United States or Macao ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ανόητον γερόντιον! Και πώς; Την εξουσίαν αφού μας την εχάρισε, την θέλει να την έχη! Μα την ζωήν μου, καταντούν ωσάν μωρά οι γέροι, κ' αν βλάπτη το καλόπιασμα, τους πρέπει αυστηρότης. Το τι σου είπα μη ξεχνάς! ΟΣΒΑΛ. Πολύ καλά, κυρία. ΓΟΝΕΡ. Και κρύα τους ιππότας του μεταχειρίζεσθέ τους. Ειπέ τοτους συνδούλους σου. Ας έβγη, ό,τι έβγη!

Ακούοντες οι ναύται εκείνοι την διήγησιν τοιούτων συμβάντων έμειναν εκστατικοί· εθαύμασαν μάλιστα διά τον τρόπον που ελευθερώθην από το γερόντιον εκείνο, λέγοντές μου, ότι εκείνο ήτον ένα ανθρωπόμορφον θαλάσσιον θηρίον, το οποίον είχεν εξουσιάσει αυτό το νησί και έπνιγεν όλους, που ήθελαν πλησιάσει με διαφόρους τρόπους, και εσύ είσαι ο μόνος ελευθερωτής του νησιού και εκδικητής των τόσων αθώων, που εκείνο το θηρίον εθανάτωσε, και διά τούτο το νησί ήτον έρημον και ακατοίκητον.

Απηύθυνα βλέμμα απορίας προς τον παρακαθήμενον, όστις, όσον δενδρόφιλος και αν είνε, εφαίνετο ότι έκρινεν υπερβολικήν την τόσην δενδροφιλίαν και είπα προς το γερόντιον: — Αλλά τότε θα ζώμεν, ως θηρία, εντός των δασών... — Ίσως, αλλά θα ζώμεν ενώ τώρα η ζωή του κόσμου είνε μετρημένη. Το ξέρετε, κύριοι, ότι το τέλος του κόσμου πλησιάζει;

Όλα τα έχασε διά μιας ο γέρων την έπαρσιν της φυσιογνωμίας, την επιβλητικότητα του παραστήματος, την λάμψιν του βλέμματος, την λεβεντιάν του σώματος και την υπερηφάνειαν της ψυχήςόλα τα έχασε. Δεν ήτο ήδη παρά ένα ταπεινόν και αποκαρωμένον γερόντιον, κύπτον υπό το βάρος των ετών· μία μάζα κρέατος και κοκκάλων, παράλυτος εκ της δυστυχίας της ζωής.

Δίπλα μας εκάθητο περίεργον γερόντιον, ξηρόν, ως ξυλοκέρατον, με υψηλόν περιλαίμιον και λαιμοδέτην της εποχής του Καποδίστρια, με ιματισμόν μαύρον και ευπρεπή και πίλον υψηλόν, το οποίον είχε κίνησίν τινα νευρικήν εις την σιαγόνα, ως μυρικαστικήν. Εφαίνετο προσέχων μετά πολλού ενδιαφέροντος εις την ομιλίαν μας και τα μικρά του πράσινα μάτια παρουσίαζον ενίοτε ζωηρότητα έκτακτον.

Μετά μίαν ώραν επέστρεψε και η δευτέρα διαδήλωσις, και έστησε τον χορόν έξωθεν του μαγαζείου του Θόδωρου του Μοστροπούλου υπέρ ποτέ προθύμου και ενθουσιώδους οπαδού του κόμματος. Προ της δύσεως δε του ηλίου, ο χορός εγενικεύθη καθ' όλην την αγοράν, ώστε δεν υπήρχεν ανήρ ή παις, γερόντιον ή νεανίας, όστις να μη χορεύση εκουσίως, ακουσίως, αυθορμήτως ή εντέχνως.

Δαβίδ Βερτολόττη αρκεί να είπωμεν ότι ήτο κατά τινα έτη νεώτερον της συζύγου του γερόντιον, διδάκτωρ των καλών &γραμμάτων&, ιππότης του Αγ. Μαυρικίου, κομψότατος, ευγενέστατος, αλλά και κατεχόμενος υπό της μανίας ν' απαγγέλλη περί παντός ζητήματος, και ιδίως καλλιτεχνικού, αυτοσχεδίους λόγους εις γλώσσαν γαλλικήν προφερομένην ιταλιστί και μάλιστα λομβαρδιστί.

Διά τούτο βαρέως έβλεπε τους ώμους του εξασθενίζοντας από το αφόρητον άχθος του δισακκίου. Τότε κατά πρώτον είδε καθ' ύπνους την Μοίραν του ως άγριον και δυσαχθές γερόντιον, απεσκληρωμένον και πολιόν, να θεωρή τον νεαρόν νησιώτην ως τι μελιτωμένον πλακούντιον, έτοιμον εις βρώσιν.