United States or Macao ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μ α ρ ί α. Εγώ! Έκαμα ό,τι θάκανε κάθε μάννα στη θέσι μου Κ ώ στ α ς. Όχι, Μαρία, για δε με μένα, τι μ' έκαμεν η μάννα, μου; Για δες την εντροπή μου και την ερημιά και την απελπισία μου... Η μάνα μου, η αρχόντισσα, όπως έλεγε, η ώμορφη της Πόλης, που μούδωκε την άχαρη ωμορφιά της... και τη ψυχή της ράτσας της της έκφυλης, και το μυαλό το χαλασμένο εις τα ψέματα! Η μάννα μου! Ας όψεται!

Σήμερα, τι κακό νέο μου φέρνετε πάλι;» Ο Καριάδος απάντησε: «Βασίλισσα, είσαστε θυμωμένη, και δεν ξέρω γιατί. Αλλά πολύ τρελλός είναι όποιος ταράζεται με τα λόγια σας. Ό,τι κι' αν γίνη με το θάνατο που μου αγγέλλει το νεκροπούλι, να τι κακή είδησι σας φέρνει ο γκιώνης: ο Τριστάνος, ο φίλος σας, είναι χαμένος για σας, Αρχόντισσα Ιζόλδη. Πήρε γυναίκα σ' άλλον τόπο.

Και μονάχα σαν αποτέλειωναν όλ' αυτά, είταν πια η αρχόντισσα έτοιμη να βγη και να φέξη στον κόσμο. Έβγαινε με το χρυσοκάμωτό της αμάξι, και σε ολόασπρο άλογο καβαλλικεμένη, άλλοι δούλοι τρέχοντας απ' ομπρός για ν' ανοίξουν το δρόμο, οι πιώτεροι πάλε ακολουθώντας πίσωθε μαζί με τους ευνούχους και τους άλλους παρατρεχάμενους της αρχόντισσας.

Οι οχτώ κόκκινες κολώνες κάτω από τις δυο καμάρες δίπλα στους δυο μισόθολους, αυτές είταν από το ναό της Ηλιούπολης, παρμένες πρώτα στη Ρώμη από τον Αυρήλιο, κατόπι φερμένες εδώ από πλούσια αρχόντισσα. Λογής περίτεχνα σκαλίσματα και ξόμπλια στα κεφαλοκόλωνά τους, από μάρμαρο αυτά της Προκόννησος, και βυζαντινής κατασκευής.

Η μια μεγαλόσωμη, όχι πολύ περασμένη, αγκαλά το φως έρχεται πίσωθέ της και την κάνει και φαίνεται κάτι νεώτερη. Αυτή είναι η αρχόντισσα, η κερά του σπιτιού. Κρίμας που δεν είναι μέρα να καλοδής ταγαθώτατο πρόσωπό της. Η άλλη, που κάθεται δίπλα της και της κρυφομιλεί, αυτή με τα μαύρα, είναι γειτόνισσα, και πρέπει νάρθε να της δηγηθεί τα μύρια της βάσανα.

Η Ιζόλδη τον κυττάζει, αναστενάζει, δεν ξέρει τι να πη και τι να πιστέψη, βλέπει ότι τα ξέρει όλα, μα θάτανε τρέλλα να ομολογήση πώς είναι ο Τριστάνος. Κι' ο Τριστάνος της λέει: «Βασίλισσα κι' Αρχόντισσα, γνωρίζω δα με ξεχάσατε, και σας κατηγορώ για προδοσία. Γνώρισα μολαταύτα, ωραία, ημέρες που μ' αγαπούσατε με έρωτα: Ήτανε τότε στο δάσος, στην καλυβίτσα με τα φύλλα.

Ήταν ωραίος ιππότης, αλαζονικός και υπερήφανος, μιλούσε ευχάριστα, αλλά η αξία του ήτανε μεγαλύτερη μέσα στα δωμάτια των γυναικών παρά στη μάχη. Ηύρε την Ιζόλδη να τραγουδάη, και της είπε γελαστά: «Αρχόντισσα, τι θλιβερό τραγούδι, θλιβερό σαν του νεκροπουλιού.

Ως φαίνεται, η γυνή αύτη είχεν ηπλωμένα ενδύματα προς στέγνωσιν επί τινος φράκτου, άτινα εκλάπηοαν, και αι υπόνοιαί της είχον πέσει επί της Εφταλουτρούς, περιπολούσης πάντοτε εκεί τριγύρω. — Α! έκραξε· συ είσαι που ταις κάμνεις αυταίς ταις δουλειαίς, κυρά αρχόντισσα γυφτοπούλα; Μπράβο σου. Η Αϊμά έμεινεν άναυδος. Δεν είξευρε τι να είπη.

ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Δύο πανιά! Μία φούστα και ένα βρακί. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Πέτρε! ΠΕΤΡΟΣ Παρών. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Το φυσερόν μου, Πέτρε . ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Δος της το, Πέτρε, να κρύψη το πρόσωπόν της. Μου αρέσει καλλίτερα το φυσερόν. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Καλή σας ημέρα, άρχοντες. ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Καλή εσπέρα, αρχόντισσά μου. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Καλέ, από τώρα εβράδυασε;

Σκύλοι γλήγορα θαν τον ξεσκούσαν κι' όρνια νεκρό, κι' εδώ το βάρος μου θα μούβγαινε απ' τα στήθια, που γιους με στέρησε πολλούς, γιους στα χρυσά τους νιάτα που σκότωνε είτε σε νησιά απόκεντρα τους πούλαε ... 45 Τι τώρα τον Πολύδωρο και το Λυκά, διο γιους μου, δε βλέπω εδώ που κλείστηκαν μέσα στο κάστρο οι Τρώες, τ' αγόρια που η αρχόντισσα μου γέννησε η Λαθόα.