Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Ιουλίου 2025


« Τέλος με βγάζουν, μ' οδηγούν » Μεςτα πατριαρχεία. » Με φέρνουνε στη μεσανή » Τη θύρα που μεγάλη » Τριχιά κρεμώντανε. Μ' αυτή » Μου δέσαν το κεφάλι » Απ' το λαιμό. Και η ψυχή » Μου πέταξεν αγίαΤο λόγο δεν απόσωσε. Απ' το πλευρό του τότε Σηκώθηκε της πόλεως Τ' Αδριανού ο ήρως, . Και λέγει «Μήπως κ' εις εμέ » Δεν έπεσε ο κλήρος » Κρεμάλας; Δεν μ' εκρέμασαν » Άνομοι στρατιώται

Άμα δε εξημέρωσε απέβαινον και οι λοιποί στρατιώται μετά των ιδίων όπλων καθένας, από εβδομήκοντα πλοία ή ολίγον περισσότερα, επί των οποίων δεν αφήκαν άλλους ειμή τους θαλαμίους . Ήσαν οκτακόσιοι τοξόται, ισάριθμοι πελτασταί, οι εις βοήθειαν ελθόντες Μεσσήνιοι καθώς και όλη η φρουρά της Πύλου εκτός εκείνων πού επρόκειτο να φυλάξουν τα τείχη.

Εν τούτοις οι στρατηγοί των Αθηναίων συνεσκέπτοντο και περί της γενομένης συμφοράς και περί της εντελούς εξαντλήσεως, εις την οποίαν είχε περιέλθει τότε ο στρατός. Έβλεπαν ότι όλα τα σχέδια των είχαν αποτύχει και ότι οι στρατιώται εβαρύνθησαν την εκεί διαμονήν.

Α! άριστε των κόσμων πού είσαι; Κι' από τι αρρώστια πέθανε; Ίσως άραγε γιατί μ' είδε να με διώχνουν από τον ωραίον πύργο του κυρίου πατέρα της με δυνατές κλωτσές; — Όχι! απάντησε ο Παγγλώσσης. Την ξεκοίλιασαν Βούλγαροι στρατιώται, αφού πρώτα την εβίασαν όσο μπορεί να συμβή αυτό σε άνθρωπο.

Αμμή οι στρατιώται έτρεχον κατόπιν του να τον φθάσουν, και επειδή η κόρη δεν ηδύνατο να περιπατήση, ο Γεμιστός την εβάστα εις τον κόλπον του, έως ότου απέκαμε να τρέχη, και ο ανίσχυρος Σατάν δεν ηδύνατο να τον βοηθήση. Αλλ' η δαιμονογενής κόρη ούτε επνίγη ούτε εφονεύθη, διότι όπως η γέννησίς της ήτον παρά φύσιν, έτσι και ο θάνατός της δεν ηδύνατο να έλθη κατά φύσιν.

Δηλαδή οι Πέρσαι, όταν εφύλατταν τον μέτριον βαθμόν της δουλείας και ελευθερίας επί Κύρου, πρώτον μεν αυτοί ήσαν ελεύθεροι, έπειτα δε κυρίαρχοι πολλών άλλων. Διότι οι άρχοντες μετέδιδαν την ελευθερίαν εις τους εξουσιαζομένους και σύροντες αυτούς μάλλον προς την ισότητα ήσαν φίλοι οι στρατιώται με τους στρατηγούς και προθύμως επρόσφεραν τον εαυτόν των εις τους κινδύνους.

Προηγουμένως είχε προπαρασκευάσει τα πνεύματα λέγων πάντοτε εις αυτούς ότι, οιοσδήποτε και αν ήτο ο στόλος, όστις έμελλε να επέλθη, ουδέποτε θα ήτο τοσούτος, ώστε να μη δυνηθούν να αντισταθούν κατ' αυτού· και οι στρατιώται προ πολλού είχαν σχηματίσει την απόφασιν ότι όντες Αθη, ναίοι δεν έπρεπε να υποχωρήσουν ενώπιον των πελοποννησιακών πλοίων, όση και αν ήτο η πληθύς αυτών.

Αλλ' οι στρατιώται δεν ενόμισαν αναγκαίον να συγκινηθώσι· διαρρήξαντες δε διά πελέκεων την θύραν, ενώ μάτην ο ήρως εξηκολούθει χειρονομών από του εξώστου και κραυγάζων, και περιφέρων πάντοτε την σπάθην του εις της ερωμένης του τον λαιμόν, και γυμνών τα στήθη του και προκαλών τους πυροβολισμούς των στρατιωτών, εισήλθον εκείνοι εις τον οίκον, και τον συνέλαβον εν πάση πεζότητι.

Τι στρατιώται, κνώδαλον, — ο Χάρος να σε πάρη! Με τα σαβανωμένα σου αυτά τα μάγουλά σου όποιος σε ιδή θα φοβηθή! Τι στρατιώται; λέγε! ΥΠΗΡΕΤΗΣ Οι Άγγλοι, ω αυθέντα μου. ΜΑΚΒΕΘ Φύγε απ' εδώ! Κρημνίσου!

Οι στρατιώται και προ πάντων οι εσχάτως ελθόντες από τας νήσους, όντες ασυνείθιστοι από τοιαύτα πράγματα, συνήρχοντο πλησίον της θαλάσσης και απέβλεπον προς αυτήν, ως το μόνον μέσον της σωτηρίας των.

Λέξη Της Ημέρας

συμπάθα·

Άλλοι Ψάχνουν