United States or India ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εσύ έχεις μάθη στα νερά να ζης ολοκαιρής σου· Σε ταύτα μέσα περπατής να βρης την πόρεψί σου. Όμως εγώ, κυρ Μπάκακα, περνάω μ' άλλους τρόπους, 95 Και βρίσκομαι συγκάτοικος, και ζιώ με τους αθρώπους. Γιατί έτζι απεφασίστηκα, το φυσικό μου κλίνει, Να γεύομαι άκοπα και εγώ απ' όσα τρων και εκείνοι.

Άλλοι Κριτικοί ευρίσκουν τον λόγον της ηθικής αμηχανίας του Αμλέτου εις την δυσκολίαν της αποστολής του· κατ' αυτήν την γνώμην, προς την οποίαν κλίνει η κριτική της εποχής μας, ο Αμλέτος στενοχωρείται από την σκέψιν ότι καλείται να τιμωρήση κακούργημα το οποίον αυτός μόνος γνωρίζει, ώστε, εάν φονεύση τον φονέα του πατρός του, θα εκτελέση δικαίαν πράξιν, την οποίαν όμως δεν δύναται να δικαιολογήση εις τα όμματα του κόσμου.

Ανέπνευσεν ευρυστέρνως. Εκινήθη ως να ήθελε να γυρίση οπίσω λησμονήσας πού επήγαινε. — Κάτι τι σαν σαγανάκι, έλεγε μόνος του έπειτα, μου παρουσιάσθη. Έτσι ενώ και η βάρκα πηγαίνει καλά και ελεύθερα, παρουσιάζεται έξαφνα τα σαγανάκι, ορμητικόν και άτακτον αέρος ρεύμα παροδικόν, και κλίνει η βάρκα αντιθέτως και σύρεται το ιστίον προς τα κάτω και κάμνει η βάρκα ως να θέλη να γυρίση πίσω.

Εάν ο είς των δύο ήναι ολίγον κατώτερος του άλλου, φιλούνται εις τας παρειάς· αλλ' εάν ο είς ήναι πολύ κατώτερος του άλλου, ο κατώτερος κλίνει και προσκυνεί τον ανώτερον. Μετά τον εαυτόν των τιμώσι προ πάντων τους πλησίον αυτών οικούντας, έπειτα τους γείτονας των πλησίον οικούντων, και ούτω καθεξής, αναλόγως της αποστάσεως.

Αι κεφαλαί αι μάλλον υψηλόφρονες είχον κλίνει το πάλαι προ της Ακτής, της ευνοούμενης τότε του Νέρωνος. Είχε φανή αξία της ευγνωμοσύνης πολλών και δεν είχε δημιουργήσει εχθρούς. Η Ποππέα αυτή δεν είχε κατορθώση να την μισή. Τώρα την εθεώρουν ως ασημοτάτην και ανίκανον να προκαλέση φθόνον.

Η φύσις μας κλίνει πολύ εις αυτήν, και όμως αρκεί άπαξ μόνον να έχωμεν την δύναμιν να βιάσωμεν τον εαυτόν μας, και η εργασία φεύγει τότε από τα χέρια μας, και ευρίσκομεν εις την ενέργειαν αληθή ευχαρίστησιν. — Η Φρειδερίκα επρόσεχε πολύ, ο δε νεανίας αντείπεν ότι δεν είναι κανείς κύριος του εαυτού του, και ολιγώτερον από όλα δύναται να εξουσιάση τα αισθήματά του. — Εδώ πρόκειται περί δυσαρέστου αισθήματος, απεκρίθηκα, του οποίου καθένας αγαπά ν' απαλλάσσεται, και κανείς δεν ηξεύρει πόσον εκτείνονται αι δυνάμεις του, πριν τας δοκιμάση.

Σήμερα που όλος ο κόσμος λέει ο πατέρας και που χάθηκε η περιττοσύλλαβη ονομαστική, όσοι γράφουνε γράφουν πατήρ. Αντίς να πάρουν τον τύπο το ζωντανό παίρνουν έναν τύπο αρχαίο. Είναι σα να είχαν κλίνει και γράψει στη Γαλλία amas, στον καιρό που έλεγαν όλοι tu aimes. Η γλώσσα που γράφεται χωρίστηκε από τη γλώσσα που μιλιέται.