United States or Georgia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τα μέρη διασκέδασης όπου πήγαιναν τους ήταν αδιάφορα∙ δεν τα εύρισκαν πιο χαρούμενα ή πιο θλιβερά από τα μοναχικά μέρη όπου στάθμευαν για ανάπαυση ή για φαγητό. Καυγάδιζαν ωστόσο μεταξύ τους, φώναζαν αισχρόλογα, μιλούσαν άσχημα για το Θεό, ζήλευαν ο ένας τον άλλο: είχαν όλα τα πάθη των τυχερών ανθρώπων.

Πού θα την εύρισκαν άλλην φοράν τοιαύτην ευκαιρίαν; Τον παλαιόν καιρόν, οι υποψήφιοι βουλευταί κατήρχοντο σύνδυο εις τον αγώνα, έκαμναν κολληγιαίς.

Και τούτο λέγοντας άρχισαν να περιπατούν πεζοί μη έχοντες ούτε άλογον, μήτε βάρος επάνωθέν τους. Επεριπάτησαν πολύν καιρόν ζώντες από μόνα οπωρικά και χόρτα που εύρισκαν εις την στράταν, μα εμβαίνοντας εις ένα έρημον δάσος έμειναν υστερημένοι και από αυτήν την ζωοτροφίαν, και από κάθε άλλο που ημπορούσε να τους διώξη την πείναν. Έμεινε λοιπόν η σταθερότης τους πολλά συντριμμένη.

Όλοι το εύρισκαν μεγάλον και άνοστον. Ο δε κούρκος, ο οποίος εφαντάζετο ότι είναι μεγάλο υποκείμενον, διότι είχε κόκκινα γένεια, εφούσκωσε και ήνοιξε την ουράν του και ώρμησε προς το πτωχόν παπί, και εφώναξε κλου, κλου, κλου, και έγεινε κατακόκκινη η μούρη του.

Όλοι δε ούτοι εύρισκαν καταφύγιον εις την Κατάνην. Οι δε Συρακούσιοι και οι σύμμαχοι συναθροισθέντες και λαβόντες όσους περισσοτέρους ηδυνήθησαν αιχμαλώτους, και τα λάφυρα επέστρεψαν εις την πόλιν.

Και το γελοιωδέστερον εξ όλων είνε ότι και όταν ωμίλουν περί πραγμάτων εντελώς αντιθέτων εύρισκαν επιχειρήματα τόσον πιθανά και πειστικά, ώστε να μη δύναται κανείς να τους αντικρούη και όταν υπεστήριζαν ότι το θερμόν και το ψυχρόν είνε το ίδιον πράγμα, ενώ γνωρίζομεν σαφώς ότι θερμόν και ψυχρόν δεν δύναται να είνε συγχρόνως ένα πράγμα.

Και τώρα, όπως προ 80 ετών, τα γινόμενα παρά τον Τίγρητα και τον Αράξην και την Κασπίαν θάλασσαν εύρισκαν τον αντίκτυπόν των παρά τον Δανούβιον, τον Αδρίαν και τα Καρπάθια. Αλλά και ο Ηράκλειος δεν έμενεν αδρανής.

Διότι εύρισκαν ασυγχώρητον το ότι απεστάτησαν χωρίς να έχουν παράπονα ως οι άλλοι· εκείνο δε το οποίον ηύξανε την οργήν των ήτο ότι ο στόλος των Πελοποννησίων, όπως βοηθήση την Μυτιλήνην, ετόλμησε να διακινδυνεύση εις τα παράλια της Ιωνίας· διότι δεν επίστευαν ότι οι Μυτιληναίοι είχαν αποστατήσει χωρίς να έχουν κατά νουν μέγα σχέδιον.

Οι παλιοί κολλήγοι του Ευμορφόπουλου σκόρπισαν από το χτήμα σαν του λαγού τα παιδιά. Ένας με τον άλλον πήραν όλοι τα μάτια του· Άλλοι πήγαν και ρογιάστηκαν σε γειτονικά χτήματα, άλλοι τράβηξαν πάρα πέρα, γυρεύοντας τύχη. Κ' έκαναν ό,τι δουλειά εύρισκαν άλλοι ζευγάδες, άλλοι βοσκοί, άλλοι ψιλικατζήδες, χαλκιάδες, και καλόγεροι ακόμα.

Λοιπόν μίαν σωτηρίαν εσκέφθησαν, απίθανον μεν και απελπιστικήν, οπωσδήποτε όμως μόνην, αφού έλαβαν υπ' όψιν των το προηγούμενον γεγονός, δηλαδή ότι από απελπισίαν και τότε εφάνη ότι ενίκησαν εις την μάχην. Εις αυτήν λοιπόν την ελπίδα στηριζόμενοι εύρισκαν ότι καταφύγιον διά τον εαυτόν των είναι μόνον αυτοί οι ίδιοι και οι θεοί.