United States or Tunisia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όλοι το εύρισκαν μεγάλον και άνοστον. Ο δε κούρκος, ο οποίος εφαντάζετο ότι είναι μεγάλο υποκείμενον, διότι είχε κόκκινα γένεια, εφούσκωσε και ήνοιξε την ουράν του και ώρμησε προς το πτωχόν παπί, και εφώναξε κλου, κλου, κλου, και έγεινε κατακόκκινη η μούρη του.

Άμα εμβήκεν εις την βάρκαν, εξέχασε να κάμη τον σταυρόν του, μόνον είπεν αυτομάτως, χωρίς να σκεφθή· Καλό πνίξιμο, παιδιά. Ο Καλούμπας εκάγχασεν· ο Νειόγαμπρος εσιώπησεν. Η Νειόνυφη, η σύζυγός του, ήτις τους εκύτταζεν από το παράθυρον, ήκουσε τον απαίσιον αστεϊσμόν, το λευκόν μέτωπόν της συνεφρυώθη, και στεναγμός εφούσκωσε το εύκολπον στήθος της. — Αστοχιά στο λόγο σου, εψιθύρισε.

Εκείνος δε ακούοντας, χαίρονταντην καρδιάν του. Κι' ο ήλιος σαν βασίλευσε, και ήρθε και το σκότος, Τότε προς τα πρυμόσχοινα του καραβιού κοιμήθκαν. Σαν φάνκ' η ροδοδάχτυλη κι' ανοιξογεννημένη Αυγή, τότετο στράτευμα το μέγα εκινούσαν· Και τότε πρύμον άνεμον τους έστειλ' ο Απόλλων. Και το κατάρτι έστησαν· τ' άσπρα πανιά απλώσαν· Και το πανί ο άνεμος εφούσκωσετη μέση.