United States or Germany ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ούτω λοιπόν έκαμα ποιήματα πρώτον εις τον θεόν Απόλλωνα, διά τον οποίον ήτο η προκειμένη θυσία· έπειτα δε από τον θεόν, σκεφθείς ότι ο ποιητής, εάν πρόκειται να είναι καθαυτό ποιητής, πρέπει να ευρίσκη μύθους και όχι να στιχουργή λόγους, εγώ δε δεν είχον τούτο το προτέρημα, διά ταύτα τους μύθους του Αισώπου, τους οποίους είχα προχείρους και εγνώριζα, από όσους μου ήλθαν εις τον νουν πρώτοι και τους ήξευρα, από αυτούς έβαλα εις στίχους.

Τα λόγια σου είνε για μένα όπως στους προγόνους μας της Πυθίας τα λόγια. Λέγε μου να ζήσης. — Το σπίτι μου τώρα είνε περιττό· και το σπίτι και το κλήμα του. Έμειν' έρμο εκεί πάνου και θα χαλάση με τον καιρό. Δεν το δέχεται τάχα ο Κουρδουκέφαλος και να ξόφληση το χρέος; — Τι λες, Ελπίδα! φώναξε ο νέος σφαλώντας ανάλαφρα με τα δάχτυλα του τα χείλη της. Όχι τέτοια θυσία· δεν τη δέχουμαι.

Ιδού δε πώς γίνεται η θυσία· όταν φέρωσι το σημειωμένον ζώον προ του βωμού όπου θέλουσι να το θυσιάσωσιν, ανάπτουσι πυρ, έπειτα πλησίον αυτού κάμνουσι σπονδάς με οίνον και επικαλούνται τον θεόν· ακολούθως σφάζουσι το θύμα, και αφού το σφάξωσιν, αποκόπτουσι την κεφαλήν αυτού.

Αφού και εδιαβάσαμεν αυτά τα γράμματα τα οποία μας εφάνηκαν μαγικά, εκατεβήκαμεν εις το καράβι διά να δώσωμεν την είδησιν των λοιπών διά τα όσα είδαμεν. Καθένας έμεινε θαυμασμένος πως ήταν μέσον να ελευθερωθούμεν, μα κανείς δεν ήθελε να είνε η θυσία· ο πλέον χειρότερος ναύτης απέφευγε να θυσιασθή διά τους άλλους.

Οι Μώροι με έφεραν υποκάτω εις μίαν μεγάλην τένταν, εις την οποίαν ελόγιαζα να γένω θυσία· μα μία Μώρα γυναίκα, που εφανερώθη έμπροσθέν μου, εδιάλυσε αυτόν τον φόβον· μη φοβάσαι, ω νέε, μου λέγει αυτή· εσύ δεν συναπαντάς την τύχην των συντρόφων σου· η βασιλοπούλα Ουσνάρα, κυρία μου, σου φυλάττει μίαν καλυτέραν· εγώ δεν σου μιλώ τίποτε, διατί αυτή η ίδια θέλει σου φανερώσει την καλήν σου τύχην· εγώ είμαι η πιστή της σκλάβα, και έχω θέλημα, να σε εμβάσω εις τον οντά της, εκεί που αυτή με μεγάλην ανυπομονησίαν σε καρτερεί.