United States or Hungary ? Vote for the TOP Country of the Week !


Από τα ξύλα εκείνα της οροφής εκρέμοντο διάφορα σχοινία, εις τα οποία κατά το φθινόπωρον ανηρτώντο, ως πολυέλαιοι, οι ορμαθοί των οπωρικών των διατηρουμένων διά τον χειμώνα· αλλά τώρα μόνον τυριά και ανθότυροι εφαίνοντο μετέωρα εκεί επί δύο σανίδων, των οποίων τα σχοινιά ήσαν ωχυρωμένα με ακάνθας, διά να εμποδίζουν την εκ της οροφής επιδρομήν των ποντικών.

Τότε θεωρώντας εκείνο το νησί, με όλον που ήτον ακατοίκητον, εφαίνετο όμως ένα τερπνότατον περιβόλιον, στολισμένον με πολυποίκιλα δένδρα καρποφόρα, άλλα ανθισμένα, άλλα με τους καρπούς ακόμη πράσινους και άλλα πάλιν φορτωμένα με καρπούς ωρίμους και ωραιοτάτους, και από κάθε μέρος έτρεχον νερά αναβρυστικά και νόστιμα· η θεωρία αυτή του νησιού με παρηγόρησε τρόπον τινά, επειδή ήλπιζον με την τροφήν των οπωρικών και χόρτων να μακρύνω την ζωήν μου, έως που η αγαθή τύχη να οικονομήση κανένα τρόπον σωτηρίας.

Όθεν και τους αγρούς και τους κήπους του είχεν ανοικτούς εις τε τους συμπολίτας του και τους ξένους, όπως οι πτωχοί ελευθέρως λαμβάνωσιν εκ των καρπών και οπωρικών του· και καθ' ημέραν εις τον οίκον του είχε δείπνον λιτόν μεν, αλλ' άφθονον, όστις δε των πτωχών συνδημοτών του ήθελεν, ελευθέρως εισήρχετο και ανεξόδως εδείπνει.

Όστις δε δεν τηρεί την τάξιν ας υποστή τιμωρίαν φθονεράς ψυχής και συγχρόνως κακεντρεχούς, και, αν καταδικασθή, ας πληρώση διπλασίως την ζημίαν εις τον παθόντα, εάν δεν θελήση να υπακούση εις τους άρχοντας. Των δε οπωρικών πρέπει να κάμνουν χρήσιν όλοι ως εξής.

Ο κόσμος παρηκολούθει την παρέλασιν της συνοδείας. Πρώτον προέβαινον οχήματα με σκηνάς ερυθράς, κυανάς και λευκάς, με τάπητας της Ανατολής, έπιπλα και μαγειρικά σκεύη, κλωβία με παντοειδή πτηνά, των οποίων οι μυελοί και τα εντόσθια θα παρετίθεντο εις την αυτοκρατορικήν τράπεζαν, αμφορείς οίνου και κάνιστρα οπωρικών.

Χαρούμενο ήταν των τζιτζικιών το λάλημα, γλυκιά και των οπωρικών η μυρουδιά, ευχάριστο και των κοπαδιών το βέλασμα. Θάλεγε κανένας πως και τα ποτάμια τραγουδούσαν, καθώς σιγότρεχαν· πως κ' οι αγέρηδες έπαιζαν φλογέρες, καθώς φυσούσανε μέσα στα πεύκα· πως και τα μήλα ερωτευμένα έπεφταν κάτω· πως κι' ο ήλιος αγαπώντας την ομορφιά, όλους τους ξεγύμνωνε.