United States or Australia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τα ματάκια της ραντίζουν το κοκκινόχωμα του χωριού της. Ε! έτσι είταν της μοίρας της! Θα χωριστή τόρα απ' τη μαννούλα της, θα πάη πέρα σε ξένη χώρα γι αυτή και σε ξένο κόσμο. Λίγα βήματα ακόμα και φτάνουν στο σταθμό. Το τραίνο ήρθε λαχανιάζοντας, κατάμαυρο. Τα δυο μεγάλα κόκκινα μάτια του μπροστά, οι λυχνίες του στη γραμμή, απλόνουν κόκκινες φωτερές πλατειές λωρίδες στα χαλίκια.

Και χωρίς να κοιτάξη καλά καλά την περιέργεια, τη βουβαμάρα των στρατιωτών μέσα στο αποκοιμιστικό τραγούδι της φωτιάς, άρχισε να μολογάη την ιστορία του ο λοχίας ο Κώστας Μόσχος, σα να κουβέντιαζε αδελφικά με κάνα παλιό σύντροφό του, ενώ άρχιζαν να τρώνε: — Οχτώ τ' Μαϊού στα γδόντα έξ. Η άνοιξη μας βρήκε αγνάντια από τον Έλυμπο κοντά στην Καρυά, στο σταθμό στο Γουδαμάνι τ' Νεζερού.

Ο άλλος ο λόγος είναι που δίχως τη δική σου την παρακίνηση σαν πρωτοβγήκα στ' ατέλειωτο αυτό μονοπάτι, και μ' έπιασε ίλιγγας τηρώντας ομπρός μου ανήφορο με θεόρατους γκρεμνούς και με βαθιές καταβόθρες, δίχως τα θαρρετικά σου τα λόγια δε θάφτανα μήτε ως τον πρώτον αυτό σταθμό. Α θαξιωθούν το φως κ' οι άλλοι οι τόμοι ένας Θεός το ξέρει.

Λίγο ύστερ' αφού ο κ. Stevenson εδημοσίευσε την περίεργη ψυχολογική του ιστορία της μεταμορφώσεως, ένας φίλος μου, ο κ. Hyde, στο βορεινό Λονδίνο τότε, ανυπόμονος να φθάση σε κάποιο σιδηροδρομικό σταθμό, πήρε το πιο κοφτό κατά τη γνώμη του μονοπάτι, έχασε το δρόμο του κ' ευρέθηκε μέσα σ' ένα δίχτυ ελεεινών και ασχημόθωρων σοκακιών.

Το ντουφέκι είχ' ανάψη σα μπαρούτι σ' όλη τη μεθόριο γραμμή απ' το δικό μας σταθμό. Είτανε μια χαρά κι όντας αργότερα ακούστηκαν και τα κανόνια μας, πετάχτηκαν όλα τα παιδιά απάνω απ' τον ενθουσιασμό τους. Κάτω σκυλιά και χαθήκαμε, τους φωνάζω, και ξαναταμπουρώθηκαν. Έρχουνταν οι τούρκοι, κρυμμένοι εμείς.

Αν δεν την ήξερα όχι εκατό φλωριά, αλλά και χίλια αν είχα θα μου τάπαιρναν οι κλέφτες. Κοιμήθηκε το βράδυ εκεί πέρα και την άλλη μέρα πρωί πρωί ξεκίνησε. Περπάτησεπερπάτησε και το βράδυ έφτασε σ' έναν άλλο σταθμό. Εκεί που ετοιμάζονταν να φάγη λαβαίνει κάλεσμα από τον άρχοντα του τόπου, να πάη στον πύργο του. Θέλοντας και μη, κίνησε και πήγε.

Κι' έτσι τον άφησαν αυτόν κι' έπιασαν όλους τους άλλους και τους πήραν ότι κι' αν είχαν. Ο Ξενιτεμένος μας τράβησε το δρόμο του, όπως είπαμε, κι' έφτασε το βράδυ σ' ένα σταθμό. Εκεί έμαθε, ότι οι σύντροφοι του, άλλοι σκοτώθηκαν κ' άλλοι ληστεύτηκαν και δεν γλύτωσε κανένας από τους κλέφτες. Μανθάνοντας αυτό έκανε το σταυρό του, δόξασε τον Θεό κι' είπε μέσα του: — Να το θάμα της πρώτης συμβουλής!