United States or Guernsey ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τότε βλέπω τον άνδρα να παρατηρή τους διαβάτας διά βλέματος παραδόξου· ευρίσκει έν άπνουν πτηνόν, διέπει άνθη του αγρού, και τοποθετεί αυτά εις τον πίλον του τον ανδρικόν. Τον βλέπω ακόμη ν' ανασύρη την περισκελίδα του, διαβαίνων ενώπιόν μου, και να επιδεικνύη την κνήμην του την αηδή, την οποίαν εθεώρει ως ωραίαν, και αξίαν ίνα επιδειχθή.

Τα προβλήματα του ιδεαλισμού και του ρεαλισμού, όπως τα εκθέτει, μπορεί να φαίνωνται στους πολλούς δίχως καμμιά συνέπεια στη μεταφυσική σφαίρα της αφηρημένης οντότητος όπου τα τοποθετεί, αλλά μετατόπισέ τα στη σφαίρα της Τέχνης και θα δης πώς πάλι είναι ζωντανά κ' έχουν τη σημασία τους.

Ο Ιουστίνος ο απολογητής, όστις εγνώριζε κάλλιστα την Παλαιστίνην, και όστις έζησεν ένα σχεδόν αιώνα μετά την εποχήν του Χριστού, τοποθετεί την σκηνήν της γεννήσεως εντός σπηλαίου.

Συντελούνται πολλάκις επί της γης ολέθρου και καταστροφής έργα, διά τα οποία θα είπης, ότι και αυτός ακόμη ο Θεός δίδει χείρα βοηθείας εις τον Σατανάν. Η πραγματική ευτυχία δεν είνε αντικειμενική, είνε υποκειμενική. Έκαστος άνθρωπος γεννάται με την ευτυχίαν εντός του, και την τοποθετεί όπου θέλει.

Εξάγει εκ του θυλακίου του έν άλλο γραμμάτιον, το διπλόνει απαραλλάκτως ως το άλλο, και το τοποθετεί εις το βάθος του κιβωτίου, ούτινος τακτοποιεί επιμελώς το περιεχόμενον ως καλή οικοκυρά.

Δε φαίνεται σχεδόν άλλο τίποτε από ρόδα κι από την πόρτα μπαίνει μια γυναίκα μόνη. Κρατεί στα χέρια ένα παιδί και το παιδί είναι νεκρό. Δε θέλει ναγγίση άλλος κανείς το αγαπημένο της και με τα ίδια της τα χέρια, που δεν τρέμουν, το τοποθετεί στην κάσα. Του βάζει στην αγκαλιά ένα μικρό ξύλινο μαλλιαρό σκυλάκι, που αγαπούσε να κοιμάται μαζί του όταν είτανε γερό και κανείς δε στοχαζότανε το θάνατο.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ εξέρχεται μετά προφυλάξεως εκ της οικίας της, κρατούσα λύχνον ανημμένον, τον οποίον τοποθετεί επί τινος λίθου και ομιλεί προς αυτόν: Ώ φως λαμπρό του λύχνου μου! — που στον τροχό τον πλάσανε, και ύστερα ψηλά ψηλά στο σπίτι τον κρεμάσανε! Λοιπόν το φως σου χύνε 'ς ό,τι μαζύ σου είνε.

Εταράχθη ολίγον. Πλην ίνα μη αποφανή, λέγει προς τον παριστάμενον πάνοπλον κλητήρα. — Τα τσακμάκια σου, Γέρω-Γιάννη! Ο κλητήρ παρατηρήσας πάραυτα το ωραίον καρυοφύλλιόν του είδεν ότι έλειπε πάλιν η τσακμακόπετρα. Πλην ετοίμως εξάγει αυτήν εκ του θυλακίου και την τοποθετεί καταλλήλως, περισφίγγων αυτήν. — Πάλι ς' τη τσέπη; παρετήρησεν ο δήμαρχος. Έτσι θα κάμωμε το ρωμαίικο;