United States or Puerto Rico ? Vote for the TOP Country of the Week !


« Ήλιε μου και τρισήλιε μου και κοσμογυριστή μου, » Σαν τέτοιον άντρα επιθυμώ, σαν τέτοιον άντρα θέλω, » Να δώσω την αγάπη μου, να δώσω την καρδιά μου, » Και τη χρυσή αρραβώνα μου, την πολυγυρεμένη, » Που χίλοι την εγύρεψαν και χίλιοι την γυρεύουν » Και χίλιοι φαρμακώθηκαν πο την πολλή τους λύπη, » Κι’ ακόμα δεν την έδωκα κι’ ακόμα δεν τη δίνω, » Γιατ’ όσοι μου την ζήτησαν και την ζητούν, κανένας » Δεν είνε άξιος κι’ ώμορφος, γερός και παλληκάρι, » Όπως το θέλει η Μοίρα μου, το μαύρο ριζικό μου

Τελειώνοντας να μιλούμεν με αυτόν τον τρόπον με έβαλε και εκάθησα κοντά της και μου εφανέρωσε πως ονομάζεται Γαντζάδα, και ότι αυτή ήτο θυγατέρα ενός μεγάλου βεζύρη του βασιλέως της Σερενδίβ ο οποίος αποθαίνοντάς της άφησε μεγαλώτατα πλούτη, και ότι πολλοί ευγενικοί και αξιωματικοί νέοι την εγύρεψαν διά γυναίκα, και ολωνών τους το αρνήθη με το να μην ηθέλησε να λάβη καμμίαν απόφασιν.

Δεν έλειψαν να τύχουν υποκείμενα άξια που να με γυρέψουν εις υπανδρείαν και ήθελαν είνε πολλοί χρόνοι που θα ήμουν υπανδρευμένη, αν ο πατέρας μου δεν ήθελεν έχει την σκληρότητα να τους αρνηθή ολωνών εκείνων που με εγύρεψαν διά να υπανδρευθώ· εις τον ένα έλεγε πως είμαι στεγνή ωσάν ένα ξύλον· εις άλλον πως είμαι υδρωπική· εις άλλους κουτσή και κρατημένη, και εις άλλους τρελλή και ότι έχω λέπραν, και είμαι πάντα άρρωστη· κοντολογής με παρασταίνει διά ένα πλάσμα ανάξιον της ανθρωπίνης ενώσεως, και μου έβγαλεν όνομα πως είμαι μία ασχημοτάτη, που παρόμοια εις τον κόσμον δεν είναι, και κανείς πλέον δεν με ζητεί· όθεν είμαι καταδικασμένη εις μίαν παντοτεινήν σωφροσύνην χωρίς την θέλησίν μου.

Ορθοπλωρίζω δύσκολα και ρωτάω. — Τ' είνε μωρέ; τι πάθατε; βοήθεια θέλτε; — Ο Μανωλιός μας πνίγηκε!... ο Μανωλιός μας χάθηκε!... θρηνολογεί ο καπετάν Τραγούδας. Η καταστροφή έλυωσεν ευθύς το χιόνι της καρδιάς του... Κακόμοιρο παιδί! Νερό επήγε να σύρη με τον κουβά, επαραπάτησε στο ξύλο, έπεσεπάει. Όσο και αν εγύρεψαν οι βάρκες πουθενά δεν τον ηύραν.

Ετούτη η δυστυχία επάνω εις το ριζικόν της Φατμές τους έφερεν εις το άκρον της θλίψεως και της απελπισίας, μην ημπορώντας να μάθουν το τι έγινε. Δεν έφθασεν αυτό, που την εγύρεψαν εις όλην εκείνην την πόλιν, αλλά ηθέλησαν να την γυρέψουν και εις όλα τα περίχωρα και εις όλες τες στράτες, που επήγαιναν εις άλλες πολιτείες.