Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 2 Ιουνίου 2025


Μα πηγαινάμενοι οι φύλακες δεν ηύραν κανέναν, επειδή και αρπάχθηκαν και αυτοί από τους δούλους του Αβικένα τον ίδιον καιρόν, που αρπάχθη και ο αυθέντης τους.

Υπάρχει περί των ζώων το εξής έθιμον· φύλακες εξ αμφοτέρων των φύλων είναι διωρισμένοι να τρέφωσιν έκαστον είδος κεχωρισμένως, ο δε υιός διαδέχεται τον πατέρα εις το τιμητικόν τούτο καθήκον.

Δι' αυτάς λοιπόν οι ερμηνευταί, οι διδάσκαλοι, οι νομοθέται και οι φύλακες των άλλων, όταν κανείς έχη ανάγκην να τας μάθη και να τας γνωρίζη, ή όταν έχη ανάγκην να τιμωρηθή και να επιπληχθή, εάν σφάλη, άραγε αυτοί δεν πρέπει να τον διαφωτίσουν προηγουμένως ποίαν δύναμιν έχει η αρετή και η κακία και ωρισμένως να φαίνεται εις τας ερμηνείας του υπέροχος από τους άλλους, αλλά να έλθη ή κανείς ποιητής εις την πόλιν ή κανείς διδάσκαλος των νέων και να καυχάται ότι είναι ανώτερος του αριστεύσαντος εις πάσαν αρετήν; Τότε λοιπόν εις τοιαύτην πόλιν, όπου δεν υπάρχουν ικανοί φύλακες με λόγους και έργα γνωρίζοντες τελείως περί της αρετής, είναι παράδοξον πράγμα, αφού μένει αφύλακτος, να πάθη όσα πάσχουν αι περισσότεραι από τας σημερινάς πόλεις;

Οι φύλακες τον εισήγαγον διά μικράς θύρας της υπηρεσίας και είς εξ αυτών, ονόματι Σύρος, τον ωδήγησεν αμέσως πλησίον των χριστιανών. Καθ' οδόν ο φύλαξ έλεγεν: — Αυθέντα, εζητήσαμεν μίαν κόρην καλουμένην Λίγειαν, αλλά κανείς δεν μας απεκρίθη. Εν τούτοις δυνατόν να δυσπιστώσιν εις ημάς.

Οι φύλακες με πολλήν ευλάβειαν με επήραν και με έφεραν εις τον Βασιλέα. Ο Βασιλεύς με επαρουσίασεν εις τον μέγαν Δερβύσην. Επεριπάτησα επάνω εις το έδαφος χωρίς να βλαφθώ· εμπήκα εις τον ναόν, και τέλος πάντων είδα τον μέγαν Καισάγιαν, που ήτον βαλμένος εις ένα θρόνον χρυσόν.

Λοιπόν λέγει περί αυτού: Λοιπόν αφού η μοίρα εξωλόθρευσε αυτό το γένος, αυτοί ονομάζονται δαίμονες αγνοί κάτοικοι των καταχθονίων, αγαθοί, αλεξίκακοι, φύλακες των θνητών ανθρώπων. Ερμογένης. Και τι με τούτο; Σωκράτης. Δηλαδή εγώ νομίζω ότι αυτός εννοεί όχι ότι το χρυσούν γένος είναι πλασμένον από χρυσόν, αλλά ότι είναι αγαθόν και ωραίον.

Οι φύλακες βλέποντες να χύνεται τόσος οίνος, ώρμησαν εις την οδόν με αγγεία διά να τον συνάξωσιν, ως να εχύνετο χάριν αυτών. Ο άνθρωπος προσεποιήθη ότι εθύμωνε, τους ύβριζεν όλους, και επειδή είδεν ότι οι φύλακες τον επαρηγόρουν, προσεποιήθη ότι κατεπραΰνετο και εμετρίαζε τον θυμόν του.

Όμως σαν ήρθε η δέκατη συγνεφιασμένη νύχτα, τότες πια εγώ του γιατακιού τη στεριωμένη πόρτα 475 τη σπάω και βγαίνω, κι' έφκολα τη μάντρα της αβλής μας πηδάω χωρίς οι φύλακες να νιώσουν μήτε οι σκλάβες. Και πήρα δρόμο έτσι μακριά περνώντας της Ελλάδας τα φαρδοκάμπια, κι' έφτασα στην προβατογεννήτρα, στη Φτιά τη χονδροχώματη, στου βασιλιά Πηλέα.

Τον ηρώτησαν ακολούθως πώς διεσώθη, και εκείνος τοις είπεν ότι κατ' αρχάς μεν δεν ήξευρε τίποτε, ότι παρεγνώριζεν εαυτόν και ότι καθ' οδόν τω εφανέρωσαν τα παθήματά του· διότι ανεχώρησε πιστεύων ακόμη ότι ήτο υιός του βουκόλου του Αστυάγους, αλλ' οι φύλακες του, ενώ συνεβάδιζον, τω διηγήθησαν την ιστορίαν του.

Οι φύλακες, δέκα τον αριθμόν, καταληφθέντες αιφνιδίως και αλειφθέντες με πίσσαν, περιτυλιχθέντες δε επιμελώς διά πτερών εφυλακίσθησαν εντός υπογείων κελλίων. Έμειναν εκεί κλειστοί περισσότερον του μηνός και καθ' όλον αυτό το διάστημα ο κ.

Λέξη Της Ημέρας

προστρέχανε

Άλλοι Ψάχνουν