Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025
Ήτα πεντηκοντούτης περίπου, κατ' εκείνην δε την περίοδον της ζωής μου εθεώρουν τους πεντηκοντούτεις ως γέροντας· αλλ' η ευθυμία του δεν επέβαλεν όσον σέβας προϋπέθετεν η μεταξύ μας διαφορά ηλικίας. Απ' εναντίας είχομεν γίνει εντός ολίγου φίλοι, ως συνομήλικοι. Ο ιατρός εκάθισε πλησίον μου προς εξακολούθησιν της συνδιαλέξεως και είδε τότε κατά πρώτον τους αντικρύ μου καθημένους ξένους.
Μετά δε ταύτα λέγουσιν οι Καρχηδόνιοι ότι την εγνώρισαν, καθότι ο Αχαιμενίδης Σατάσπης ο υιός του Τεάσπιος, σταλείς επί τούτω δεν περιέπλευσε την Λιβύαν· αλλά φοβηθείς το μήκος του πλου και την ερημίαν, επέστρεψεν οπίσω χωρίς να εκτελέση την ποινήν την οποίαν τω επέβαλεν η μήτηρ του.
Τότε ο Ταλθύβιος, εις τον οποίον ανήκεν η περί τούτου μέριμνα, σταθείς εν τω μέσω, επέβαλεν εις τον στρατόν σιγήν και ευλαβή προσήλωσιν, ο δε μάντις Κάλχας, γυμνώσας από του κολεού οξείαν μάχαιραν, έθεσεν αυτήν εντός ολοχρύσου κανίστρου και εστεφάνωσε με άνθη την κεφαλήν της κόρης.
Αλλά την εποχήν εκείνην διεδέχθη εποχή πολιτισμού, και αι υποχρεώσεις, ας εφαντάσθημεν ότι επέβαλεν ημίν η τροπή των χρόνων, ήσαν φοβεραί και μεγάλαι. Τι να τα κάμωμεν πλέον τα ελληνικά; Τι να κάμωμεν τον υγιά και άγιον των πατέρων υμών άρτον, δι' ου εν χρόνοις δουλείας και σκότους περιέσωσαν εκείνοι από του κατακλυσμού την εθνικότητα αυτών και ημών; Ήτο πλέον δυνατόν να ζήσωμεν χωρίς γαλλικά;
Καθώς λοιπόν είπαμεν και προηγουμένως το &είρειν& είναι χρήσις του λόγου, το δε ομηρικόν ρήμα &εμήσατο& σημαίνει μηχανώμαι. Από τα δύο λοιπόν αυτά, δηλαδή το &είρειν& και το &εμήσατο&, σχεδόν μας επέβαλεν ο νομοθέτης να ονομάσωμεν αυτόν τον θεόν, ως να μας έλεγε: ω άνθρωποι, εκείνος όστις το &είρειν εμήσατο& είναι ορθόν να ονομάζεται από υμάς Ειρέμης.
Αλλ' ο γέρων βλέπων το ανθηρόν της υγείας του, μετ' ολίγον καιρόν επέβαλεν εις αυτόν να περιέρχηται την πόλιν μετά μεγάλου δισακκίου και να συνάζη ελέη των χριστιανών, διά τον Άγιον Γεώργιον. Εις το χωρίον του, είνε αληθές, ο Μιστόκλης εξετέλει και αγροτικάς εργασίας, αλλ' είχεν έλθει εις τας Αθήνας, αποβλέπων εις στάδιον ευγενέστερον.
Όταν λοιπόν, αφού την απεθέωσα, ηθέλησα να την μεταχειρισθώ ως εύμορφην θνητήν, ενόμισεν ότι επέβαλεν εις αυτήν η αποθέωσις να υποκριθή ολίγην αντίστασιν εις τους πόθους μου, και εγώ ο μεγαλοκέφαλος βλαξ, αντί να αψηφήσω την σκιάν εκείνην αντιστάσεως και να προβώ από των μεταφυσικών εις τα φυσικά, ως η ερωμένη μου ήλπιζε βεβαίως και επεθύμει, ήρχισα να παραπονούμαι και να μεμψιμοιρώ, να γίνωμαι ελεγειακός, μονότονος και επί τέλους ανιαρός.
Συνεκινήθη τότε και ο γέρων, εδάκρυσε, μας ησπάσθη, και μας ηυλόγησεν· η δε συγκίνησις αύτη τω επέβαλεν επί τινα ώραν σιωπήν, την οποίαν επί τέλους διέκοψε διά των ακολούθων λόγων, οίτινες βαθέως έμειναν εντυπωμένοι εις την ψυχήν μου, και ζωηροί πάντοτε επανέρχονται εις τα ώτα μου.
Ο Ιώσηπος, όστις έζησε τρία έτη μετ' αυτού εις το ορεινόν σπήλαιόν του, περιγράφει τας αυστηράς στερήσεις, τας οποίας επέβαλεν εις εαυτόν και τον πλήρη σκληραγωγιών βίον του, και μας λέγει, πως ενεδύετο με φύλλα, και πως ετρέφετο με ρίζας και πως νυχθημερόν κατεβυθίζετο εις τα παγερά ύδατα, διά να διατηρήται το σώμα του πάντοτε καθαρόν και η καρδία του αγνή.
Διά τούτο τα βουλεύματα των θεών μένουσι πάντοτε κεκρυμμένα από της όψεως των ανθρώπων, ενώ τούτων τα διανοήματα πάντοτε φανερά εις το βλέμμα εκείνων πρόκεινται. Ο Αννίβας τεθορυβημένος και αμηχανών, ηθέλησε να ψελλίση λέξεις τινάς εις απολογίαν του, αλλ' η Νύμφη τω επέβαλεν εκ δευτέρου διά του νεύματος σιγήν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν