United States or Lesotho ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πικράθκαν οι ουράνιοι θεοίτου Διός το δώμα· Κι' ο καλλιτέχνης Ήφαιστος αρχίνησε να λέγη Προς χάριν της μητέρας του ασπραγκαλιάρας Ήρας· Ω τι καμώματα πικρά, κι' αβάστακτα 'ναι τούτα, Οπού μαλώνετ' 'έτσ' εσείς διά θνητούς ανθρώπους, Κι' αχλοβοήτετους θεούς· ούτ' ηδονή θα είναι Της καλής τράπεζας, γιατί νικούν τα τιποτένια.

Έτσ' είπε· και ο Πάτροκλοςτον φίλον τ' υποτάχθη· Και την ευμορφομάγουλην εβγάζοντας Βρισίδα Απ' την σκηνήν, την έδωκε, διά να την πηγαίνουν. Κι' αυτοί οπίσω κίνησαν 'ς τ' Αχαϊκά καράβια· Και η γυναίκ' αθέλητα επήγαινε μαζί τους.

Άκουσ' μ', αργυροδόξαρε, οπού την Χρύσαν σκέπεις, Και Κίλλαν και την Τένεδον ανδρεία βασιλεύεις· Σμινθέα, αν ωρόφωσα ποτέ μου τον ναόν σου, Ή αν και σέ κατάκαυσα μηριά παχιά ποτέ μου, Γιδιών, και ταύρων, τέλειωσε τον πόθον μου ετούτον. Οι Δαναοί τα δάκρυα μου με βέλη σ' ας πλερώσουν. Έτσ' είπε προσευχόμενος. Τον άκουσ' ο Απόλλων.

Έτσ' είπε· κ' εφοβήθηκεν ο γέρος, κ' υποτάχθητον λόγον και εκίνησε σιωπηλάτην άκραν Της φλισβερής της θάλασσας, και περισσά μακρόθεν Παγαίνοντας προσεύχουνταντον βασιλέ' Απόλλων'. Οπού τον γέννησ' η Λητώ η ευμορφομαλλιάρα.

Τι ώμορφα! επανελάμβανε συνεχώς η κυρά-Μανωλάκαινα. Έτσ' του ψέλνουν πρώτα του Μιτάφιου κ' ύστερα του ραίνουν! Τι ώμορφα! Αλλ' αν ηυφράνθη αληθώς ανέκφραστον ευφροσύνην η κυρά-Μανωλάκαινα, εντρυφήσασα εις την κατανυκτικήν λάμψιν του Επιταφίου, όμως την νύκτα του Πάσχα ανέμενε με διπλούς πόθους. Θα έβλεπε διά πρώτην φοράν καλώς την φαεινήν της Αναστάσεως παράταξιν.

Ο Αγαμέμνων μ' έστειλεν, ο βασιλεύς, ω Χρύση, Να φέρω και την κόρην σου, να κάμω κ' εκατόμβην Τον Φοίβον για τους Δαναούς· ώστε τον βασιλέα Να τον εξιλεώσωμεν, οπού εις τους Αργείους Έστειλε πολυστέναχτα παθήματ' αυτός τώρα. Έτσ' είπε, καιτα χέρια του την έθεσε· κ' εκείνος, Χαρούμενος, εδέχθηκε την ποθητήν του κόρην.