United States or Côte d'Ivoire ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' εκείνος ποιών επί της ομηγύρεως το σημείον του σταυρού, ήρχισε να ομιλή μετά παραφοράς, κραυγάζων: — Μετανοήσατε από των αμαρτιών σας, διότι η ώρα ήγγικε, το τέλος επήλθεν. Επί την πόλιν της κακίας και της ακολασίας, επί την νέαν Βαβυλώνα, ο Κύριος απέλυσε την φλόγα την αδηφάγον. Εσήμανεν η ώρα της κρίσεως, της οργής και της καταστροφής. Ο Κύριος υπεσχέθη ότι θα έλθη, και άρτι όψεσθε αυτόν.

Και σήμερον όσοι έρχονται εις την Βαβυλώνα διά του Ευφράτου, προσεγγίζουσι τρις εις την κώμην ταύτην και επί τρεις αλλεπαλλήλους ημέρας. Και τούτο μεν ούτως εποίησεν έπειτα δε κατεσκεύασεν εις αμφοτέρας τας όχθας του ποταμού αναχώματα αξιοθαύμαστα διά το ύψος και το μέγεθός των.

Ιδόντες δε οι παρά του Κύρου τεταγμένοι επί τούτω παρά τας όχθας του Ευφράτου ότι ο ποταμός εκατέβη τοσούτον ώστε το ύδωρ να φθάνη μόνον μέχρι του μηρού του ανθρώπου, ωφελήθησαν εκ τούτου και εισήλθον εις την Βαβυλώνα.

Μετά ταύτα επρομηθεύθημεν όλα τα αναγκαία διά το ταξείδι μας προς την Βαβυλώνα και ανεχωρήσαμεν με καταλληλότατον αέρα· όθεν το βασιλόπουλον, εγώ και οι αδελφές μου επερνούσαμε με μεγάλην ξεφάντωσιν εις το πλοίον μας, αλλ' ο φθόνος ουκ οίδε προτιμάν το συμφέρον.

Και ποιος το είπε: Αμέ και τι θαρρείς πως ονειρεύουμαι τόσα χρόνια άλλο, παρά νάχω κ' ένα δικό μου σπιτικό στη Βαβυλώνα, της αδερφής μου το σπιτικό, και να κάμνω κονάκι, που χρόνος δε διαβαίνει δίχως να πλανιέμαι στα μακρινά εκείνα τα μέρη. Να σου πω, μάννα, τα βαρέθηκα πια τα χάνια της ξενιτειάς. Θέλω, σαν πηγαίνω, να βρίσκω δικό μου σπίτι.

Είχε δε ανοιχθή άλλη έξοδος κατέναντι της εισόδου, όπως λέγεται ότι έπραξαν και οι Μακεδόνες εις την Βαβυλώνα κατά την ασθένειαν του Αλεξάνδρου, ότε ο Μακεδονικός στρατός περικυκλώσας τα ανάκτορα εζήτει να ίδη τον θνήσκοντα βασιλέα και να του απευθύνη τον τελευταίον χαιρετισμόν.

Έχοντες δε επιτήδειον τον αέρα εμισεύσαμεν εκείθεν και μετά ολίγων ημερών αρμένισμα, εφθάσαμεν εις κάποια νησιά, και αράξαντες εκεί επούλησα το περισσότερον μέρος από τας πραγματείας που είχον με μετρητά εις καλήν τιμήν και άλλα τα έκαμα αλλαγήν με άλλας πραγματείας χρησίμους διά την Βαβυλώνα.

Όθεν την διωρισμένην ημέραν όλοι οι άρχοντες του παλατίου με εσυντρόφευσαν με μεγάλην προπομπήν έως εις το πλοίον και, εκεί αποχαιρετηθέντες, εμισεύσαμεν την ερχομένην ημέραν με επιτηδειότατον αέρα, και με σκοπόν να γυρίσω αγλήγωρα και ασφαλώς εις Βαβυλώνα.

Πρέπει νάρθανε. Η ίδια. Μπαίνει ΚΩΣΤΑΝΤΗΣ, ΣΑΡΑΝΤΗΣ, ΚΡΑΛΗΣ Δέσπω. Καλώς τους και πάλι καλώς τους! Μα γιατί δα και τόση άργητα; Ή τάχα για να μας φέρετε κι άλλον ένα λεβέντη μαζί σας; Από το γελαζούμενο πρόσωπό του το νοιώθω πως είνε ο φίλος του Κωσταντή μου, ο κυρ Κράλης από τη Βαβυλώνα. Κράλ. Καλά ταπομάντεψες, αρχόντισσα.

Εις το αναμεταξύ που μου εδιηγείτο ο νέος την ιστορίαν του, εγώ τον εθεωρούσα με προσοχήν ώστε με εφάνη τόσον ωραίος, τόσον χαριτωμένος, που τον ηγάπησεν η ψυχή μου και μου εκίνησεν εις τοιούτον έρωτα, που ποτέ δεν εδοκίμασα παρόμοιον και μη ημπορώντας να υπομείνω από τον έρωτα, του εφανέρωσα την γνώμην μου, και του είπον ότι εις το εξής είσαι αυθέντης και εις εμένα και εις το καράβι μου και να έλθης μαζί μου εις την Βαβυλώνα, που διοικεί ένας ευσπλαγχνικώτατος Βασιλεύς, και θέλει σε τιμήσει κατά την αξίαν σου διά να αποφύγης τούτον τον φοβερόν τόπον.