United States or Czechia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το εκ σταυρών δάσος ήτο τόσον πυκνόν, ώστε οι υπηρέται μετά δυσκολίας διήρχοντο μεταξύ των δένδρων τούτων. Ο πέριξ γύρος είχε πληρωθή κυρίως από γυναίκας. Ουδείς ακόμη εκ των μαρτύρων είχεν εκπνεύσει, αλλά τινές εξ εκείνων οίτινες, είχον σταυρωθή πρώτοι, ήσαν λιπόθυμοι. Ουδείς εγόγγυζεν, ουδείς εζήτει οίκτον.

Εκ της μακράς και κατηναγκασμένης συσφίγξεως των οδόντων, είχον σχηματισθή περί τας άκρας των χειλέων της δύο ελικοειδείς ρυτίδες, ήσαν δε αύται, ούτως ειπείν, η σκιά των λέξεων, αίτινες διήρχοντο αλλά δεν εξεφωνούντο. Το στόμα διέπνεεν αντί να λαλή. Αι σκέψεις της εξητμίζοντο εις αορίστους φθόγγους και εις ανάρθρους ψιθυρισμούς, αλλ' ουδέποτε εξεφράζοντο.

Ενώ δε διήρχοντο προ των πατέρων των κλαίουσαι και βοώσαι, οι μεν εβόων και έκλαιον βλέποντες την ταπείνωσιν των τέκνων των, ο δε Ψαμμήνιτος, μολονότι είδε και εγνώρισε την θυγατέρα του, ουδέν άλλο έπραξεν ή να ταπεινώση τα βλέμματα του προς την γην.

Αριθμούντες λοιπόν οι ιερείς και δεικνύοντές μοι τας εικόνας από του εσχάτως αποθανόντος, με εβεβαίουν ότι έκαστος των αρχιερέων εκείνων ήτο υιός του προκατόχου του, και τους διήρχοντο ένα προς ένα διά να τους ίδω όλους.

... Εκαθήμην μόνος εις μίαν άκραν της ακτής, και τα βλέμμα μου πλανώμενον συνήντα από καιρού εις καιρόν μίαν υψηλήν και λεπτήν γυναικείαν μορφήν, ορθίαν εις απόστασιν επί αλιπλήκτου βράχου και βλέπουσαν προς την δύσιν. Εν τω μεταξύ αι σκιαί επυκνούντο, ελαφροτάτη πνοή αύρας ήρχισε να ψιθυρίζη μυστηριώδεις λόγους εις την ακοήν μου και εις την λείαν επιφάνειαν της θαλάσσης διήρχοντο φρικιάσεις.

Να καθήση δηλαδή εις το κύτος της λέμβου, παρά τον ιστόν, να προσδέση την σκότταν και τον οίακα διά διπλών σχοινίων και να χειρίζεται αόρατος από του κύτους, φλόκον, ιστίον και πηδάλιον με μίαν χεργιάν. Ενίοτε μάλιστα ενησμενίζετο να το κάμνη οσάκις είχε, όπερ σπάνιον, κανένα χερσαίον επιβάτην, τον οποίον υπεχρέου να καθήση παρά το πηδάλιον, όταν διήρχοντο πλησίον παραθαλασσίου χωρίου.

Ο Χίλων επρότεινε να ακολουθήσουν τον Βατικανόν αγρόν μέχρι της Φλαμινιανής πόλης, όπου θα διήρχοντο τον ποταμόν και θα επροχώρουν έξω των τειχών, όπισθεν των κήπων του Ακιλίου προς την Σαλαρίαν πύλην. Μετά μικρόν δισταγμόν ο Βινίκιος εδέχθη το δρομολόγιον αυτό. «Αναμφιβόλως, έλεγεν εν εαυτώ ο Βινίκιος, και ο Ούρσος θα ευρίσκεται εκεί

Άμα εστράφην είδα όπισθεν μου, εις το κατώφλιον θύρας ανοικτής, νέον Τήνιον με την χείρα επί της ζώνης, τον ώμον επί της θύρας και την κεφαλήν εστραμμένην προς το παράθυρον. Τα ερωτικά βλέμματά του ήσαν δι' εμέ αποκάλυψις. Αι από των οφθαλμών της νέας ακτίνες διήρχοντο άνωθεν της κεφαλής μου, αλλά δεν ήσαν δι' εμέ, ούτε είχα επί του μειδιάματος το ελάχιστον δικαίωμα.

Ούτω διήρχοντο αι ημέραι και παρήρχετο ο καιρός, η δε κυρία μου σκέψις ήτο περί της μελλούσης εις Αγγλίαν αποδημίας. Τα όνειρά μου περί τούτο περιεστρέφοντο, και ήσαν όνειρα υπό πάσαν έποψιν χρυσά. Αλλ' εξαίφνης και ησυχία και εργασία και σχέδια και όνειρα, τα πάντα διά μιας ανετράπησαν. Κατά τας αρχάς Μαρτίου μίαν νύκτα εξύπνησα έντρομος. Είχα ακούσει τουφεκισμούς αλλεπαλλήλους εις τον ύπνον μου.

Ο κόσμος έλεγε το κοντό και το μακρύ του, αλλ' οι νεόνυμφοι διήρχοντο εν ερωτική αγάπη τας ωραίας μετά τον γάμον ημέρας, την Κυριακήν και τας άλλας εορτάς μεταβαίνοντες το βράδυ εις το πλησίον εκείνο κτήμα, την αρχήν του έρωτος και του γάμου. Πόσον ωραία εφόρει την νυμφικήν εσθήτα η λυγηρά νεόνυμφος Κυρατσούλα.