United States or Finland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ούτω διήρχοντο αι ημέραι και παρήρχετο ο καιρός, η δε κυρία μου σκέψις ήτο περί της μελλούσης εις Αγγλίαν αποδημίας. Τα όνειρά μου περί τούτο περιεστρέφοντο, και ήσαν όνειρα υπό πάσαν έποψιν χρυσά. Αλλ' εξαίφνης και ησυχία και εργασία και σχέδια και όνειρα, τα πάντα διά μιας ανετράπησαν. Κατά τας αρχάς Μαρτίου μίαν νύκτα εξύπνησα έντρομος. Είχα ακούσει τουφεκισμούς αλλεπαλλήλους εις τον ύπνον μου.

Εις δε τα βαθέα κοιλώματα του Γωρ έκειντο τα μυστηριώδη ύδατα της θαλάσσης του Λωτ, και πανταχόθεν εφαίνοντο δείγματα της οργής του Θεού και της αμαρτίας του ανθρώπου. Και ο δύων ήλιος της επιγείου ζωής του έρριπτε βαθυτέρας και σκοτεινοτέρας αποχρώσεις καθ' όλην την σκηνήν της επιγείου αποδημίας του.

Κ' εκέρασε πρώτα-πρώτα αυτός τους ναύτας από ένα τσίπουρο της πατρίδος του, της αμπέλου του ευώδες ποτόν, για να τους βάλη, ως έλεγε, λίγο-λίγοτο δουζένι . Και ούτω πράγματι ήρχισαν να ψάλλωσιν οι ναύται κάτω το άσμα των Χριστουγέννων μετά πόνου βιαζόμενοι να λησμονούν την πατρίδα και τας οικίας των, συνηθισμένοι εις τας αποδημίας.

Ελθών εις Μονεμβασίαν ενεπιστεύθη διά τρίτου πάλιν την κόρην εις τον Πρωτόγυφτον, διότι έτοιμος ων δι' άλλας αποδημίας, δεν ηδύνατο να την έχη αυτός πλησίον του. Ότε μετά τινα έτη επανήλθεν οριστικώς εκ των περιοδειών, ο Πρωτόγυφτος δεν ηθέλησεν οίκοθεν να τον αναγνωρίση ως θετόν πατέρα της νεανίδος, αλλά συνήνεσε μόνον να τω την πωλήση.

Λέγεται όμως ότι η κυριωτέρα του φιλοσόφου πρόθεσις ήτο η διάδοσις των δογμάτων του νεοπαγούς θρησκεύματος παρά τω λαώ της Ελλάδος. Ο Πλήθων έγραψεν αυτός σχοινοτενή απομνημονεύματα της αποδημίας ταύτης, αλλά το σύγγραμμα τούτο δεν διεσώθη. Εν τούτοις η οδοιπορία δεν ηδύνατο να διεξαχθή άνευ πολλών δυσχερειών και μόχθων.

Εάν δεν ήμην μεταξύ των κεκλημένων, απήντησεν ο Πετρώνιος, έπρεπε να περιμένω την θανατικήν καταδίκην μου και δεν την περιμένω προ της αποδημίας εις την Αχαΐαν. Θα είμαι εκεί πάρα πολύ ωφέλιμος εις τον Νέρωνα. Η πρόσκλησις αύτη είναι διαταγή. — Και αν κανείς παρήκουε;

Ούτω έσωθεν υπό του Φρουμεντίου και έξωθεν υπό της κοινής γνώμης πολεμουμένη η Ιωάννα και βλέπουσα τον ζήλον των πιστών της ψυχραινόμενον καθ' εκάστην υπό του φόβου του αναθέματος, ενώ ηύξανεν η αυθάδεια των εχθρών, ήρχισε να σκέπτεται σπουδαίως περί αποδημίας.

Κατά τους πρώτους χρόνους της αποδημίας του νέου, οι γείτονες και οι φίλοι επείραζον ενίοτε τον πατέρα του·Τώρα θα έχη βγάλη μουστάκια ο Θανάσης, μάστρο-Στεφανή . . . — Τι ηθέλατε να βγάλη . . . σπανάκια; . . . Άλλοι πάλιν έλεγονΠώς δεν έστειλε τίποτε λίρες ακόμη ο Θανάσης; — Μα ας κιτρινίσουν πρώτα η λύρες . . . ακόμη δεν ωρίμασαν.

Μετ' ολίγον όμως ήλθεν εκ Φρυγίας εις Λακεδαίμονα εκείνος, τον οποίον αι τρεις θεαί εξέλεξαν κριτήν του κάλλους των κατά την εις το Άργος διαδεδομένην φήμην, νέος περικαλλής, λαμπρά ενδεδυμένος περίχρυσα ενδύματα βαρβαρικής πολυτελείας και, ερασθείς της Ελένης, ήτις και αυτή τον ηγάπησεν, επωφεληθείς δε της εκείθεν αποδημίας τότε του Μενελάου, απήγαγε την Ελένην και έφυγε μετ' αυτής εις την βουτρόφον χώραν της Ίδης.

Πιστεύω ότι οι αμαθείς είνε ευτυχέστεροι των σοφών. Να επανέλθη τις εις την αφορμήν, αφ' ης ανεχώρησε, τούτο δεν είνε το τέρμα πάσης αποδημίας; Και η ανθρωπότης μετά τοσαύτας περιπλανήσεις δυνατόν να επανέλθη ποτέ εις την αμάθειαν, προτιμώσα αυτήν της σοφίας, και εις την βαρβαρότητα, προκρίνουσα αυτήν του πολιτισμού.... Αλλά τι λέγω; Ληρείς, ω Πλήθων.