United States or British Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ναι, έτσι μου συνέβη, έτσι θα μου συμβή, και δεν είμαι ουδέ στο μισό καν γενναίος, ουδέ στο μισό αποφασιστικός, απ' ό,τι ο πτωχός δυστυχής, με τον οποίον σχεδόν δεν τολμώ να συγκρίνω τον εαυτό μου. 5 Σεπτεμβρίου. Είχε γράψει ένα γραμματάκι για να το στείλη εις τον άνδρα της εις την επαρχίαν, όπου έμεινε για υποθέσεις.

Μ' όλους χαίρεται φιλία Ο καθείς τον αγαπάει, Τον ζητάει μεταχαράς. Και γιατί τόση ευτυχία; Αφορμής γελοκαπάει, Κι' επειδή είναι μυταράς! Γ α σ τ ρ ί μ α ρ γ ο ς Σ' άλλα πράμματα θαρρώ. Οσους θέλω να ευρώ, Έναν μ' άλλον να συγκρίνω, Και σε λάθος να μη μείνω. Στη δική σου προκοπή Κάννας άλλος μην ειπή Εις της σφαίρας μας την πλάσι, Πως νά έφτασε, ή θα φτάσει.

Ο Ηρόδοτος λοιπόνδιά να επανέλθω εις αυτόνεθεώρει την πανήγυριν των Ολυμπίων ικανήν να καταστήση ένδοξον μεταξύ των Ελλήνων ένα συγγραφέα, ο οποίος εξιστόρησε νίκας όπως αυτός τας εξιστόρησεν. Εις εμέ δεκαι σας εξορκίζω εις τον Φίλιον Δία να μη υποθέσετε ότι παρεφρόνησα και ότι θέλω να συγκρίνω τον εαυτόν μου προς εκείνονσυνέβη κάτι τι παρόμοιον.

Ζητώ συγγνώμην από τον Πυθαγόραν, ο οποίος ήτο σοφός ανήρ και θεσπέσιος κατά τας ιδέας• αλλ' εάν ήτο σύγχρονος του ημετέρου Αλεξάνδρου, είμαι βέβαιος ότι θα εφαίνετο μικρός απέναντι αυτού. Αλλά δι' όνομα των Χαρίτων, μη νομίσης ότι λέγω ταύτα διά να υβρίσω τον Πυθαγόραν ή ότι θέλω να τους φέρω εις παραλληλισμόν και να συγκρίνω τας πράξεις των ως ομοίας.

Μα σε όλα, όσα της ανάπτυξα, απάντησε σα να μη με άκουγε πια· κι άμα σώπασα, ξακολούθησε την ίδια σειρά των στοχασμών της: — Γιατί είμαστε συ και γω πιο ευτυχισμένοι από τον άλλον κόσμο; Το είπε με τόση σοβαρότητα, σα να μελετούσε μονάχα ένα γνωστό και παραδεγμένο περιστατικό, και πρόστεσε: — Βρίσκω πως όλοι οι άλλοι είναι δυστυχισμένοι, όταν τους συγκρίνω με σε και με.

«Κάμ' έλεος, βασίλισσα, θεά 'σαι είτε θνητή 'σαι• και αν είσαι μία των θεών, 'που κατοικούντα ουράνια, 150 εσέ προς την Αρτέμιδα, 'πού κόρ' είναι του Δία, εις την ειδή, 'ς τ' ανάστημα, 'ς την πλάσι, εγώ συγκρίνω, και αν είσαι μία των θνητών, 'που κατοικούν τον κόσμο, μακάριος ο πατέρας σου και η σεβαστή μητέρα, μακαριστοί σου κ' οι αδελφοί, 'πού πάντοτε η ψυχή τους 155 ευφραίνετ' εξ αιτίας σου, χαραίς όλη γεμάτη, τέτοιο βλαστάρι όταν θωρούν εις τον χορό να λάμπη. αλλάόλους ανάμεσα χαράτον άνδρα εκείνον, 'που, αφούτα δώρα ενίκησεν, εσέ θα πάρη νύμφη. ότι τα μάτια μου ποτέ θνητό δεν είδαν πλάσμα, 160 άνδρα ή γυναίκα, ωσάν εσέ• θαυμάζ' όσο σε βλέπω• όμοιατην Δήλο, 'ς τον βωμό τ' Απόλλωνα πλησίον, φοινικιάν είδα τρυφερή, 'που εβλάσταινε με χάρι• ότι κ' εκείθ' επέρασα, μ' άπειρη συνοδία, εις το ταξείδι 'πώμελλεν εις πάθη να με φέρη• 165 και όπως αυτήν εθαύμασα πολληώρα, όταν την είδα, ότι φυτόν από την γη παρόμοιο δεν εβγήκε, όμοια σε θαύμασα, ω γυνή, θαμπώθηκα, όλος τρέμω να σου εγγίξω τα γόνατα• και μ' ηύρε μέγα πάθος. χθες την ημέραν εικοστή βγήκ' απ' το μαύρο κύμα, 170 και ως τότ' εθαλασσόδερνα με τους σφοδρούς ανέμους, απ' το νησί της Ωγυγιάς• κ' εδώ μ' έρριξ' η μοίρα τώρα, να πάθω άλλα κακά κ' εδώ, τι δεν πιστεύω να παύση ακόμη, αλλ' οι θεοί πολλ' άλλα μου ετοιμάζουν. βασίλισσ', ελεήσου με, ότ' ύστερ' από μύρια 175 πάθη σέ πρώτην απαντώ• ότι άνθρωπον κανέναν, απ' όσους έχει τούτ' η γη και η χώρα δεν γνωρίζω• την πόλι δείξε μου και δος, να σκεπασθώ, ένα ράκι, αν κάποιο τύλιγμ' έφερες εδώ των ενδυμάτων. κ' εσέ να δώσουν οι θεοί τα όσα η ψυχή σου θέλει• 180 άνδρα και σπίτι κ' εύμορφην ομόνοια να χαρίσουν• ότι δεν είναι εις την ζωή λαμπρότερη ευτυχία, παρ' αν το σπίτι κυβερνούν με μια και μόνη γνώμη ο άνδρας με την σύντροφο• λύπη για τους εχθρούς των, χαρά των φίλων και τ' ακούν μάλιστα εκείνοι πρώτοι». 185