United States or Syria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο αδελφός του πλοιάρχου, ο Δημήτρης ο Τσιμπήδας ήγειρε την χείρα ν' αρπάση από τον σβέρκον τον Αλέξανδρον τον Χάραυλον και να του καταφέρη ολίγους κονδύλους. Ο καπετάν- Γιωργάκης τον εμπόδισεν, αν και του εκόστισε πολύ. Διότι όλοι οι ναυτικοί, και οι πλέον μορφωμένοι σχετικώς, δεν είναι απηλλαγμένοι δεισιδαιμονιών και προλήψεων.

ΛΟΥΚ. Βλέπετε ότι ακούετε περισσότερον την οργήν σας παρά το δίκαιον; Δεν εφανταζόμην ποτέ ότι ηδύνατο η οργή να κυριεύη τον Πλάτωνα, τον Χρύσιππον ή τον Αριστοτέλην ή άλλον από σας, αλλ' ενόμιζα ότι μόνοι σεις είσθε απηλλαγμένοι αυτού του πάθους.

Και βεβαίως, διότι τόρα πλέον είμεθα απηλλαγμένοι από το να γνωρίζη κανείς όσα δεν γνωρίζει, διότι όσα έχομεν κτήμα μας δεν συμβαίνει πουθενά, να μην τα έχωμεν ιδικά μας ούτε κατά λάθος ούτε χωρίς λάθος. Τόρα όμως εγώ νομίζω ότι παρουσιάζεται ένα άλλο πάθημα πολύ φοβερώτερον. Θεαίτητος. Ποίον είναι αυτό; Σωκράτης. Εάν ημπορή να θεωρηθή ψευδής κρίσις η αλλαγή της μιας επιστήμης με την άλλην.

Με μεγαλειτέραν ειλικρίνειαν και απλότητα, ο Λουκάς μας πληροφορεί ότι ο Χριστός, απορροφημένος κατά πάσαν πιθανότητα υπό νέων και υψηλών συγκινήσεων, «υπέμεινεν εν Ιερουσαλήμ». Παρήλθε μία ολόκληρος ημέρα προτού ανακαλύψουν οι γονείς την απώλειαν του παιδίου· τούτο βεβαίως συνέβη την εσπέραν, όταν εσταμάτησαν ν' αναπαυθούν, και όλην την ημέραν ήσαν απηλλαγμένοι πάσης ανησυχίας, υποθέτοντες ότι το παιδίον ήτο με άλλον τινά όμιλον φίλων ή συγγενών εκ της συνοδίας.

Ο δε Άδης πώς σου φαίνεται, αφού τον επροτίμησες και ήλθες εδώ; ΧΕΙΡ. Δεν μου είνε δυσάρεστος η εδώ διαμονή• διότι η ισοτιμία είνε πολύ δημοκρατική και δεν είνε μεγάλη η διαφορά να ζη κανείς εις το φως ή εις το σκότος. Άλλως τε και εδώ ούτε διψούμεν, ούτε πεινούμεν, όπως επάνω, αλλ' είμεθα εντελώς απηλλαγμένοι όλων τούτων των αναγκών.

Διότι η φύσις του πράγματος τούτου είνε, μου φαίνεται, να μη ολιγοστεύη, εάν και άλλος πάρη εξ αυτού• διότι δεν σβύνει αν ανάψη κανείς άλλος. Επομένως είνε φθόνος καθαρός το τοιούτον, διότι εμποδίζατε να δοθή εις τους έχοντας ανάγκην κάτι το οποίον σεις δεν θα εστερείσθε και ουδόλως θα εζημιώνεσθε. Και όμως αφού είσθε θεοί έπρεπε να είσθε αγαθοί και «δοτήρες εάων» και απηλλαγμένοι παντός φθόνου.

Σεις δε οι μέτοικοι, οι οποίοι προ ολίγου ακόμη, νομιζόμενοι Αθηναίοι χωρίς να είσθε, διηγείρατε τον θαυμασμόν της Ελλάδος διά την γνώσιν της γλώσσης μας και την μίμησιν των ηθών μας και οι οποίοι συνεμερίζεσθε την ιδικήν μας αρχήν χαίροντες τα αυτά με ημάς προνόμια και ακόμη μεγαλύτερα, διότι φοβεροί όντες εις τους υπηκόους ημών διετελείτε πλειότερον απηλλαγμένοι των αδικιών, ενθυμηθήτε την ευτυχίαν, της οποίας απολαύετε, και πόσον αξίζει να διασωθή.

Δεν δύναμαι δε να κρίνω μετά βεβαιότητος εάν οι Έλληνες παρέλαβον και το έθιμον τούτο από τους Αιγυπτίους· βλέπω όμως ότι οι Θράκες, οι Σκύθαι, οι Πέρσαι, οι Λυδοί, και σχεδόν όλοι οι βάρβαροι, θεωρούσι τους τας τέχνας μανθάνοντας και τους απογόνους αυτών ως αξίους ολιγωτέρας τιμής από τους άλλους πολίτας και νομίζουσιν ως ευγενείς εκείνους οίτινες είναι απηλλαγμένοι από χειρωνακτικά έργα και προ πάντων τους επιδεδομένους εις τον πόλεμον.

Τότε λοιπόν; φίλε Θεόδωρε, και από τον επιστήθιον σου φίλον είμεθα απηλλαγμένοι, και πλέον δεν δεχόμεθα τον λόγον του, ότι δηλαδή πας άνθρωπος είναι πήχυς όλων των πραγμάτων, εκτός εάν είναι κανείς φρόνιμος. Και την επιστήμην δεν την παραδεχόμεθα ως αίσθησιν διά της μεθόδου της κινήσεως των πάντων, εκτός εάν μας ειπή άλλο τίποτε ο Θεαίτητος απ' εδώ. Θεόδωρος. Έξοχα το είπες, Σωκράτη μου.

Αι εντυπώσεις των γενομένων καταστροφών ήσαν πολύ πρόσφατοι εισέτι, και δεν ήμεθα ουδαμώς απηλλαγμένοι του φόβου μη συναντήσωμεν Τούρκους ενόπλους, αγνοούντας ή αψηφούντας τας επιεικείς του Πασά προθέσεις. Αλλ' ήμεθα νέοι και οι τρεις, ο δε πρωινός αήρ ήτο ζωογόνος, και απέπνεον άρωμα υγιές οι μαστιχοφόροι περί τα Μεστά λόφοι.