United States or Anguilla ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα ο παινεμένος σύντροφος του Δομενιά, ο Μηριόνης, πιο πίσω, ως πες μια κονταριά, πιλάλαε απ' το Μενέλα, τι πιο αργοκίνητα αλόγα αφτός τραβούσε απ' όλους, 530 όντας κι' ατός του ακάτεχος σ' αμαξοσύνης τέχνες. Κι' ο γιος τ' Αδμήτου ερχότανε στερνός ξεμεινεμένος, και θώραες πέρα τ' άλογα που τούσερναν τ' αμάξι.

ΑΛΚΗΣΤΙΣ Δεν είμαι πια μαζί σας. ΑΔΜΗΤΟΣ Τι κάνεις; Μας αφήνεις; ΑΛΚΗΣΤΙΣ Ναι. Χαίρετε. ΑΔΜΗΤΟΣ Αλλοίμονό μου! εχάθηκα ο άμοιρος. ΧΟΡΟΣ Πάει. Δεν υπάρχει πλέον. Επέθανε η δύστυχη γυναίκα του Αδμήτου. ΕΥΜΗΛΟΣ Αλλοίμονό μου! Επέθανε η μάννα μας, πατέρα, και με αφήνει ορφανό• τα μάτια της κλεισθήκαν και πέσανε τα χέρια της.

Ω του Αδμήτου ανάκτορα, που αν και θεός μεγάλος εδέχθηκα να κάθωμαι στων δούλων το τραπέζι, χαίρετε τώρα. Αίτιος αυτής μου της δουλείας ήτανε ο Ζευς που σκότωσε με ένα κεραυνό του τον γυιό μου τον Ασκληπιόν. Εγώ απ' τον θυμό μου τους Κύκλωπας εσκότωσα, που την φωτιά δουλεύουν και τηνε κάνουν κεραυνούς για τον πατέρα Δία.

Και έτσι ενώ τώρα εγώ φροντίζω μέσ' στο σπίτι για ένα ξένο, που ληστής θα είναι ή κακούργος, εκείνη πάει, χωρίς εγώ να πάω από πίσω, χωρίς να πιάσω μια στιγμή το χέρι και να κλάψω εκείνην που για όλους μας μητέρα, αλήθεια, ήταν. Γιατί από πολλά κακά μας έσωζε, με γλύκα, όταν περνούσε τον θυμό του Αδμήτου. Έχω δίκηο λοιπόν να τον σιχαίνωμαι τον ξένο μας που ήρθε μέσα σε τέτοιες συμφορές;

Δεν σ' έφτασε που εμπόδισες τον θάνατο του Αδμήτου και που της Μοίρες γέλασες με τέτοιαν απιστία, αλλά σε βρίσκω πάλι εδώ με τόξα και με βέλη, για να φυλάξης τη ζωή της κόρης του Πελία, που εδέχθη να πεθάνη αυτή για να γλυτώση εκείνος; ΑΠΟΛΛΩΝ Ησύχασε• έχω κ' εγώ τους λόγους μου. Και έχω μαζί μου εγώ το δίκαιον. ΘΑΝΑΤΟΣ Αφού το δίκηο έχεις, τι θέλουνε τα βέλη σου;

Δεν μου λες, είπεν ο Δημώναξ, εάν καώ, υπέρ πατρίδος θα το πάθω; Τι φρονείς περί του κάτω κόσμου; τον ηρώτησέ τις. Περίμενε, απήντησε, και άμα πάω θα σου γράψω. Κάποιος Άδμητος, ασήμαντος ποιητής, έλεγεν ότι έγραψε μονόστιχον επίγραμμα, το οποίον άφηνε παραγγελίαν να χαραχθή επί της στήλης του τάφου του• ιδού δε και το επίγραμμα: Γαία λαβ' Αδμήτου έλυτρον, βη δ' εις θεόν αυτός .

Και τούτο έλεγα από πριν, αλλά το λέω και τώρα, που βλέπω την απίστευτη του Αδμήτου ατυχία. Έπειτα απ' την απώλεια τέτοιας χρυσής γυναίκας μία ζωή αβάστακτη θα είναι η ζωή του. Άλκηστις, Άδμητος, Εύμηλος. — Ο χορός. ΑΛΚΗΣΤΙΣ Ω ήλιε! Ω φως και ω σύννεφα, που γρήγορα στα ύψη γυρίζετε και τρέχετε στον γαλανόν αιθέρα!

Αυτόν τον στέλνει ο Ευρυσθεύς στα παγωμένα μέρη της Θράκης, δύο άλογα ζευγάρι να του φέρη. Αυτός θα φιλοξενηθή στου Αδμήτου το παλάτι και μέσα από τα χέρια σου θα πάρη την γυναίκα. Έτσι κανένας από μας δεν θα χρωστάη χάρι σ' εσένα, και εγώ θα κάμω αυτό που θέλω και πιο πολύ θα σε μισώ αφ' ό,τι σ' εμισούσα.

Εκείνες εχαρίσαν σ' εμέ του Αδμήτου την ζωή, μα με τη συμφωνία πώς κάποιος άλλος θα βρεθή για κείνον να πεθάνη. Όλους τους φίλους ρώτησε ο Άδμητος και όλους κρυφά τους ξέτασε αν δέχονται. Αλλ' όμως όλοι αρνήθηκαν, κι' αυτός ο γέρος του πατέρας και η μάννα που τον γέννησε, κι' αυτή αρνιέται ακόμη. Και μόνο η γυναίκα του προσφέρεται θυσία, και δέχεται για χάρι του να χάση τη ζωή της.

Μα το στερνό σαν έτρεχαν το δρόμο τα γοργά άτια 373 πίσω ίσα στον ψαρύ γιαλό, τότε έλαμψε η αξία του καθενός, τι τόμπηξαν στα τέσσερα, κι' αμέσως 375 όλους ομπρός ξεπέρασε ο άξιος γιος τ' Αδμήτου, με το Διομήδη πούτρεχε τα Τρώικα βαρβάτα κατόπι του, όχι όμως μακριά, μον έτσι πες μια στάλα, τι όλο λες είταν ν' ανέβουν το μπροστινό τ' αμάξι, και ζέσταινε η ανάσα τους τη ράχη του Εβμήλου 380 και τους πλατιούς τους ώμους του, τι τρέχανε με πείσμα σα νάχαν τα κεφάλια τους απάνω του στημένα.