United States or Bolivia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν οι προδότες την είδαν έτσι ωραία και τιμημένη σαν άλλοτε, ωργισμένοι, εκάλπασαν προς το Βασιληά. Κείνη την στιγμή, ένας βαρώνος, ο Αντρέ Ντενικόλ προσπαθούσε να τον πείση: «Μεγαλειότατε, κράτησε κοντά σου τον Τριστάνο. Χάρις σ' αυτόν θα εμπνέης μεγαλύτερο φόβο στους εχθρούς σου». Και, σιγά σιγά, εμαλάκωνε την καρδιά του Μάρκου.

Ευθύς λοιπόν με τους εχθρούς μου έκαμα ειρήνην και συνεφιλιώθην, τους πλείστους δ' εξ αυτών μετεχειριζόμην ως συμβούλους και ομοτραπέζους.

Καθ' όσον όμως είναι δυνατόν να πιθανολογήση τις τας ζημίας αμφοτέρων των μερών, από μεν τους Έλληνας εφονεύθησαν έως είκοσιν, επληγώθησαν έως εβδομήκοντα και επιάσθησαν ζώντες έως πεντήκοντα, εκ των οποίων δέκα μεν ήσαν άνδρες, αι δε λοιπαί γυναίκες και παιδία· από δε τους εχθρούς εζωγρήθησαν μεν ολίγοι, εν οις όμως ο πρώτος των πυροβολιστών του Κιουταχή, εφονεύθησαν δε υπέρ τους τριακοσίους και επληγώθησαν πολύ περισσότεροι.

Ήθελαν να περιστείλουν την ορμήν της ψυχής ημών χωρίς να στερήσουν την πόλιν από τα άτομα, συμφιλιώνοντες σάς προς τους ομοφύλους σας και μη κάμνοντες εχθρούς κανενός, αλλά φίλους όλων. 66. » Απόδειξις δε ότι ενηργούμεν όχι εχθρικώς και ότι δεν ηδικήσαμεν κανένα είναι ότι ημείς προείπομεν ότι ο θέλων δύναται να προσέλθη προς ημάς και να διέπεται κατά τα πάτρια των Παμβοιωτών.

Η κατηγορία αύτη ήτο κάπως αληθής και δεν ήτο καθαρά συκοφαντία· οι τετρακόσιοι ήθελαν προ πάντων ολιγαρχούμενοι να άρχουν και των συμμάχων, και, εάν τούτο δεν ήτο δυνατόν, να διατηρήσουν την ανεξαρτησίαν φυλάττοντες τα πλοία και τα τείχη, τέλος δε εν αποτυχία και τούτου να μη πέσουν αυτοί πρώτοι θύματα του λαού, αναλαμβάνοντος τα δικαιώματά του, αλλά μάλλον να εισαγάγουν τους εχθρούς, να παραδώσουν εις αυτούς τα τείχη και τα πλοία, να συνθηκολογήσουν μετ' αυτών και να σώσουν όσον μέρος ηδύναντο εκ της εξουσίας των, εν τη πόλει διατηρούντες την ατομικήν των ασφάλειαν.

Ελθόντες δε προς αυτούς μερικοί απεσταλμένοι των τετρακοσίων συνωμίλουν ανήρ προς άνδρα και έπειθαν όσους έβλεπαν μετριοπαθείς να μένουν ήσυχοι και να συγκρατούν τους άλλους, λέγοντες ότι οι πεντακισχίλιοι έμελλαν να ανακηρυχθούν και ότι εκ τούτων θα ελαμβάνοντο αλληλοδιαδόχως και κατ' εκλογήν οι τετρακόσιοι· ότι μέχρις εκείνης της ώρας δεν έπρεπε δι' ουδενός τρόπου να καταστρέφουν την πόλιν μηδέ να παραδίδουν αυτήν εις τους εχθρούς.

Εις την τελευταίαν μάχην εφονεύθησαν και αιχμαλωτίσθησαν Έλληνες υπέρ τους εβδομήκοντα, εκ των οποίων οι περισσότεροι τακτικοί· από δε τους εχθρούς, ως ελέγετο μετά ταύτα από Αλβανούς, εφονεύθησαν υπέρ τους πεντακοσίους, επληγώθησαν δε πολύ περισσότεροι, εκ των οποίων ολίγοι διέφυγαν τον θάνατον μη έχοντες, εν καιρώ θέρους μάλιστα, την ανήκουσαν περιποίησιν.

Εάν δε υπήρχε μέσον, ώστε να μη διορίζωμεν απολύτως εις το στρατόπεδον αρχηγόν φοβισμένον και ταρασσόμενον, άραγε αυτό δεν θα το εκάμναμεν με κάθε τρόπον; Βεβαιότατα. Τόρα όμως δεν ομιλούμεν βέβαια περί αρχηγού, ο οποίος θα εξουσιάζη εις στρατόπεδον μέσα εις τας συναναστροφάς ανθρώπων εχθρών προς εχθρούς με πόλεμον, αλλά εις φιλοφροσύνην φίλων, οι οποίοι θα συναναστραφούν φίλους με ειρήνην.

Τους δε κατωτέρους ας μη περιφρονώμεν, αλλά φιλικήν και ενθαρρυντικήν χείρα ας τείνωμεν προς αυτούς. Καθώς δε πρέπει να ήμεθα πάντοτε πρόθυμοι προς γενναίαν αντίκρουσιν παντός εξωτερικού εχθρού της πατρίδος, τοιουτοτρόπως οφείλομεν προθύμως να καταπολεμώμεν και πάντας τους εσωτερικούς εχθρούς αυτής.

Ο Τριαμάτης όμως δεν εφαίνετο συμμεριζόμενος την ιδέαν του. Αυτός δεν ηδύνατο να είνε ευχαριστημένος εις τόπον όπου εύρε μόνον εχθρούς. Και τας θωπείας του κυρίου του εδέχθη μάλλον με κατήφειαν. Ούτω τουλάχιστον ενόμισεν ο Μανώλης, όστις του είπε: — Πώς! δε σ' αρέσει το χωριό;