United States or Côte d'Ivoire ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Κλείσε το στόμα σου εσύ, να μη σ' αποστομώσω μ' αυτό το γράμμα. — Διάβασε τα κακουργήματά σου, εσύ, που ό,τι κι' αν σου 'πώ ολίγον θα σου είναι! ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Δεν θα το σχίσης! — Φαίνεται 'ξεύρεις τι περιέχει. ΓΟΝΕΡ. Και αν το 'ξεύρω, τι μ' αυτό; 'δικός μου είν' ο Νόμος, όχι 'δικός σου! Ποιος τολμά να μ' εγκαλέση; ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Φρίκη! 'Ξεύρεις το γράψιμον αυτό; ΓΟΝΕΡ. Μη μ' ερωτάς τι 'ξεύρω.

Άσε με, άσε με να φύγω, ίσως σε λίγο είναι αργά. Πήγαινε κάτου. Γύρισε όλο το σπίτι. Και κλείσε τα παράθυρα, Και σφάλοιξε τις πόρτες. Και μην ανοίξης σε κανέναακούς; σε κανένα. Η βουή τώρα ακούεται πια από πολύ κοντά. Ο Φιντής στέκεται μαζωμένος σε μια άκρη και άφωνος. Πάψη. ΥΠΕΡΕΤΗΣ. Όλα σφαλοισμένα. Και τα παράθυρα στο κάτου πάτωμα, κ' η μεγάλη οξώπορτα, κ' η μικρή πόρτα του κήπου.

Παιδί μου, δε θαρθής μαζί, κάθισ' εδώ, χρυσό μου, είνε χιλιάδες άλογα κ' είν' ο μπαμπούλας έξω και τα δαγκώνει τα παιδιά. Κλαίγε όσο θέλεις τώρα· εγώ δε θέλω να σε 'δώ να μου κουτσαίνης. Πάμε. Πάρε, Φρυγία, το παιδί, βάλε τη σκύλλα μέσα και κλείσε την οξώπορτα. — Θεέ μου, τι κόσμος πούνε! Πώς θα περάσωμε, καλέ, μέσ' από τόσο πλήθος; θαρρείς μερμήγκια αμέτρητα χιλιάδες και χιλιάδες.

ΠΑΡΗΣ Να με φυλάξη ο Θεός εμπόδιον να γείνω. θα σε ξυπνήσω την αυγήν την πέμπτην, Ιουλιέτα. Ως τότε, χαίρε· δέξου το το φίλημά μου τούτο. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Κλείσε την θύραν κ' έλα 'δώ. Κλαύσε και συ μαζή μου· ελπίς δεν μένει, πάτερ μου· δεν έχει θεραπείαν. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Αχ, Ιουλιέτα! έμαθα την λύπην που σου ήλθε, κ' η συλλογή μου είσαι συ, παιδί μου.

Κλείσε την θύραν σου καλά, αυθέντα μου, διότι έχει μαζί του φοβερούς κ' άγριους ακολούθους και, — ευκολοαπάτητος εκείνος καθώς είναι. — να τους αφήση είν άξιοι να κάμουν ό,τι θέλουν, ώστε δεν είναι γνωστικόν κανείς να μη φοβήται. ΚΟΡΝ. Κλείσε, αυθέντα μου. Σωστά σου είπεν η Ρεγάνη. Τι τρικυμία φοβερά! Εις τα σκεπά ελάτε! Εξοχή άδενδρος. Τρικυμία, αστραπαί και βρονταί.

Λοιπόν δίκασε μόνος σου τον λόγον μου, αφού τον ακούσης, αν δηλαδή συ θα παρεδέχεσο να έχης κανένα σύνοικον ή γείτονα υπερβολικά μεν ανδρείον, συγχρόνως όμως όχι σώφρονα, αλλά ακόλαστον. Κλείσε το στόμα σου και μη ασεβείς. Αλλά πάλιν; Ένα τεχνίτην και σοφόν εις τοιαύτα πράγματα, άδικον όμως; Διόλου μάλιστα. Και όμως το δίκαιον δεν φυτρώνει χωρίς σωφροσύνην. Βεβαίως πώς είναι δυνατόν;

Φοβήθηκαν και τον αφήκαν να περάση. Πήρε την Ιζόλδη στα χέρια του: «Φίλη, πρέπει κι' όλα να φεύγω. Σε λίγο θα μανακαλύψουν. Πρέπει να φύγω και ποτέ πεια δε θα σε ξαναϊδώ βέβαια. Ο θάνατος μου είναι κοντινός: μακρυά μας, ο πόθος θα με πεθάνη. — Φίλε, κλείσε τα χέρια και σφίξε με τόσο δυνατά ώστε απάνω σ' αυτό το αγκάλιασμα να σπάσουν η καρδιές μας κ' η ψυχές μας να φύγουν.

Αλλ' αν θέλης την αλήθεια, Ιόεσσα, εσύ τον έκαμες έτσι, που τον αγαπούσες υπερβολικά και του το φανέρωνες. Δεν έπρεπε να του δείχνης τόση αγάπη, διότι οι άνδρες όταν το καταλάβουν το παίρνουν απάνω τους. Παύσε να κλαις και αν θέλης να μ' ακούσης, κλείσε του μια ή δυο φορές την πόρτα όταν έλθη• και θα δης ότι η αγάπη του θ' ανάψη πάλιν και θα σ' αγαπήση όπως τον αγαπάς.

Και ο συνετός Τηλέμαχος απάντησέ του κ' είπε· «Πατέρα, 'ς τούτο εγώ 'σφαλα και άλλος δεν είναι πταίστης· το στερεό θυρόφυλλον άνοιξα του θαλάμου 155 κ' ερχόμενος δεν το 'κλεισα και τούτο εγνώσθη απ' άλλον. αλλά, θεί' Εύμαιε, πήγαινε, την θύρα του θαλάμου κλείσε κ' εξέτασ' αν καμμιά των δούλων τούτα πλέκει, ή κείνος, 'που υποπτεύομαι, Μελάνθιος ο Δολίδης».