United States or Heard Island and McDonald Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τι λέτε πάλε να σας έδινα έτσι κανένα χουζουρεμένονε μισοδασκαλισμοδημοτικοκαθαρεβισμό; Φέρ' το αφτό, και μοιάζει λαμπρό πράμα. Όλα τάχει. Το σύστημα, για να σκοτώση κανείς τη δημοτική, βέβαια πως είναι πρώτης. Καλήτερο δεν υπάρχει.

Ω! — και δεν έχεις τη δύναμη να σηκώσης το πόδι από τη γη, να τελειώσης όλα τα βάσανά σου! — Δεν ήρθε ακόμη η ώρα μουτο αισθάνομαι! Ω Γουλιέλμε; Με πόση χαρά θα έδινα τη ζωή μου για να περάσω μέσα από τα σύννεφα σε κείνη την ανεμοζάλη, να πιάσω τα κύματα!

ΓΟΝΖ. Τώρα εγώ έδινα χίλια μίλια θάλασσα για μία ζευγιά άκαρπο χώμα· ας ήτουν μακρουλό ρίκι, βράχλο μαυρουδερό, ό,τι θέλεις· του θεού το θέλημ' ας γένη! αλλ' αγαπούσα καλύτερα να πεθάνω στεγνός.

Α! ωραίε θείε, να νικήσω σε μάχη με τη βοήθεια του Θεού, να κερδίσω την ειρήνη σου, και για σένα, να ξαναφορέσω το θώρακα και την περικεφαλαία! Αλλά τι σκέφτηκα; Θα ξανάπερνε την Ιζόλδη... Θα του την έδινα; Γιατί καλλίτερα, να μη με σφάξη στον ύπνο μου; Προ ολίγου, καταδιωγμένος απ' αυτόν, μπορούσα να το μισώ και να τον ξεχάσω. Είχε παραδώσει την Ιζόλδη στα χέρια των λεπρών.

Τότε ο Έφις άνοιξε τα χέρια και έκλινε λίγο το κεφάλι σαν να ήθελε να πει: τότε γιατί θέλετε τη συμβουλή μου; αλλά η ντόνα Έστερ έβαλε τα γέλια και σήκωσε, χτυπώντας τες νευρικά, τις δυο μαύρες άκρες από το σάλι της. «Και πού θα ’θελες να πάει, λοιπόν; Στο σπίτι του Ρετόρου σαν τους ξένους που δεν βρίσκουν πού να μείνουν;» «Εγώ δεν θα του έδινα καμία απάντηση», πρότεινε η ντόνα Ρουθ παίρνοντας από τα χέρια της Νοέμι το τηλεγράφημα που εκείνη δίπλωνε και ξεδίπλωνε νευρικά. «Εάν έλθει, καλώς να ορίσει.

Του φαινόταν πως καταλάβαινε τελικά γιατί ο Θεός τον έσπρωξε να εγκαταλείψει το σπίτι των κυράδων του και να φύγει περιπλανώμενος: ήταν για να δοθεί χρόνος στο Τζατσίντο να σκαλίσει βαθειά μες στη συνείδησή του και στη Νοέμι για να γιατρευτεί από το πάθος της. «Εάν έδινα αμέσως τη απάντηση στον ντον Πρέντου, όλα θα είχαν τελειώσει», σκεφτόταν με αίσθημα ανακούφισης και ονειρευόταν ενώ τον έπαιρνε ο ύπνος.

Εγώ ευχαριστώντας την εις τρόπον που της έδινα να γνωρίση μίαν ζωντανήν υποχρέωσιν, και παίρνοντας τα όσα μου έδωσεν αναχώρησα μετά χαράς μεγάλης. Και φθάνοντας σιμά εις την πόλιν της Κασμυρίας, έπειτα από ολίγας ημέρας αγόρασα ένα φόρεμα Δερβύσικον, και το ενδύθηκα, και αλείφοντάς με και με το νερόν, υπήγα εις την πόρταν της πόλεως.

Βρίσκομαι εδώ, στο χωριό, γιατί πρέπει να του αγοράσω ένα άλογο.» «Ένα άλογο από καλάμιρώτησε τότε ο ντον Πρέντου, γελώντας ηλίθια. «Α, να γιατί σε είδα να βγαίνεις από τη φωλιά της Καλίνα.» «Κι εσάς τι σας νοιάζει; Από εσάς δεν ζητήσαμε ποτέ τίποτα!» «Φυσικά, ανόητε! Δεν θα σας έδινα ποτέ τίποτε! Μια καλή συμβουλή μόνο, αυτή ναι! Αφήστε αυτό το παλικάρι εκεί που βρίσκεται