United States or Taiwan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκεί μπήκα σ' έναν αφεντικό. Σε λίγον καιρό ο αφεντικός μου κατηγορήθηκε ότι ήταν ενάντιος του βασιλειά κι' έγεινε εξορία μαζύ με την φαμίλλια του. Όλοι οι δούλοι του τον παράτησαν, και μοναχά εγώ πήγα κοντά του, γιατί είταν καλός και με αγαπούσε. Μας πήγανε σ' έναν πολύ άγριον τόπο, κι' εκεί μας πούλησαν στους κουρσάρους της Μπαρμπαριάς, και μας πήγαν δεμένους στην πατρίδα τους.

Θαρρούσε, πως το λουτρό ήταν πιο φοβερό από τη θάλασσα. Ενόμιζε πως η ψυχή του έμενε ακόμη κοντά στους κουρσάρους, σαν νέος κι άμαθος που ήτανε και δεν ήξερε ακόμη το κούρσεμα της αγάπης.

Γλυτόνει λοιπόν ο Δάφνης με τέτοιο τρόπο, αφού ξέφυγεν ανόλπιστα δυο κίντυνους: τους κουρσάρους και το πνίξιμο. Κι άμα βγήκε στη στεριά και βρήκεν εκεί τη Χλόη, που εγελούσε, κ' έκλαιε μαζί, πέφτει στην αγκαλιά της και τη ρωτούσε να μάθη τι ήθελε κ' έπαιζε το σουραύλι.

Βλέπουμε κάθε είδους βοσκούς, ζευγολάτες, κηπουρούς, τρυγητάδες, ναύτες, κουρσάρους, στρατιώτες, νοικοκυραίους από την πολιτεία, δυνατούς αφεντάδες, σκλάβους. — Υπάρχουν ακόμη, είπα, όλοι οι βαθμοί της ανθρώπινης ζωής· από τη γέννηση ίσαμε τα γεράματα· κ' οι διάφορες οικιακές εικόνες, που φέρνουνε μαζί τους οι εποχές του χρόνου, περνούνε μία-μία εμπρός από τα μάτια μας.

— Ε παιδιά, ορθοί! θέλει να φωνάξη όπως πάντα στην ώρα της προσβολής. Μα τίποτα δεν βλέπει γύρω του· τίποτα ζωντανό μέσα στο μυστικό. Όλα κοίτονται λουφασμένα: τα κανονάκια τα ορειχάλκινα, οι αιματοβαμμένοι μπαλντάδες, τα τρομπόνια, τα τσεκούρια, οι γάντζοι. Κοίτονται λουφασμένα σαν να τα έχη σύγκρυο. Φαίνονται τρομαγμένα, δισταχτικά κ' εκείνα σαν τους κουρσάρους πριν και σαν τον Καρακαχπέ.

Ένας Μαύρος άρπαξε τη μητέρα μου από το δεξί μπράτσο· ο υπολοχαγός του καπετάνιου μου την κρατούσε από το αριστερό· ένας μαύρος στρατιώτης την έπιασε από τόνα πόδι, ένας από τους κουρσάρους την κρατούσε από τ' άλλο. Όλες μας οι κοπέλλες βρεθήκανε σε μια στιγμή να τραβιόνται από τέσσερις νομάτους. Ο καπετάνιος μου μ' έκρυβε από πίσω του.