United States or Grenada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Άμα ο Αστυάγης έκρινεν ότι ο Άρπαγος εχόρτασε· «Δεν ευρίσκεις εις το φαγητόν τούτο, τον ηρώτησε, γλυκύτητά τινα ιδιαιτέραν;» Ο Άρπαγος εβεβαίωσεν ότι το εύρεν εξαίρετον. Τότε οι υπηρέται, κατά τας διαταγάς τας οποίας είχον, τω παρουσίασαν την κεφαλήν και τα δάκτυλα του υιού του τα οποία ήσαν σκεπασμένα, και τον προσεκάλεσαν να τα αποκαλύψη και να λάβη εξ αυτών ό,τι ήθελε τω αρέσει.

Όταν δε έμεινε μόνος μετά του βουκόλου, ο Αστυάγης τον ηρώτησε πόθεν έλαβε το παιδίον εκείνο και ποίος το παρέδωκεν εις αυτόν. Ο βουκόλος εβεβαίωσεν ότι ήτο ιδικόν του, και ότι η μήτηρ ήτις το εγέννησεν έζη ακόμη εις την οικίαν του. Ο δε Αστυάγης επανέλαβεν ότι δεν ήθελε το συμφέρον του, αλλ' ότι επεθύμει να βασανισθή. Συγχρόνως δε με τας λέξεις ταύτας ένευσεν εις τους δορυφόρους να τον συλλάβωσι.

Φοβούμενος όμως μήπως ταραχθή η Ελλάς εάν χάριν αυτού εκπλεύση διά την Ιταλίαν μέγας στόλος, εβεβαίωσεν ότι μόνοι οι Κνίδιοι ήρκουν διά να τον καταβιβάσωσιν εις τον Τάραντα, νομίζων ότι οι Κνίδιοι, όντες φίλοι των Ταραντίνων, ευκόλως ήθελον τους πείσει να τον δεχθώσιν.

Της εζήτησα την δευτέρα καδρίλλια· μου υπεσχέθη την τρίτην και με την πλέον θελκτικήν παρρησίαν, που δύνασαι να φαντασθής, με εβεβαίωσεν ότι εγκαρδίως αγαπούσε να χορεύη γερμανικόν χορόν. — Εδώ συνηθίζεται, επρόσθεσεν, ώστε κάθε ζεύγος που εχόρευε να μένη ηνωμένο εις τον γερμανικόν χορόν, ο δε καβαλλιέρος μου χορεύει κακά το βαλς, και θα μου είναι ευγνώμων, αν τον απαλλάξω του κόπου.

Πίσω την αίθουσάν του ωσάν ένα μικρόν ναΐσκον είχε στολισμένην· και το καντηλάκι του έκαιεν ακοίμητον προ των αγίων Εικόνων. Ένας πονηρός μάγειρός του εβεβαίωσεν ότι, αφ' ότου απέθανεν η κυρά Καπετάνισσα, μία χαριτωμένη αρχόντισσα, κρυφά από το πλήρωμα εφορούσε καλογηρικόν σκούφον πίσω εις την πρύμνην κατά την ώραν της προσευχής του, τα μεσάνυκτα.

Καμμία πτωχή γραία δεν θα ήτο ικανή να φωνάξη, τέτοιαν ώραν, της πάπιες της, αίτινες, άλλως, θα είχον εύρη την χαράν των, και, καθώς εβεβαίωσεν είς χωρικός όστις έλεγεν ότι ειξεύρει απ' αυτά, βεβαίως «εκοιμώντο πλέουσαι εις το νερόν». Η φωνή εκτάκτως οξεία, ήτο ίση με τον ήχον δέκα συριγγών, και δεν ηδύνατο να είνε ανθρωπίνη.

Παρεκάλεσε θερμώς τον πατέρα της να μετατρέψη την απόφασίν του, τον εβεβαίωσεν ότι δεν θέλει να υπανδρευθή, ότι άλλο δεν επιθυμεί ή να τον γηροκομήση εκείνον και ν' αναθρέψη τα τέκνα της αδελφής της. Αλλ' ο γέρων είναι αδυσώπητος. Όταν βάλη τίποτε εις τον νουν του, ετελείωσε! Του Λιάκου η γλώσσα ελύθη.

Εκείνη δε με ηρώτησε μήπως ήθελα ν' ακολουθήσω το παράδειγμά των, και ως προς αυτήν να μη ανησυχώ. — Εφ' όσον βλέπω αυτά τα μάτια ανοικτά, είπα, προσβλέπων αυτήν δυνατά, δεν υπάρχει βέβαια φόβος να κλείσουν τα δικά μου. — Εβαστάξαμεν και οι δύο έως εις την θύραν της, ότε η υπηρέτρια ήσυχα ήσυχα της ξάνοιξε, και ερωτηθείσα εβεβαίωσεν ότι ο πατήρ και τα μικρά είναι καλά, και ότι όλοι ακόμη εκοιμώντο.

Επανέλαβεν εκείνος λεπτομερώς τα του ήδη γνωστού προγράμματος, υπολογίζων πόση ώρα απαιτείται από σταθμού εις σταθμόν, και εβεβαίωσεν ότι θα φθάσουν κάτω εις τον λιμένα προ της δύσεως του ηλίου. — Πόθεν, ηρώτησα, θα καταβήτε εις την Σκάλαν;

Μετά ταύτα τα λόγια ο βασιλεύς Αϊδήν την εβεβαίωσεν εις την χάριν και αγάπην του, και εις σημείον τούτων την εφιλοδώρησε και με άλλα πολύτιμα και βασιλικά χαρίσματα, επιθυμώντας να ακούση και άλλας περιέργους διηγήσεις και ιστορίας παρ' αυτής.