United States or Barbados ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είπε, και αυταίς εγέλασαν, κ' έβλεπε η μια την άλλη, 320 και άσχημα η καλοπρόσωπη τον ύβρισε Μελάνθω, οπ' ο Δολίος γέννησε, και ανάστησε ως παιδί της η Πηνελόπη και αρεστά παιγνίδια της εδώρει• την Πηνελόπη μ' όλ' αυτά ποσώς δεν συμπονούσε, αλλά με τον Ευρύμαχον έσμιγ' ερωτεμμένη. 325 εκείνη τότε ωνείδισε πικρά τον Οδυσσέα• «Άθλιε ξέν', ανόητος, ξεμυαλισμένος είσαι• εις εργαστήρι χαλκουργού δεν πας να ξενυκτήσης ή και εις χωνάκι, μόν' εδώ μωρολογείς με θάρροςάνδραις πολλούς ανάμεσα και δεν σε πιάνει φόβος. 330 ή το κρασί σ' εμώρανεν, ή πάντοτ' είναι ο νους σου ως είναι τώρα, και γι' αυτό λόγια πετάς χαμένα. ή επαίρεσ' ότι ενίκησες τον ψωμοζήτην Ίρο; κύττα μην άλλος σηκωθή καλήτερος του Ίρου, και με τα χέρια τ' ανδρικά το καύκαλο σού σπάση, 335 και από το δώμα διώξη σετο αίμα βουτημένον».

Αυτός ακολούθησε να μιλήση διά τον έρωτά του, και εβίασε τόσον την Ρετζίαν διά να του ανταποκριθή, που τέλος πάντων την έκαμε να χάση την υπομονήν της, και άρχιζε να τον ονομάζη αδιάκριτον και αυθάδη, και ωνείδισε την τόλμην του με πρόσωπον πολλά άγριον και θυμωμένον.

Αυτά 'πε, και αγανάκτησαν υπέρμετρα οι μνηστήρες· 285 το στιλπνό τόξο μην αυτός τανύση εφοβηθήκαν· κ' εφώναξ' ο Αντίνοος, ωνείδισέ τον κ' είπε· «Ω ξέν' ελεεινότατε, φρέναις ποσώς δεν έχεις· και δεν αρκεί σ' ότ' ήσυχος εις τους υπερηφάνους εμάς συντρώγεις και άφθονοτα γεύματ' έχεις μέρος, 290 και ότι την ομιλία μας, τους λόγους μας ακούεις· και άλλος τους λόγους μας πτωχός και ξένος δεν ακούει· σε βλάπτει το γλυκό κρασί, και αυτό ζαλίζει εκείνους 'που το ρουφούν υπέρμετρα· δεν έχει αυτό τυφλώσει τον λαμπρόν Ευρυτίωνα, τον Κένταυρον, ότ' ήλθε 295των Λαπιθών το κάλεσμα, 'ς του ενδόξου Πειριθόου το μέγαρο; απ' το κρασί τυφλώθη, επάρθη, ο νους του, και μες το δώμ' ανόμησε φρικτά του Πειριθόου. κ' οι ήρωες ωργίσθηκαν, τον ποδοσύραν έξω, αφού μ' άπονη μάχαιρα μύτη και αυτιά του κόψαν, 300 και αυτός, 'που 'παθε τύφλωσιτον νουν, επήρε δρόμο κ' έσερνε με τυφλή ψυχή την μαύρη συμφορά του. όθεν κατόπ' οι Κένταυροι κ' οι άνδρες πολεμούσαν· και το κακό ζήτησε αυτός κ' ηύρε απ' την μέθη πρώτος. και σέν' ομοίαν συμφοράν προλέγω σου αν το τόξο 305 τανύσης· καιτον τόπο μας προστάτην μη προσμένης· αλλά σε στέλνουμεν ευθύς μ' ολόμαυρο καράβιτον βασιλέαν Έχετον αδικητήν του κόσμου, άφευκτα εκεί ν' αφανισθής^ αλλ' ήσυχα εδώ πίνε και με τους νεωτέρους σου συ μη φιλονεικήσης». 310

Ιδού με τι τρόπον εβγήκα από το χαρέμι της βασιλοπούλας, και από τον νέον κίνδυνον, που εξ απροσεξίας είχα πέσει· ύστερα από ολίγον επήγα και αντάμωσα τους συντρόφους μου. Ο Οντάμπασης των τζοχανταρέων με έκραξε, και με ωνείδισε που έμεινα έξω από το παλάτι εκείνην την νύκτα, τον οποίον με μίαν πρόφασιν τον εκαταπράυνα.

Του απάντησεν ο Ευρύαλος, και αγνάντια ωνείδισέ τον• «Αλήθεια, δεν μου φαίνεσαι, ω ξένε, γυμνασμένος εις τα πολλ' αγωνίσματα, 'ς τον κόσμον όσα υπάρχουν, 160 αλλ' άνδρας, οπού με τρανό καράβι τριγυρίζει, ναυτών εμπόρων αρχηγός, και πάντοτ' είναι ο νους του εις το φορτίο, και άγρυπνοταις πραγματειαίς το μάτι, και προς τα κέρδη τ' αρπακτά• και αγωνιστής δεν δείχνεις».

Αυτά 'πε, και τον άκουσε μακρόθε η Πηνελόπη η φρόνιμη, και ωνείδισε την δούλα και της είπε· 90 «Σε βλέπω, σκύλ' αδιάντροπη, ν' αυθαδιάζης πράξι, 'που θα σφογγίσης έπειτα συ με την κεφαλή σου· ότι καλώς το γνώριζες, είχες ακούσει ότ' είπα πωςτα ιδικά μου μέγαρα τον ξένον να εξετάσω έμελλα ως προς τον άνδρα μου, ενώ με φθείρ' η λύπη». 95

Εκείνο δε που μ' επείραξε περισσότερον, είνε ότι και με ωνείδισε διά την συμφοράν μου και μου είπεν ότι ούτε ο πατέρας σου ο Ποσειδών θα σε θεραπεύση. ΠΟΣ. Ησύχασε, παιδί μου, διότι θα τον κάμω εγώ να μάθη ότι και αν μου είνε αδύνατον να θεραπεύω τα παθήματά των οφθαλμών, η σωτηρία όμως και η απώλεια των ταξειδευόντων ανήκει εις εμέ• ταξειδεύει δε ακόμη. 3. &Ποσειδώνος και Αλφειού.&