξετάσω, τι εσήμαινεν η χειρονομία εκείνη. Απέθανε; τον εφόνευσαν;.... Η υπηρέτρια εισήλθε με τα κηρία αναμμένα και ηλλάξαμεν ομιλίαν.

Ήκουσα ότι...ειξεύρεις ότι ο Μάχτος δεν είνε αδελφός σου, είπεν ο Πλήθων. Η περίφρασις δε αύτη εσήμαινεν: «Ήκουσα ότι...αγαπάς τον Μάχτον». — Ειξεύρω βεβαίως ότι δεν είνε αδελφός μου, είπεν η Αϊμά ερμηνεύουσα κατά γράμμα την φράσιν. — Λοιπόν... μήπως τυχόν θέλεις;...„ — Τι να θέλω; ηρώτησεν απορούσα η Αϊμά. — Μήπως θέλεις να τον νυμφευθής; — Εγώ; έκραξεν έκπληκτος η Αϊμά.

Σημειωτέον δε, ότι το όνομα Ρωμαίος, έχον πολιτικόν απλώς χαρακτήρα μεταξύ των ημετέρων, ουδαμώς εσήμαινεν Ιταλούς ή Λατίνους· τουναντίον, οι ημέτεροι, ενώ ωνομάζοντο οι ίδιοι Ρωμαίοι, εν αντιθέσει εκάλουν Λατίνους τους Ιταλούς και αυτούς ακόμη τους κατοίκους της παλαιάς Ρώμης.

Δεν πρέπει όμως να είμαι γι' αυτό λυπημένη· αυτό δεν ωφελεί τίποτα!» — Αλλ' όμως υπάρχει μόλα ταύτα ακόμη και κάποια ελπίς είπεν η γάτα του μαγειρείου. Κάτω από το μονοπάτι του βράχου αντηχούσε ο λαρυγγισμός εύθυμος και ισχυρός· εσήμαινεν εύθυμον διάθεσιν και ακμαίον θάρρος· ήτο ο Ρούντυ· ήλθε να αναζητήση τον φίλον του Φεζινάνδον.

Εφόρουν τα καινούργια υποδήματά μου, υπερήφανος διά το τρίξιμόν των, εξεκρεμούσα την λαμπαδίτσα μου, και έτρεχον πρώτος- πρώτος εις την Ανάστασιν, ενώ ο κώδων εσήμαινεν ακόμη. Αχ! πόσον γλυκύς μου εφαίνετο ο ήχος του τότε μέσ' 'ς τα μεσάνυκτα!

ΙΟΥΛΙΕΤΑ Όταν την έστειλα, εννηά εσήμαινεν η ώρα, και είπε το πολύ πολύ να λείψη μισήν ώραν.