United States or Luxembourg ? Vote for the TOP Country of the Week !
Δεν πρέπει όμως να είμαι γι' αυτό λυπημένη· αυτό δεν ωφελεί τίποτα!» — Αλλ' όμως υπάρχει μόλα ταύτα ακόμη και κάποια ελπίς είπεν η γάτα του μαγειρείου. Κάτω από το μονοπάτι του βράχου αντηχούσε ο λαρυγγισμός εύθυμος και ισχυρός· εσήμαινεν εύθυμον διάθεσιν και ακμαίον θάρρος· ήτο ο Ρούντυ· ήλθε να αναζητήση τον φίλον του Φεζινάνδον.
Ήμανε 'ξαπλωμένη κοντά 'ς τα πόδια των, αλλά αυτοί δεν είχαν ούτε 'μάτια ούτε μυαλό για μένα. «Θα πάω χωρίς άλλο μέσα 'ς τον πατέρα σου!» έλεγεν ο Ρούντυ, «πρόκειται περί τιμίου πράγματος». «Πρέπει να έλθω μαζί σου;» ηρώτησεν η Μπαμπέττα. «Αυτό θα σου δώση θάρρος.» — «Έχω αρκετόν θάρρος!» είπεν ο Ρούντυ· «αλλά αν είσαι και συ μαζί, θα είναι βέβαια ευνοϊκός, είτε θελήση είτε όχι!» Κατόπιν επροχώρησαν μαζί.
Η Μπαμπέττα ωμιλούσε και διηγείτο· και της ήρμοζε πολύ καλά, — ενόμιζε ο Ρούντυ· να κάνη παρατηρήσεις διά το γελοίον και υπερβολικόν, που είχαν αι ξέναι κυρίαι εις τα ενδύματά των και εις το βάδισμά των· αυτό δεν το έκαμε διά να τας χλευάση, επειδή ημπορεί να ήσαν ενάρετοι άνθρωποι και μάλιστα αγαπητοί και αγαθοί· αυτό το ήξευρε καλά η Μπαμπέττα, γιατί και αυτή η ίδια είχε μίαν ανάδοχον, που ήτο επιφανής Κυρία Αγγλίς, τοιαύτη.
Ο έρως ήτο ακόμη δι' αυτήν παιγνίδι και έπαιζε με όλην την καρδιά του Ρούντυ· και όμως — αυτό πρέπει να λεχθή — αυτός ήτο η ευτυχία της, όλη η ζωή της, η διαρκής σκέψις της, το καλύτερον και λαμπρότερον που είχεν εις τον κόσμον αλλά όσον περισσότερον εσκυθρώπαζε το βλέμμα του, τόσον περισσότερον εγελούσαν τα μάτια της· ημπορούσε να φιλήση τον ξανθόν Άγγλον με τα χρυσόξανθά γένεια, εάν κατώρθωνε με αυτό να πιάση τρέλλα τον Ρούντυ και να φύγη τρεχάτος· αυτό ίσα ίσα θα της έδειχνε πόσον την αγαπά.
— Γράψε μου ένα γράμμα! Ο Σάπερλι δεν 'ξέρει να γράφη! Ο Σάπερλι μπορεί να πάη το γράμμα 'στο ταχυδρομείον! — Γράμμα εκ μέρους σου, είπεν ο Ρούντυ· «και προς ποίον;» — Προς τον κύριον Χριστόν! — Προς ποίον, λέγεις; Και ο βλάκας, όπως έλεγαν τον ηλίθιον, εκύτταζε με συγκινητικόν βλέμμα τον Ρούντυ, συνέδεσε τα χέρια του και είπεν επισήμως και ευλαβώς: «Ιησούν Χριστόν!
— Και εσείς κρατείτε σταθερά τον λόγον σας!. . είπεν ο Ρούντυ· «Καθένας έχει το χαρακτηριστικόν του γνώρισμα!» — Αλλά πώς δεν έσπασες τον λαιμόν σου; είπεν ο μυλωθρός. — Επειδή εκρατιόμανε στερεά! απήντησεν ο Ρούντυ· «και αυτό το κάμω ακόμη! Κρατώ στερεά την Μπαμπέττα!» — Πρώτα όμως κύτταξε να την έχης!» είπεν ο μυλωθρός και εγέλα· και αυτό ήτο αρκετή ένδειξις, την οποίαν ήξευρεν η Μπαμπέττα.
Ο οίνος έρρεε και ο λόγος έρρεε· αλλά η βραδιά ήτο πολύ σύντομος, εφάνη εις τον Ρούντυ· και μόλα ταύτα είχε παρέλθει το μεσονύκτιον, όταν αυτός μετά την πρώτην του εις τον Μύλον επίσκεψιν ήλθεν εις το σπίτι του. Τα φώτα έλαμπαν ακόμη ολίγον διάστημα διά των παράθυρα του Μύλου μέσα εις το πράσινον των δένδρων φύλλωμα.
Παρουσιάζεται κανένα βάραθρον; αρκεί να πηδήσης και να κρατηθής στερεά· έτσι κάνω και εγώ!» Και λοιπόν έτσι έκαμε και ο Ρούντυ· γι' αυτό κάθεται τόσον συχνά επάνω εις την κορυφήν της στέγης κοντά με την γάταν· κάθεται μαζί της και εις την κορυφήν των δένδρων και μάλιστα και υψηλά επάνω εις το χείλος του απορρώγος, όπου η γάτα δεν τα εκατάφερνε εκεί ψηλά. «Επάνω υψηλότερα, έλεγον δένδρα και θάμνοι.
Εδώ και εκεί, ανάμεσα εις τα δένδρα, επάνω εις τους πρασίνους αγρούς ήσαν στημέναι δοκοί, αι οποίαι υπεστήριζον τα τηλεγραφικά σύρματα, άτινα διήρχοντο την ήρεμον κοιλάδα· εις μίαν από αυτάς τας δοκούς εστηρίζετο ένα πράγμα τόσον ακίνητον, ώστε ημπορούσε κανείς να το εκλάβη κορμόν δένδρου: ήτο ο Ρούντυ· εστέκετο εκεί τόσον ήσυχα, όπως ήτο κατ' αυτήν την στιγμήν και όλον το περιβάλλον δεν κοιμάται, ακόμη περισσότερον δεν είναι νεκρός! αλλά όπως συχνά συμβαίνει να πετώσι διά των τηλεγραφικών συρμάτων ανθρώπινα περιστατικά — στιγμαί του βίου μεγάλης σημασίας διά τα άτομα — χωρίς το σύρμα να το δηλώση διά τρόμου ή άλλου θορύβου, ούτω διά μέσου του ηρέμου Ρούντυ έτρεμον αι κραταιαί, αι πανσθενείς του σκέψεις: η ευτυχία της ζωής του ήτο εις το εξής εις αδιαλείπτως σταθεράν σκέψιν.
Λέξη Της Ημέρας