Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025


Ενώ η γριά πάλευε κατ' αυτόν τον τρόπο με τες αναμνήσες της και τον μητρικό της τον πόνο, κι' ο ύπνος πετούσε μακρυά από τα μάτια της, και προχωρούσε η συννεφιασμένη και κατάμαυρη νύχτα με τα σκοτάδια της, με τα ισκιώματά της, με τα φαντάσματά της, με τους πειρασμούς της, με τους δαιμόνους της, με τους κατσιποδαραίους της, με τους καληκαντζάρους της, με τους βρυκολάκους της, με τα στοιχειά της, με τα σκοτεινά της τα μυστήρια, με τον άγριο τον άνεμό της, που βογγούσε ψηλά στες στέγες, σαν ψυχή κολασμένου γίγαντα, και με τα τρομαχτικά γαυγίσματα των σκυλλιών, μέσα στους αυλόγυρους ή όξω στους δρόμους και κοιμώνταν η Μαριανθούλα βαρυά-βαρυά, σαν όλα τα παιδάκια στην αγκαλιά τη γλυκύτατη της βάβως της, σαν αρνάδα στον προσήλιο.....

Η Μαριανθούλα κοιμώνταν βαρυά-βαρυά, σαν όλα τα μικρόπαιδα και δεν ξυπνούσε εύκολα. — Ξύπνα, Μαριανθούλα μ'! Φώναζε η γριά. Ξύπνα και μας καρτεράει ο παπάς στην εκκλησιά, να μας δώση πασκαλίτσα, και να γυρίσωμε γλήγορα να φάμε γκουλιάστρα, γάλα, αυγά, τυρί, κόττες και τηγανίτες, που φάσκιονε η Κυρά μας η Παναγιά το Παιδάκι της το Χριστό, όταν είταν κι' αυτός μικρός.

Στιγμή, που πολεμάει το φως της ημέρας, πώρχονταν, με το σκοτάδι της νυχτός πώφευγε, και τ' άλογο ανέβαινε αργά-αργά, και βαρυά-βαρυά τον ανάποδο και κακοτρόχαλο ανήφορο από τη μεγάλη του την κούραση και από τη μεγάλη του την αποσταμάρα. «Έκανε φοβερό κρύο. Άγριος βοριάς φυσούσε, σα λυσσιασμένος, από πίσω μου, κι' μ' ανασήκωνε από τη σέλλα τ' αλόγου μου.

Η νύχτα προχωρούσε συννεφιασμένη και κατάμαυρη με τα σκοτάδια της, με τα ισκιώματά της, με τα φαντάσματά της, με τους πειρασμούς της, με τους δαιμόνους της, με τους κατσιποδιαραίους της, με τους καληκαντζάρους της, με τους βρυκολάκκους της, με τα στοιχειά της, με τα σκοτεινά της τα μυστήρια, με τον άγριο τον άνεμό της, που βογγούσε ψηλά στες στέγες, σαν ψυχή κολασμένου γίγαντα, και με τα τρομαχτικά γαυγίσματα των σκυλλιών, μέσα στους αυλόγυρους, ή όξω στους δρόμους, κι' η Μαριανθούλα κοιμώνταν βαρυά-βαρυά, σαν όλα τα παιδάκια, στην αγκαλιά τη γλυκύτατη της βάβως της, κι' έπλεε σ' ευχισμένα παιδικά όνειρα, αλλ' η καημένη η γριά ξαγρυπνούσε, μη μπορώντας να κλείση μάτι, και για να χαλινώση τον νου της και να τον γυρίση πίσω από την Ξενιτειά, που πλανιώνταν, σαν το έρημο πουλλί, τον έστρεφε πίσω, πολύ πίσω στον καιρόν που είταν νύφη ακόμα, και γεννούσε το πολυαγαπημένο της και το μονάκριβο της το παιδί.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν