United States or Albania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εννοήσας δε ο Ψαμμίτιχος ότι ο χρησμός εξεπληρούτο, υπεδέχθη τους ξένους και τους έπεισε διά μεγαλοπρεπών υποσχέσεων να ενωθώσι μετ' αυτού. Αφού δε τους έπεισε, τότε με τους ιθαγενείς οπαδούς του και με τους ελθόντας επικούρους έρριψε τους ένδεκα βασιλείς.

Διά να δείξη εις τον Μπάρμπα-Σταυρή, ότι ενδιαφέρεται πλέον διά τα ζωτικά ζητήματα, δια τα ζητήματα της ημέρας, διά τα ζητήματα του εαυτού του, διά την αποκατάστασιν της αδελφής του. Ήτο πολύ ευχαριστημένος με την διεύθυνσιν του καφενείου. Και η Αρφανούλα ήτο όλη χαρά. Κάθε βράδυ εις τας ένδεκα της έφερνε πότε δέκα δραχμάς και πότε είκοσι, κέρδος.

Ήδη όλος ο στόλος, συναθροισμένος εις την Κνίδον, όπου ευρίσκετο τότε ο Τισσαφέρνης, έκαμνε τας απαιτουμένας επισκευάς· οι ένδεκα Λακεδαιμόνιοι διεσκέπτοντο μαζί του περί πάντων των συμβαινόντων, περί παντός ό,τι δεν ήρεσεν εις αυτούς, και περί των μέσων να εξακολουθήσουν τον πόλεμον όσον το δυνατόν καλλίτερον και συμφερώτερον δι' αμφοτέρους.

Οι ασθενείς συνέρρεον προς αυτόν πανταχόθεν, διό και οι ερχόμενοι προς επίσκεψίν του εφρόντιζον να έλθουν ενωρίς, διά να καταλάβουν όσον ένεστι καλλιτέραν σειράν έκαστος. Σπανιώτατον ήτο να έλθη τις μετά τας ένδεκα.

Καθήμενος δε εις τον ναόν, εθεώρει τον Εύξεινον Πόντον όστις είναι άξιος θαυμασμού, διότι από όλα τα πελάγη αυτός είναι ο θαυμασιώτατος· το μεν μήκος αυτού είναι ένδεκα χιλιάδων και εκατόν σταδίων, το δε μέγιστον πλάτος τριών χιλιάδων και τριακοσίων σταδίων.

Αυτούς εννοώ αν κανείς έως τόρα τους εσυλλογίσθη και ερώτησε τον εαυτόν του πόσα κάμνουν, και αν άλλος μεν ενόμισε ότι κάμνουν ένδεκα, άλλος δε δώδεκα, ή όλοι λέγουν και νομίζουν αυτούς ότι κάμνουν δώδεκα; Θεαίτητος. Όχι μα τον Δία, αλλά παρά πολλοί τους νομίζουν ότι κάμνουν και ένδεκα. Εάν μάλιστα δοκιμάση κανείς με μεγαλειτέρους αριθμούς θα κάμη μεγαλείτερον λάθος.

Τότε λοιπόν, θα μου ειπή εκείνος, τα ένδεκα τα οποία κανείς δεν τα αισθάνεται παρά μόνον τα έχει εις τον νουν του, σύμφωνα με αυτόν τον λόγον δεν είναι αληθές ότι ποτέ δεν είναι δυνατόν να τα νομίση δώδεκα, τα οποία επίσης μόνον εις τον νουν του τα έχει; Έλα λοιπόν τόρα απάντησε συ. Θεαίτητος.

Εγώ δε νομίζω ότι εδώ είμαι και εγώ δούλος μαζί με τους κύκνους, και αφιερωμένος εις τον ίδιον θεόν, και έχω λάβει από τον κύριόν μου το χάρισμα να μαντεύω καλύτερα από εκείνους, και να χωρίζωμαι από την ζωήν όχι περισσότερον από αυτούς κακοκαρδισμένος. Ένεκα τούτου λοιπόν πρέπει να λέγητε και να ερωτάτε ό,τι θελήσητε, εν όσω το επιτρέπουσιν οι Ένδεκα άρχοντες των Αθηναίων.

Την φοράν όμως αυτήν ηκολούθησε και ο μικρός υιός του παπά. Δεν ημπόρεσαν να τον γελάσουν, όπως την άλλην φοράν. Άμα είδε την συντέκνισσαν να έρχεται, εκατάλαβε πως κάτι τρέχει, κ' εκόλλησεν εκεί, εις την πόρταν της οικίας, εις την σκάλαν, όπου ήκουσε την είδησιν της γραίας. Το παπαδόπαιδον, μικρόν μαθητάριον δέκα ή ένδεκα χρόνων, ήτο πολύ περίεργον και επίμονον πλάσμα.

Τότε ο Γεωργός απομακρύνθη κλαίων, το δε Φάσμα λέγει προς εμέ: — Ανόητε! δεν ηννόησες τι έσπειρες; έσπειρες δέκα ευεργεσίας και εφύτρωσαν ένδεκα αχαριστίαι· η δε ενδεκάτη ήτον εκείνη, ήτις και σε ερράβδισεν ισχυρότερον! β'. Λέγω τότε και εγώ: — Είδον του δένδρου τους καρπούς, ησθάνθην και τας ρίζας αυτού και ηννόησα.