United States or Cambodia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και αυτό μεν πρέπει να ειπούμεν ότι είναι έν και μία αιτία διά να μη θέλη η πόλις να επιδιώκη ούτε τούτο ούτε κανέν άλλο καλόν έργον, αλλά από απληστίαν διά τον χρυσόν και τον άργυρον είναι πρόθυμος έκαστος άνθρωπος να ανέχεται πάσαν τέχνην και εφεύρεσιν είτε έντιμον είτε άτιμον, εάν πρόκειται να γίνη πλούσιος, και να εκτελή πάσαν πράξιν είτε ευσεβή είτε ασεβή και όλως αισχράν, χωρίς να στενοχωρήται διόλου, αρκεί μόνον να έχη τα μέσα καθώς το ζώον διά να φάγη πολλών ειδών φαγητά και να πίη επίσης και να απολαύση όλας τας ηδονάς των αφροδισίων.

Ό έρως είνε μέγιστος, αλλά και ακατανόητος οικονόμος της φύσεως· δημιουργεί διά του θανάτου, και φονεύει διά της ζωής. Δεν είνε παράδοξον να ίδης και το ελάχιστον, να στενοχωρήται εν τω μεγίστω πλειότερον, παρ' όσον το μέγιστον εν τω ελαχίστω. Η αμαρτία αρχήν μόνον έχει, τέλος δεν έχει ποτέ.

Αλλά μετά παρέλευσιν μηνός, η γραία-Αννούσα, συνηθισμένη να βλέπη την θάλασσαν, ήρχισε να στενοχωρήται και να πλήττη, αδημονούσα διά την εξορίαν της, ως απεκάλει την εν Αθήναις διαμονήν. Τας εορτάς την ελάμβανε μεθ' εαυτού ο υιός της, εις τους πολυανθρώπους περιπάτους, αλλά τίποτε δεν ηδύνατο να παρηγορήση την γραίαν, απαρηγόρητον και αξιολύπητον.

Ευρίσκετο λοιπόν εις στερήσεις ο γέρων. Η Ξενιώ, φιλότιμος, ήρχισε να στενοχωρήται, ήρχισε να φοβήται ότι του δίδει βάρος, και ηλάττωσε τας επισκέψεις της. Άλλως δε και η ανεψιά του γέροντος η υπηρετούσα αυτόν, μία γερόντισσα παράξενη, όλο και για τας ανάγκας των της ωμιλούσε. — Τι να σου κάμη και το Απομαχικό! Το σπίτι θέλει έξοδα, παιδί μου! Δυο στόματα, τι θέλουμε να φάμε!

ΧΡΥΣ. Πάντα έτσι; Τι λες; Να με δέρνη πάντα; ΑΜΠ. Όχι• αλλά να στενοχωρήται αν κυττάξης κανένα άλλον. Διότι αν δεν σ' αγαπά, γιατί να θυμώνη αν έχης και άλλον εραστήν; ΧΡΥΣ. Αλλά δεν έχω κανένα, και αυτός ενόμισε άδικα ότι με αγαπά εκείνος ο πλούσιος, διότι κάποτε ανάφερα το όνομά του.

ΡΕΓ. Εδώ το σπίτι είναι μικρόν με όλον του τον κόσμο! δεν τον χωρεί τον γέροντα. ΓΟΝΕΡ. Εάν στενοχωρήται ποιος πταίει; — Πταίει μόνος του, ώστε καλά να πάθη. ΡΕΓ. Μετά χαράς θα τον δεχθώ, ανίσως έλθη μόνος, χωρίς κανέν' ακόλουθον. ΓΟΝΕΡ. Αυτό κ' εγώ θα κάμω. Πού 'πήγε ο Γλόστερ; ΚΟΡΝ. Με τον Ληρ. Να, έρχεται οπίσω. ΚΟΡΝ Και πού πηγαίνει;

Πώς θα τα πάρω μαζί μου!.. Άρχιζε να στενοχωρήται, όταν μια γρηά ήλθε και εστάθη πλησίον της· ήτο εκείνη, η οποία τόσον πολύ την είχε κάμει να κοπιάση! — Σ' επερίμενα, της λέγει, και σου έχω έτοιμο σακκί· άφησε με να τα στοιβάξω εγώ, συ δεν θα ημπορέσης.