United States or Singapore ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η Σμάλτω υφίστατο την δοκιμασίαν αυτήν από τριών ήδη μηνών, από της ιδίας δηλαδή νυκτός κατά την οποίαν εγκατεστάθη εις Τρουμπέ. Τόρα όμως από της ημέρας του παθήματός της η δοκιμασία έγεινε στενωτέρα. Μόλις εξήρχετο εις την θύραν του οικίσκου της ευθύς αι γυναίκες την ητένιζον περιέργως εις τους οφθαλμούς.

Αλλ’ οι ημέτεροι μοναχοί, φέροντες ανηρτημένον περί τον τράχηλον οδόντα της Αγίας Σαβίνης απέφυγον δι’ αυτού τας κακάς συναντήσεις, μακρόθεν δε μόνον είδον αγέλην ονοκεφάλων παγανιών, οίτινες σείοντες τα μακρά ώτα των ητένιζον ερωτικώς την σελήνην, εις το φως της οποίας εζήτουν τον περιμενόμενον Μεσσίαν.

Οι οφθαλμοί των ητένιζον εις τα εμπρός εν απλήστω προσδοκία ενδόξου τινός μέλλοντος· αλλ' εις το μέλλον, όσον ένδοξον και μονήρης, πόσον άφατος και άρρητος και ανεκλάλητος πρέπει να ήτο η χαρά του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού, όστις ήλθε ίνα δώση εις πάντας τους αγαπώντας Αυτόν, από του νυν και έως του αιώνος, χαράν ην «ουδείς αίρει απ' αυτών», χαράν ην ο κόσμος ούτε να δώση ούτε ν' αφαιρέση δύναται!

Ουδέ η εις Ψαρά άφιξις και η εκείθεν αναχώρησις, ουδ' η γενική επί του καταστρώματος κίνησις και βοή ίσχυσαν να την αποσπάσωσι του ληθάργου, εντός του οποίου εφαίνετο βυθισμένη. Τα πάντα ήσαν ως ξένα προς αυτήν. Οι οφθαλμοί της ήσαν προσηλωμένοι, αλλ' έβλεπες ότι δεν προσέχουν εις ό,τι ητένιζον. Μελαγχολία ανεκλάλητος απεικονίζετο εις το βλέμμα, εις την στάσιν, εις την σιωπήν της.

Οι δύο ερασταί, μείναντες μόνοι επί του πεδίου της μάχης, ητένιζον προς αλλήλους μετ’ αδημονίας, βέβαιοι όντες ότι ο ξυλοκοπηθείς εκείνος σάτυρος ήθελε σπεύσει να εκδικηθή προδίδων τα απόκρυφα του σπηλαίου των.

Και ητένιζον τον ενωμοτάρχην με την έκφρασιν του προσώπου εναλλάσσουσαν πάντοτε, εις εκάστην νέαν εξήγησίν του, και ηκολούθουν τας κινήσεις της χειρός του θαμβωμένοι, ως να κατηχούντο εις τα μυστήρια της Σολομωνικής.

Οι χωροφύλακες έχασκον βλακωδώς· πέντε έξ εκ των χωρικών, οι γεροντότεροι ητένιζον το καρυοφύλλι με λυπημένον βλέμμα, έσχατοι μαχηταί ζώντες έτι επί του πεδίου της μάχης, ατενίζοντες την σημαίαν των η οποία γνωρίζουν ότι μετά τον θάνατόν των θα περιέλθη εις χείρας του εχθρού· ενώ οι λοιποί εντελώς απηρνούντο πλέον αυτό, το μελαψόν κ' εξηρθρωμένον και γεγηρακός, ουδέ ήθελον καν να το ατενίσουν. . . Ο γέρων εστάθη διά μίαν στιγμήν προ της τοιαυτής ψυχρότητος άλαλος.