United States or Tonga ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πέρα στις γωνιές κάθονταν τα τετράδιά του, κιτρινοφυλλιασμένα και σκουντουφλιάρικα, σα μούμιες βασιλειάδων στις γωνιές μιας πυραμίδας. Κοντά του έστεκαν οι βιβλιοθήκες κι απάνω στη μεσανή καθότανε σα Σφίγγα η γάτα του σπιτιού, ακόμα βουτηγμένη στο άγνωστο όνειρό της. Στον τοίχο κρεμότανε το κέντημα της Ελπίδας κ' έλαμπαν πέραδώθε τα χρυσάφια του, σαν διάφανο νερό στα μαύρα χάλαρα λαγκαδιού.

« Τέλος με βγάζουν, μ' οδηγούν » Μεςτα πατριαρχεία. » Με φέρνουνε στη μεσανή » Τη θύρα που μεγάλη » Τριχιά κρεμώντανε. Μ' αυτή » Μου δέσαν το κεφάλι » Απ' το λαιμό. Και η ψυχή » Μου πέταξεν αγίαΤο λόγο δεν απόσωσε. Απ' το πλευρό του τότε Σηκώθηκε της πόλεως Τ' Αδριανού ο ήρως, . Και λέγει «Μήπως κ' εις εμέ » Δεν έπεσε ο κλήρος » Κρεμάλας; Δεν μ' εκρέμασαν » Άνομοι στρατιώται

Οι τρεις καθηγητές, σκυμμένοι τώρα στα χερόγραφά τους, διαβάζουν αχόρταγα σα να ρουφούν τ' αθάνατο νερό. Με το μολυβάκι τους σημειώνουν στο χαρτί καθετί που τους φαίνεται αξιοθύμητο. Πίσω τους στέκουν οι βιβλιοθήκες ορθές, σαν κατάδικοι πιστάγκωνα δεμένοι στους τοίχους. Απάνω στη μεσανή κάθεται σα Σφίγγα η γάτα του σπιτιού, βυθισμένη στο άγνωστο όνειρό της.