United States or Nepal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα ο Δόρκωνας ο γελαδάρης που είχε ανασύρει το Δάφνη και τον τράγο από το λάκκο, παλληκάρι που μόλις έβγανε γένια και που ήξερε και τ' όνομα και τα έργα του έρωτα, αμέσως από κείνη την ημέρα ερωτεύτηκε τη Χλόη· κι όταν επέρασαν κι άλλες πολλές ημέρες πιο πολύ εφλογιζόταν η ψυχή του· και περιφρονώντας το Δάφνη, σαν παιδί που ήτανε, εστοχάστηκε να τον παραμερίση ή με δώρα ή με φοβερίσματα.

Το πουρνό καθώς χαράζει Οχ την πείνα, που τα βιάζει, Ψίχα αγκάθι παν τζιμπόντας· Το ταξίδι ακολουθόντας. Μοναχά μ' αυτό το στόμα Δυο ημερόνυχτα ακόμα Μες το ίδιο ξεροτόπι Φέρουν γύρα οι στρατοκόποι. Η φοράδα, που αποβλέπει, Τον υγιό της, σ' ό,τι πρέπει, Για καλό του να πεδέψη, Και με τρόπο να ορμηνέψη, Εστοχάστηκε αρκετό του, Για τ' ανέγνωμο μυαλό του, Όσο τότες είχε πάθη, Απατό του για να μάθη.

Και τη Χλόη θα την ξαναϊδώ το καλοκαίρι, αφού καθώς φαίνεται δεν ήτανε γραφτό να την ιδώ το χειμώνα. Αφού εστοχάστηκε κάτι τέτοια κ' εμάζεψε το κυνήγι, ξεκίνησε να φύγη. Μα σαν να τον ψυχοπόνεσεν ο Έρωτας γίνονται τούτα: 7. Εβάνανε να φάνε ο Δρύαντας κ' οι δικοί του· εμοιράζονταν τα κρέατα· έβαναν ψωμί στο τραπέζι έπιαναν κρασί.

Ήτανε κάποιος Λάμπης, βοϊδολάτης κακός άνθρωπος, που κι αυτός εζητούσε τη Χλόη για γυναίκα από το Δρύαντα κι ως τα τώρα χαρίσματα πολλά του είχε δώσει για να πιτύχη το γάμο· άμα λοιπόν ένοιωσε, ότι, αν δώση την άδεια το αφεντικό, θα την πάρη ο Δάφνης, ζητούσε τρόπο που να θυμώση μ' αυτούς ο αφέντης· και ξέροντας, ότι αυτός αγαπούσε πολύ το περιβόλι, εστοχάστηκε να το χαλάση όσο μπορούσε περισσότερο και να το ρημάξη.