United States or Estonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά και ο Μανώλης, όπως ήτο φουρκισμένος, του εφώναξε να κάμη ό,τι θέλει· να το 'πη μαγάρι και του Θεού! Και τόσον εκοκκίνισεν από το κακό του, ώστε εφάνη μαύρος. — Μωρ' αυτός έχει αράπικο μπουρί σήμερο. Είντά 'παθε; είπεν ο Καρπάθιος προς τον Συκολόγον. Επί ώρας ειργάσθη, χωρίς να εκστομίση λέξιν.

Τον άνδρα, μούσα, λέγε μου, πολύτροπον, 'που εις μέρη πολλά επλανήθη, αφού έρριξε την ιερήν Τρωάδα• και ανθρώπων είδε αυτός πολλών ταις χώραις και την γνώμην έμαθε, καιτα πέλαγα πολλά 'παθε ζητώντας με τους συντρόφους άβλαπτος να φθάσητην πατρίδα. 5 αλλ' όμως δεν κατώρθωσε να σώση τους συντρόφους• ότι εχαθήκαν μόνοι τους απ' τ' ανομήματά τους• μωροί, 'που τ' Υπερίονα Ήλιου τα βώδια 'φάγαν, κ' εκείνος της επιστροφής τους πήρε την ημέρα. τούτα ειπέ κάπουθε κ' εμάς, θεά, κόρη του Δία. 10

Δυο μέρες τους παρακολούθησε, και τους είδε να διώχνουν κάθε τροφή, κάθε ποτό, πάθε στυλωτικό, και να ζητάη ο ένας τον άλλον σαν τυφλοί που βαδίζουν ψηλαφητά ο ένας προς τον άλλο: δυστυχισμένοι όταν εμαραίνοντο χωρισμένοι, και πειο πολύ δυστυχισμένοι όταν βρισκόντανε μαζύ και τρέμανε μπρος σ' τη φρίκη της πρώτης ομολογίας.

ΚΡΕΟΥΣΑ Σαν κάθεται στον τρίποδα πούνε κοινός για όλους. ΙΩΝ Μη τα γυρεύης, άφησ'τα' φέρνει ντροπή το πράμα. ΚΡΕΟΥΣΑ Αλλά κ' εκείνη που 'παθε, πονεί για αυτή την τύχη. ΙΩΝ Τέτοια μαντέματα, ναός δεν θα βρεθή να δώση• γιατί στον ίδιο του ναό, ν' ακούση κατηγόρια ο Φοίβος, με το δίκηο του σκληρά θα τιμωρήση αυτόν που θα την πη.

Και ο ξανθός Μενέλαος απάντησεν εκείνης• «Έτσι κ' εγώ τώρα νοώ, γυναίκα, ως συ νομίζεις• τα πόδια τέτοια φαίνονταν εκείνου και τα χέρια, των οφθαλμών η αστραψιαίς, και η κεφαλή και η κόμη• 150 και ως από τώρα ενθύμισα εγώ τον Οδυσσέα, κ' έλεα πόσα 'παθε για με, κ' εμόχθησεν εκείνος, κάτωτα μάγουλα πικρόν αυτός έχυνε δάκρυ, κ' εμπρόςτα μάτια σήκωσε την πορφυρή χλαμύδα».

Είπε, και ο αρηίφιλος Μενέλαος μεριμνούσε, αφού νοήση αλάθευτα, να του το ξεδιαλύνη• 170 τον πρόλαβ' η μακρόπεπλη Ελένη κ' ευθύς είπε• «Ακούτε το προμάντευμα, 'που τώρατην καρδία μου βάζουν οι αθάνατοι και ν' αληθεύση ελπίζω. την χήν' ως τούτος άρπαξε την σπιτοαναστημένην, και απ' τ' όρος ήλθ', οπού φωλειά και γένος έχει, —ομοίως 175 ο Οδυσσέας σπίτι του θε να 'λθη, αφούτα ξένα πλανήθη και πολλά 'παθε, κ' εκδίκησι θα πάρη• μην έφθασ' ήδη και κακά φυτεύει των μνηστήρων».