United States or Vietnam ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Λιάκος εμειδίασεν, αλλ' ο Κ. Πλατέας ωσάν να ησθάνθη είδος ζηλοτυπίας διά την δοθείσαν εις την εξαδέλφην προτίμησιν. — Αφού την θέλεις και σε θέλει, επανέλαβε μετά τινα διακοπήν των ερωταποκρίσεων, διατί δεν την ζητείς εις γάμον; — Την εζήτησα. Προ μιας εβδομάδος έστειλα την εξαδέλφην μου εις τον Κ. Μητροφάνην. Αλλά... — Τι αλλά; Πού θα εύρη καλλίτερον γαμβρόν; Δεν ηρνήθη!

Ο Κ. Πλατέας εστραυροκοπήθη προς ένδειξιν του θάμβους το οποίον τον κατείχε. — Κύριε ελέησον, είπε! Διά τον Κον Μητροφάνην και τας θυγατέρας του ήτο όλη αυτή η ιστορία! — Με συγχωρείς, απεκρίθη ο Λιάκος μετά φωνής προδιδούσης εισέτι την συγκίνησίν του. Δεν ήθελα να υποθέσουν ότι ομιλούμεν περί αυτών. — Μνήσθητί μου, Κύριε! Και δεν μου λέγεις ότι είσαι ερωτευμένος! — Ω ναι!

Την Κυρίαν * με το κοπάδι των μικρών της και τον έμπορον... πώς τον λέγουν;... τον Κύριον Μητροφάνην, με το ζευγάρι του. Ο Κ. Λιάκος έμαθεν ό,τι επεθύμει, χωρίς να προδώση εις τον φίλον του τον κρύφιον σκοπόν των ερωτήσεών του. Αλλά το κατόρθωμα δεν ήτο μέγα. Ο Κ. Πλατέας δεν είχε την οξυδέρκειαν του Λυγκέως, συνήθως δε πέρα της αμέσου περί αυτόν επιφανείας δεν έβλεπεν.

Το ζήτημα της πρεσβείας τον εφόβιζεν ολίγον, ύστερον μάλιστα από την απαρέσκειαν με την οποίαν παρεδέχθη την ανάμιξίν του ο πατήρ της νύμφης. Αλλά πώς ηδύνατο να μη αναδεχθή την εντολήν; Υπεσχέθη να επισκεφθή αυθημερόν τον Κ. Μητροφάνην, το δ' εσπέρας να υπάγη εις την οικίαν του Κ. Πλατέα διά να κοινοποιήση το αίσιον αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων.

Εγνώριζε μεν και αυτήν και τον σύζυγόν της, εχαιρετώντο καθ' οδόν, αλλ' ουδέποτε συνωμίλησε μετ' αυτής, ώστε δεν είχεν ούτε το δικαίωμα ούτε το θάρρος να την μεταχειρισθή ως προξενήτριαν. Ταύτα εσκέπτετο, ενώ διήρχετο την πλατείαν πορευόμενος προς την οικίαν του, διότι επλησίαζεν η μεσημβρία, ώρα φαγητού, ότε είδεν αίφνης απέναντι του ερχόμενον τον Κ. Μητροφάνην.

Έπρεπε να ανατεθή εις αρμοδιώτερον πρόσωπον η διαπραγμάτευσις. Εάν δεν έσπευδεν ο ασυλλόγιστος καθηγητής να ονομάση αυτόν ως αντιπρόσωπον, ηδύναντο να συμβουλευθούν περί του πρακτέου την εξαδέλφην του, και μάλιστα να εμπιστευθούν εις εκείνην την διεξαγωγήν του πράγματος. Τώρα όμως η ανάμιξίς της ηδύνατο να δώση νέαν αφορμήν δυσαρεσκείας εις τον Κ. Μητροφάνην.

Τούτο ηδύνατο ίσως να αποδοθή εις την προγενεστέραν δυσαρέσκειάν του, ως εκ της διενέξεως περί των καφέδων, αλλ' ουχ ήττον, ιδού, καθώς εφοβείτο, το ίδιον αυτού συμφέρον εις την επιτυχίαν της διαπραγματεύσεως επροκάλει την υποψίαν του πενθερού και ταυτοχρόνως του έφρασσε το στόμα. Πόσα ηδύνατο να είπη προς τον Κ. Μητροφάνην, και εντούτοις δεν ετόλμησε να είπη τίποτε!

Τι συμβαίνει; ηρώτησεν ο Λιάκος ανήσυχος. Τι έπαθες: — Τι έπαθα; Ό,τι ποτέ δεν επερίμενα! Εζήτησα τον Μητροφάνην να μου δώση την κόρην του και αντί να μου... — Εζήτησες την κόρην του! — Μάλιστα. Τι θαυμάζεις; — Δεν μου έλεγες χθες ότι ποτέ... — Αι, και τι με τούτο; Εσκέφθην την νύκτα και επείσθην ότι πρέπει να νυμφευθώ και ούτε θα εύρω ποτέ καλλιτέραν γυναίκα.