United States or Myanmar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εμείς εκαθήσαμεν με τα πρόσωπα κρεμασμένα, χωρίς να μιλήσωμε λόγον. Τι στέκεσθε έτσι σκυθρωποί, μας λέγει η Ουσνάρα, και δεν στέκεσθε χαροποιοί, διά την μεγάλην σας ευτυχία; ή έχετε εντροπήν να μιλήσετε; εγώ σας δίδω κάθε άδειαν διά να μιλήσετε με ελευθερίαν, και να ξηγηθήτε την αγάπην σας που προς ημάς φέρνετε.

Μιλήσετε πλέον ξάστερα, τους είπεν η βασίλισσα, αφού και τους εστοχάσθη καλά· διατί κανέν καλόν δεν μπορώ να σας κάμω, αν πρώτον δεν αποφασίσετε εδώ παρόν να φανερώσετε το αίτια, που σας επροξένησαν αυτά τα πάθη. Βασίλισσα, τότε άρχισεν ένας από αυτούς να λέη· κατά το πρόσταγμά σου πρέπει και ημείς, να υπακούσωμεν.

Ήρθε πριν ο Δημητράκης και μου 'καμε το κεφάλι μου κουδούνι. Είπεείπε, κόντεψε να τον κάμη ήρωα το χοιροβοσκό· δε θέλω ν' ακούσω άλλο. — Καλά· δε θα σου μιλήσω γι' αυτόν είπε υπομονητικά η γριά. Ήρθαν οι κολλήγοι μας και θέλουν να μιλήσετε για τα χωράφια. Άλλες χρονιές σαν τώρα τάχε μοιρασμένα ο γέρος και δούλευαν μέσα. Ο Κουτρουμπής λέει πως πέσανε βροχές και θάχουμε καλά γεννήματα εφέτο.

Η καρδιά δε γερνάει ποτέ.» «Αυτό είναι αλήθεια», παραδέχτηκε η Νοέμι, αλλά με μια φωνή που έμοιαζε να βγαίνει άθελά της από το στόμα, αλλά αμέσως συνοφρυώθηκε και ανασήκωσε τα ψυχρά, ειρωνικά της μάτια και τα κάρφωσε σε εκείνα της γριάς. «Τι θέλετε λοιπόν από εμένα;» «Να μιλήσετε στον ντον Τζατσίντο.

ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Ναι· μα δεν μπορείτε έτσι, με τόση ελευθερία να της μιλήσετε της ΑΓΓΕΛικής: πρέπει να βρεθή τρόπος· σας είπαν νομίζω πως την προσέχουν και την έχουν περιωρισμένη και δεν την αφίνουν ούτε να βγη έξω ούτε να μιλήση με κανένα· κι' ας είν' καλά η περιέργεια της γρηάς θείας της, γιατ' έτσι μόνο μας άφησαν να πάμε στο θέατρο, όπου την είδατε και την αγαπήσατε.

Δεν δύναμαι να εννοήσω πώς μπορεί κανένας να είναι τρελλός, ώστε να αυτοχειριασθή· μόνη η σκέψις μού διεγείρει απέχθειαν. — Πώς σεις οι άνθρωποι, ανεφώνησα, διά να μιλήσετε περί ενός πράγματος, επιφωνείτε ευθύς: τούτο είναι ανόητον, τούτο είναι σοφόν, αυτό είναι καλόν, αυτό είναι κακόν!

Κάμετε γρήγορα λοιπόν τα γένεια να κολλήσετε, όσες εσχεδιάσατε πως πρέπει να μιλήσετε. Κουτή, και ποια είν' από μας, όπου δεν έχει γλώσσα που να μην κόβη τόσα; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Βάλτε τα γένεια κάθε μια, την ώρα της μη χάνη, κι' ας γίνη άνδρας• εγώ δε θα βάλω το στεφάνι, και γένεια θα κολλήσω αν ίσως και μου κατεβή μπροστά σας να μιλήσω.

Βάλτε το καλά στο μυαλό σας: ξέρατε ποιος ήταν και αποδειχτήκατε κακή γιαγιά γιατί επιτρέψατε στην Γκριζέντα να στρέψει την προσοχή της σε κάποιον που δεν της ταιριάζει.» «Και γιατί δεν της ταιριάζει; Ένας ελεύθερος άντρας ταιριάζει πάντα σε μια ελεύθερη γυναίκα, αρκεί να υπάρχει αγάπη. Κι εσείς, κυρά μου, ναι, θα μου κάνετε αυτή τη χάρη να του μιλήσετε.

Ένα τέτοιο σώμα πως θα το ξαπλώσουνε στο χώμα! ΓΥΝΑΙΚΑ. Δημήτριε, αφέντη, άλλαξε σκοπό! ΕΚΑΤΟΝΤ. Σκασμός, γυναίκες.. Εγώ τον θάνατο τον αγαπώ. Μιλήσετε και για το χώμα; Αυτό δα πιότερο απ' όλα αγαπώ ακόμα. Ο Γιεχωβάς πήρε στη χούφτα του να το μαλάξη του κόσμου όλα τα ωραία για να φτειάξη. Χώμα είν' το ψωμί που με την άσπρη σάρκα μοιάζει, χώμα και το σταφύλι που θαρρείς αίμα να στάζη.

Η γιαγιά, γρηά γυναίκα, ενενήντα χρόνων δεν μπορεί να είναι ανήμπορη, γιατί ο πατέρας θυμόνει. Μη μιλήσετε, θα θυμώση. Μη γελάσετε, θα του πιάσουν τα νεύρα του. Μην πήτε αυτό, μη κάμετε εκείνο κρυφά από δω, μυστικά από κει, ψέματα αιωνίως. Τώφερεν ο έμπορος μ' αυτό το λογαριασμό. Είπεν ότι το εδιάλεξεν η μητέρα σας. Ο λ γ ί ν α. Πέντε πήχες, πέντε λίρες. Έ μ μ α. Ά! Τι ωραία!