United States or Svalbard and Jan Mayen ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μου είπε η κουμπάρα μας μια γνώμη, να τάξω στην Καισαριανή, μεγάλ' η χάρι της, να σηκωθώ να τον πάω, ίσως λυπηθή, η Παναγία και τον κάμη καλά. Χάρες μεγάλες ακούονταν πως γίνονται τον καιρό εκείνο.

Τουλόου σ' θα το βαφτίσης, κουμπάρα! . . . Τι κρίμα που δεν μπορώ κ' εγώ νάρθω, να γείνω νουνά. — Ας είσαι καλά, συντέκνισσα, είπεν η γραία. Μου έχεις βαφτίσει δύο παιδιά απ' το λαιμό σου, και τα δυο ζούνε . . . Τώρα εγώ θα κάμω τη νουνά. Επήγαν μέχρι του ενοριακού ναού, είτα εξεκίνησαν.

Ξέρ' 'ς τίποτα κολλήγα; ηρώτα ενίοτε. Κι' εκεί που ο γέρων διεσκέδαζε θεωρών τον καπνόν του τσιμπουκίου του, έλεγεν ο ποιμήν: — Όποιος δεν πάει ς' την εκκλησιά, δεν θα φάγη γουρνόπουλα. Και μετ' ολίγον πάλιν έλεγε: — Νά, μόνον η κουμπάρα θα φάη. Τέλος του Μπάρμα-Σταύρου του ήλθε μικρός ύπνος.

Έχω το γαϊδουράκι, επανέλαβε και δευτέραν φοράν η συντέκνισσα. Φέρε να τα φορτώσω, παπά . . . Καβαλλικεύεις κ' η αγιωσύνη σου. — Βλέπουμε· κουμπάρα, φόρτωσε τα ιερά, κ' έλα ως την εκκλησιά με το γαϊδουράκι. Η παπαδιά ανήσυχος τους έβλεπεν αναχωρούντας, αλλά δεν ετόλμα να εκφωνήση παράπονον ή αντίρρησίν τινα, έκαμε την ανάγκην φιλοτιμίαν, και είπε·